Δύο χρόνια μετά την παραίτησή του από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και μια δεκαετία μετά το δημοψήφισμα του 2015 –ίσως την πιο δύσκολη περίοδο από τη Μεταπολίτευση και μετά, όπως επισήμανε ο ίδιος στην τελευταία του ανάρτηση–, ο Αλέξης Τσίπρας επιλέγει να πυκνώσει τις παρεμβάσεις του, με το βλέμμα στραμμένο τόσο στα γεγονότα του 2015, που «σφράγισαν» το πρώτο εξάμηνο της πρωθυπουργίας του, όσο και στο σήμερα.
Το 2015
Το αίτημα του πρώην πρωθυπουργού να δοθούν στη δημοσιότητα τα πρακτικά του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών την επομένη του δημοψηφίσματος μοιάζει να επιτελεί ακριβώς αυτόν τον σκοπό. Αφενός «να αποτιμηθεί νηφάλια», όπως αναφέρει ο κ. Τσίπρας, εκείνη η ιστορική περίοδος. Αφετέρου αυτή η «αλήθεια» για το 2015 να λειτουργήσει ως «εμπόδιο για τη διαιώνιση της εξουσίας» της κυβέρνησης, όπως κατέληξε ο πρώην πρωθυπουργός στη χθεσινή του ανάρτηση.

Κατά τον κ. Τσίπρα η δημοσιοποίηση των πρακτικών του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών της 6ης Ιουλίου θα έβαζε φραγή στην «προπαγάνδα και τη διαστρέβλωση» για εκείνη την περίοδο που, κατά τον ίδιο, επιχειρείται εδώ και μια δεκαετία από τους πολιτικούς του αντιπάλους και θα έδινε τη δυνατότητα στον καθένα να βγάλει τα συμπεράσματά του για τα γεγονότα του 2015. Η αναφορά δε ότι «κάποιους δεν τους βολεύει η αλήθεια, τους βολεύει η προπαγάνδα» υποδηλώνει ότι πιθανώς ορισμένες πολιτικές δυνάμεις (προφανώς η απεύθυνση Τσίπρα αφορά κυρίως τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ) να είχαν διττή τοποθέτηση εντός και εκτός του τότε συμβουλίου. Ιδιαίτερο –κυρίως ιστορικό– ενδιαφέρον έχει επίσης η διαπίστωση Τσίπρα ότι «δεν έφταιγαν οι ξένοι για το δράμα της χώρας. Αμιγώς ελληνική ήταν η ευθύνη».
Υπενθυμίζεται ότι στη σύσκεψη της 6ης Ιουλίου συμμετείχαν εκτός από τον τότε πρωθυπουργό και τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης, η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά, ο Πάνος Καμμένος, ο Δημήτρης Κουτσούμπας και ο Σταύρος Θεοδωράκης. Ο τελευταίος, μάλιστα, σε συνέντευξή του κατά το παρελθόν έχει αναφερθεί στα όσα είχαν λεχθεί εκείνη την ημέρα στο Προεδρικό Μέγαρο.
Σε κάθε περίπτωση, η απάντηση από την Προεδρία της Δημοκρατίας στο αίτημα Τσίπρα ήταν αρνητική με την αιτιολογία ότι «το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών είναι ένα άτυπο όργανο, δεν προβλέπεται στο Σύνταγμα και τα διαλαμβανόμενα σε αυτό είναι απόρρητα».
Από την κυβέρνηση, δε, η απάντηση στον Αλέξη Τσίπρα διά στόματος Παύλου Μαρινάκη ήταν σκληρή, με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να αναφέρει ότι «ο κ. Τσίπρας έχει δικαίωμα να κάνει όσο rebranding επιθυμεί για τον εαυτό του, αλλά την Ιστορία δεν θα την ξαναγράψει» και πως «δεν θα γυρίσουμε πίσω στις πιο μαύρες ημέρες, ξεπλένοντας πολιτικά τους μοιραίους πρωταγωνιστές αυτών των ημερών, με πρώτο μεταξύ αυτών τον κ. Τσίπρα».

Με το βλέμμα στο τώρα
Η κυριακάτικη παρέμβαση του Αλέξη Τσίπρα, πάντως, δεν περιορίζεται στη διάθεση αποτίμησης του 2015. Αντίθετα, ο πρώην πρωθυπουργός σκιαγραφεί τις παθογένειες εκείνες που κατά τον ίδιο οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία («παράνομες επιδοτήσεις, πελατειακό κράτος, απαξίωση της Δικαιοσύνης») και που ρίχνουν και σήμερα τη σκιά τους στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας. «Αυτοί που το ’15 χρησιμοποίησαν το σύνθημα να μείνουμε Ευρώπη είναι οι ίδιοι που διαρκώς μας απομακρύνουν από την Ευρώπη. Και πριν το 2009 και σήμερα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος παράλληλα επαναλαμβάνει τη φράση «βαλκανοποίηση της Ελλάδας» για να περιγράψει την πορεία της χώρας και να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Επί της ουσίας, ο πρώην πρωθυπουργός –σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία του σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ φαίνεται πως προκαλεί σοβαρές αναταράξεις στην κυβέρνηση– επιδιώκει να αναδείξει τους κοινούς κρίκους στην αλυσίδα των παθογενειών του πολιτικού συστήματος μεταξύ της περιόδου που οδήγησε στη χρεοκοπία της χώρας και του σήμερα.
Η τελευταία αμιγώς αντιπολιτευτική παρέμβαση Τσίπρα ενδεχομένως να αποτελεί και το σήμα για την περαιτέρω ενεργοποίησή του στην κεντρική πολιτική σκακιέρα, σε μια συγκυρία, μάλιστα, που η (παρα)πολιτική συζήτηση περί ενδεχόμενης επιστροφής του αλλά και οι φήμες περί κυκλοφορίας βιβλίου εντείνονται.