Τα 150 δισ. δανείων, που κοινοπραξίες της Ε.Ε. μπορεί να εξασφαλίσουν μέσω του κανονισμού SAFE, ο οποίος δημιουργήθηκε για την ταχύτερη προώθηση του σχεδίου επανεξοπλισμού της Ευρώπης, δεν αφήνουν ασυγκίνητες τις ελληνικές εταιρείες. Πολλές από αυτές βρίσκονται σε στενή συνεργασία και έχουν ήδη ενταχθεί σε κοινοπραξίες με πολύ μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες του αμυντικού τομέα, που θα διεκδικήσουν έργα τα οποία μπορεί να χρηματοδοτηθούν από τα χαμηλότοκα δάνεια του SAFE. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, η Ελλάδα μαζί με κάποιες ακόμη χώρες της Ε.Ε. –όπως η Γερμανία, η Πολωνία, η Γαλλία, η Λιθουανία, η Λετονία, η Εσθονία και η Ρουμανία– έχουν καταθέσει αιτήματα ενδιαφέροντος για συμμετοχή στα δάνεια που μπορεί να παρέχονται μέσω του κανονισμού SAFE.
Ηδη η Αθήνα προχωράει στα επόμενα βήματα, που είναι η προετοιμασία για τις επαφές τις οποίες θα έχουν περί τα μέσα Ιουλίου αντιπροσωπείες των υπουργείων Εθνικής Αμυνας και Οικονομικών με την ειδική ομάδα (task f force) της Κομισιόν, που έχει συγκροτηθεί ακριβώς προκειμένου να διαπραγματευθεί τις λεπτομέρειες και τον τρόπο που μπορεί να προχωρήσει η συγκεκριμένη διαδικασία.

Βασικό δέλεαρ για τους συμμετέχοντες είναι η ταχύτητα εκταμίευσης των χρημάτων, λόγω του πολύ στενού χρονικού ορίου εντός του οποίου τα έργα πρέπει να έχουν παραδοθεί, δηλαδή έως τα τέλη του 2030. Ενας επιπλέον παράγοντας που σπρώχνει τις εταιρείες προς τέτοια δάνεια είναι, κατ’ αρχάς, ο δανεισμός των κρατών με εγγύηση της Κομισιόν και ορίζοντα αποπληρωμής μέχρι και τα 45 χρόνια. Μάλιστα, σύμφωνα με όλα όσα προβλέπονται, υπάρχει περίοδος χάριτος 10 ετών για την έναρξη της αποπληρωμής του δανείου. Πέρα από τους ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής των δανείων, η συνεργασία ελληνικών εταιρειών με ξένες, στο πλαίσιο μεγάλων κοινοπραξιών, δημιουργεί τις συνθήκες για αύξηση καλοπληρωμένων θέσεων εργασίας σε βιομηχανικές μονάδες που ήδη λειτουργούν σε ελληνικό έδαφος και έχουν τη δυνατότητα σημαντικής επέκτασης και των παραγωγικών δυνατοτήτων τους.
Υπάρχουν δύο πυλώνες προγραμμάτων μέσω του SAFE, εντός των οποίων βρίσκονται αρκετές εταιρείες ελληνικές ή ξένες με παραρτήματα στην Ελλάδα που θα μπορούσαν να συμμετάσχουν. Ο πρώτος πυλώνας είναι αυτός των πυρομαχικών και πυραύλων. Σε αυτόν εντάσσονται δυνατότητες όπως αυτές του πυροβολικού, ακριβούς προσβολής σε βάθος, οπλισμός στρατιωτών και πεζικού, προστασία κρίσιμων υποδομών, κυβερνοασφάλεια και στρατιωτική κινητικότητα. Σε όλες αυτές τις κατηγορίες υπάρχουν ελληνικές εταιρείες που είτε έχουν δική τους τεχνολογία είτε βρίσκονται ήδη σε σύμπραξη με μεγάλες ευρωπαϊκές και μπορούν να διεκδικήσουν κάποια από αυτά τα χρήματα.

Ο δεύτερος πυλώνας αφορά ανεπτυγμένη τεχνολογία. Περιλαμβάνει αντιαεροπορική και αντιβαλλιστική άμυνα, δυνατότητες στην επιφάνεια και υποβρύχια, drones και συστήματα αντιμετώπισής τους, στρατηγικές αερομεταφορές, εναέριος ανεφοδιασμός, προστασία δορυφόρων, τεχνητή νοημοσύνη και ηλεκτρονικός πόλεμος, καθώς επίσης συστήματα C4ISTAR (διοίκησης και ελέγχου επικοινωνιών, πληροφοριών, επιτήρησης, στόχευσης, αναγνώρισης κ.λπ.).
Η αρνητική διάσταση του SAFE, στην οποία αναφέρθηκε πριν από λίγες ημέρες ενώπιον της επιτροπής Εξωτερικής Πολιτικής και Αμυνας της Βουλής ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Δένδιας, είναι ότι οι χώρες των εταιρειών που θα αξιοποιήσουν τα δάνεια θα επιβαρυνθούν, έστω με προνομιακούς όρους, στο προφίλ εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους τους. Ως εκ τούτου τόσο στην Αθήνα όσο και σε άλλες μικρές ή μεσαίες χώρες της Ε.Ε. με σημαντικό δημόσιο χρέος, η συζήτηση για τον SAFE προκαλεί ανησυχία.

Σε κάθε περίπτωση, τόσο τώρα όσο και παλαιότερα κατά τη συζήτηση περί απόκτησης οπλικών συστημάτων, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) ασκούσε –και εξακολουθεί να ασκεί– λεπτομερή και εις βάθος έλεγχο για τον τρόπο με τον οποίο οι, εξ ορισμού, μεγάλες αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας επηρεάζουν το πιστοληπτικό προφίλ της χώρας.
Η κυβέρνηση αναζητεί τρόπους καλύτερης διαχείρισης της συγκυρίας, προκειμένου οι ελληνικές εταιρείες να μη μείνουν εκτός ανταγωνισμού στο ευρωπαϊκό πεδίο και, παράλληλα, ο προϋπολογισμός να παραμείνει εντός της δημοσιονομικά «ενάρετης» ζώνης.