Ο πρόσθετος δασμός 25% τέθηκε σε ισχύ στις 12:01 π.μ. ώρα Ανατολικής Αμερικής την Τετάρτη, αυξάνοντας τους δασμούς σε πολλές ινδικές εξαγωγές στο 50% και τοποθετώντας τες μεταξύ των υψηλότερων συντελεστών που εφάρμοσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.
Η ανακοίνωση αυτόν τον μήνα ότι οι ΗΠΑ θα διπλασιάσουν τους δασμούς τους στην Ινδία σηματοδότησε μια ξαφνική κλιμάκωση της έντασης, μετά την αποτυχία των δύο πλευρών να επιτύχουν αξιοσημείωτη πρόοδο στις εμπορικές συνομιλίες. Οι διαπραγματευτές είχαν αρχικά στοχεύσει στο πρώτο στάδιο μιας εμπορικής συμφωνίας έως τις αρχές του καλοκαιριού.
Η Alyssa Ayres, πρώην αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που πλέον είναι στο Πανεπιστήμιο George Washington, υπογράμμισε στους Financial Times, ότι η επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ- Ινδίας προκαλεί σύγχυση.
Ινδοί αναλυτές ανέφεραν η κίνηση του Τραμπ είχε εν μέρει ως στόχο να ασκήσει πίεση στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν να τερματίσει τον πόλεμό του στην Ουκρανία. Η Ινδία συνέχισε να αγοράζει ρωσικό αργό πετρέλαιο , αν και σε χαμηλότερα επίπεδα, παρά την απειλή υψηλότερων δασμών.
«Ο Τραμπ προσπαθεί να επηρεάσει τον Πούτιν και η Ινδία είναι ένας εύκολος στόχος για να το κάνει αυτό», εξήγησε ο Ασόκ Μαλίκ, πρόεδρος του τμήματος Ινδίας του Asia Group και πρώην σύμβουλος πολιτικής του υπουργείου Εξωτερικών.
Βουτιά στις ινδικές εξαγωγές
Η Παγκόσμια Πρωτοβουλία Έρευνας Εμπορίου, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα το Νέο Δελχί, προέβλεψε ότι οι ινδικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της, θα μπορούσαν να μειωθούν από 86,5 δισεκατομμύρια δολάρια φέτος σε περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια το 2026.
Ανέφερε ότι τα υφάσματα, οι πολύτιμοι λίθοι, τα κοσμήματα, οι γαρίδες και τα χαλιά θα επηρεαστούν περισσότερο, με τους τομείς να προετοιμάζονται για κατάρρευση 70% στις εξαγωγές, «θέτοντας σε κίνδυνο εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας».
Η Standard Chartered έχει προβλέψει ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να μειώσουν έως και 1 ποσοστιαία μονάδα την αύξηση του ΑΕΠ της Ινδίας, αν και ο Anubhuti Sahay, επικεφαλής οικονομικής έρευνας της τράπεζας στην Ινδία, σημείωσε ότι η εγχώρια εστιασμένη οικονομία της ήταν λιγότερο εκτεθειμένη από τις ασιατικές χώρες που είναι περισσότερο προσανατολισμένες στις εξαγωγές.
Οι ημιαγωγοί, τα ηλεκτρονικά είδη ευρείας κατανάλωσης και τα φαρμακευτικά προϊόντα θα καλύπτονται από ξεχωριστούς, ειδικούς για κάθε τομέα δασμούς. Ωστόσο, ο συνολικός συντελεστής κατατάσσει την Ινδία μεταξύ των χωρών που έχουν πληγεί περισσότερο από τον δασμολογικό πόλεμο του Τραμπ, στο ίδιο επίπεδο με τη Βραζιλία και υψηλότερο από την Κίνα, η οποία βρίσκεται σε ξεχωριστή διαπραγματευτική πορεία.
«Νομίζω ότι η Ινδία θα μπορούσε να επιβιώσει με ποσοστό 25%… αλλά το 50% είναι ένα εντελώς διαφορετικό σενάριο», δήλωσε ο Μαρκ Λίνσκοτ, πρώην Αμερικανός διαπραγματευτής για το εμπόριο, ο οποίος τώρα συμβουλεύει αμερικανικές και ινδικές επιχειρήσεις.
Το αδιέξοδο στις συνομιλίες
Οι συνομιλίες είχαν βαλτώσει εν μέρει λόγω της αντίστασης της Ινδίας στο άνοιγμα των τεράστιων γεωργικών και γαλακτοκομικών τομέων της χώρας, για τους οποίους ο πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι έχει ορκιστεί να «μην συμβιβαστεί ποτέ» . Οι Αμερικανοί διαπραγματευτές για το εμπόριο ακύρωσαν ένα προγραμματισμένο ταξίδι στο Νέο Δελχί αυτή την εβδομάδα.
Εν τω μεταξύ, αξιωματούχοι της Ινδικής κυβέρνησης κάνουν βήματα προόδου προς τη Ρωσία και την Κίνα, με τον Μόντι να πρόκειται να πραγματοποιήσει την πρώτη του επίσκεψη στην τελευταία χώρα μετά από επτά χρόνια αυτό το Σαββατοκύριακο. Ο υπουργός Εξωτερικών Σουμπραμανιάμ Τζαϊσάνκαρ την περασμένη εβδομάδα ενθάρρυνε τις ρωσικές εταιρείες να συνεργαστούν «πιο εντατικά» με την Ινδία.
Ορισμένοι Ινδοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι το αδιέξοδο αντανακλά εν μέρει την ψυχρότητα των προσωπικών δεσμών μεταξύ του Μόντι και του Τραμπ, ο οποίος έχει απειλήσει την Apple για τη μεταφορά μέρους της παραγωγής στην Ινδία, έχει χλευάσει τη «νεκρή οικονομία» της χώρας και έχει φλερτάρει με τον μεγαλύτερο αντίπαλό της, το Πακιστάν .
Σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται οι FT, ο Μόντι δεν επικοινώνησε με τον Τραμπ κατά την προετοιμασία για την προθεσμία επιβολής δασμών στις ΗΠΑ, καθώς ήταν επιφυλακτικός για την προσπάθεια του προέδρου να επιφέρει παραχωρήσεις εκτός του διαπραγματευτικού πλαισίου. Το γραφείο του Μόντι δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό.
Ο Λίνσκοτ επεσήμανε επίσης την κατάρρευση της επικοινωνίας Τραμπ-Μόντι. «Το στοιχείο που έλειπε ήταν η συνομιλία μεταξύ ηγετών και η ευκαιρία για τον πρόεδρο να σφραγίσει τη συμφωνία, να βάλει τη σφραγίδα της έγκρισής του σε αυτήν», είπε.
Πηγή: Ot.gr