Δέλεαρ η επιδότηση 60 ευρώ αλλά θέλει ψάξιμο το σινάπι, στη Θεσσαλονίκη οι δοκιμές

Κοινοποίηση

Η καλλιέργεια αποδείχθηκε στο πεδίο περισσότερο πολύπλοκη, απ’ ό,τι ίσως είχαν κάποιοι στο μυαλό τους όταν την επέλεξαν, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να συνεχιστούν οι αξιολογήσεις, ώστε να αποκτηθεί και η αναγκαία τεχνογνωσία, πριν αποφανθεί κανείς με μεγαλύτερη σιγουριά για το αν αξίζει ή όχι τον κόπο να γίνει μια πιο ευρεία υιοθέτησή της. 


Ξεφυλλίστε σε υψηλή ανάλυση την εβδομαδιαία Agrenda

Το δέλεαρ των 60 ευρώ το στρέμμα που προβλέπεται ως επιδότηση από το οικολογικό σχήμα για τα αρωματικά φυτά προσέλκυσε το ενδιαφέρον αρκετών παραγωγών, αλλά εκεί ακριβώς ίσως και να κρύβεται μία από τις εξηγήσεις για τα μέτρια αποτελέσματα που υπήρξαν στις αποδόσεις.

«Η σπορά έγινε την άνοιξη και μολονότι ακολούθησαν αρκετές βροχές, που βοήθησαν το φυτό να αναπτυχθεί, εν τέλει στο αλώνι είδαμε ότι οι μέσοι όροι κυμάνθηκαν στα 80-100 κιλά το στρέμμα. Η καλλιέργεια υπό κανονικές συνθήκες μπορεί να πιάσει και 200 κιλά το στρέμμα, κάτι που σημαίνει πως μάλλον δεν έγιναν σωστά οι καλλιεργητικές φροντίδες σε αυτά τα χωράφια. Ενδεχομένως πολλοί να επέλεξαν το σινάπι απλώς και μόνο για να λάβουν την επιδότηση», σημειώνει ο Βασίλης Τάπαλης, ιδιοκτήτης της σποροπαραγωγικής εταιρείας Agrositos, προσθέτοντας πως «εμπορικά υπάρχει ζήτηση από τη μεταποιητική βιομηχανία, αλλά καθώς το προϊόν οδηγείται σε ανθρώπινη κατανάλωση οι προδιαγραφές που θέτουν οι υποψήφιοι αγοραστές, είναι πολύ αυστηρές».

Περιοχές όπου δοκιμάστηκε η καλλιέργεια σιναπιού τη φετινή χρονιά, όπως μας αναφέρθηκε, είναι, μεταξύ άλλων, ο Λαχανάς, η Άσσηρος, ο Λαγκαδάς και το Πρόχωμα, στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης, από παραγωγούς που ψάχτηκαν να βρουν κάποια εναλλακτική λύση για να ενισχύσουν το εισόδημά τους.

Σε μια τέτοια περίπτωση, ο παραγωγός Παύλος Σαρηγιαννίδης, από το χωριό Πρόχωμα, πήρε ζεστά την υπόθεση του σιναπιού και έσπειρε 400 στρέμματα, αντικαθιστώντας την καλλιέργεια του βαμβακιού, το οποίο πέρυσι δεν τα πήγε καθόλου καλά εμπορικά.

«Πειραματίστηκα με τη σπορά. Τα πιο πολλά στρέμματα τα έσπειρα το Μάρτιο και κάποια νωρίτερα, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, για να δω ποια χωράφια θα αποκριθούν καλύτερα, καθώς δεν ξέρουμε πολλά για την καλλιέργεια στην πράξη. Γιατί στη θεωρία έλεγαν πως δεν έχει ανάγκη από άρδευση, αλλά τελικώς διαπίστωσα πως θέλει αρκετά ποτίσματα, για να μπορέσει να στηρίξει το ύψος του, που φτάνει έως και το 1,50 – 1,60 μέτρα», περιγράφει ο κ. Σαρηγιαννίδης. 

Η προσωπική του εμπειρία τον δίδαξε, επίσης, πως για να ευδοκιμήσει το φυτό, πρέπει να είναι ήπιο το κλίμα και να μην φυσάει, διότι ο λίβας, φέτος, μέσα σε τρεις μέρες από πράσινο χρώμα, που ήταν κάποια από τα χωράφια του τα κιτρίνισε και δεν τα άφησε να προοδεύσουν, ώστε να γεμίσει το στάχυ τους.

«Έτσι στο αλώνι, που ξεκίνησε στο χωριό μας αμέσως μετά τα σιτηρά, οι αποδόσεις κυμάνθηκαν από 50 έως και 150 κιλά το στρέμμα, με το μέσο όρο να είναι στα 80-90 κιλά το στρέμμα. Σε σύνολο 400 στρεμμάτων, το τονάζ που συγκέντρωσα ήταν γύρω στους 35 τόνους, από τους οποίους, όμως, το καθαρό θα είναι λιγότερο, γιατί πρέπει να το τριορίσω από τις ξένες ύλες. Και είναι μια διαδικασία δύσκολη, καθώς ο σπόρος έχει το μέγεθος κεφαλιού καρφίτσας, οπότε πρέπει να γίνει σωστή ρύθμιση της μηχανής στο τριόρισμα, για να μην έχουμε μεγάλες απώλειες», εξήγησε ο 62χρονος παραγωγός.

∆εν είναι αµελητέο το κόστος παραγωγής

Το επόµενο βήµα θα είναι να στείλει δείγµατα σε υποψήφιους πελάτες, οι οποίοι έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για το προϊόν, προκειµένου να υποκαταστήσουν µέρος των εισαγωγών που κάνουν τώρα, αλλά ζητούν να το δουν πρώτα πριν προβούν σε οποιαδήποτε αγορά. «Στο εµπορικό κοµµάτι όσο κι αν έψαξα δεν µπόρεσα να βρω αξιόπιστες πληροφορίες για το τι ισχύει µε τις τιµές. Αυτό σηµαίνει πως θα δουν  τα δείγµατα και αν τους κάνει, εκείνοι θα ορίσουν τους οικονοµικούς όρους», ανέφερε ο κ. Σαρηγιαννίδης και συµπλήρωσε «σαφώς και το διαβατήριο για µια καλή εµπορική πορεία ενός προϊόντος είναι η ποιότητα, αλλά εφόσον την έχουµε, ας µας προτιµήσουν οι µεταποιητές και να µας στηρίξουν».

Υπογράµµισε ακόµη πως το καλλιεργητικό κόστος δεν είναι αµελητέο, καθώς µόνο ο σπόρος στοιχίζει γύρω στα 4,5 ευρώ  το κιλό, ενώ θα πρέπει να προσµετρηθούν και οι δαπάνες για την προετοιµασία του εδάφους, τη σπορά, που κόστισε 8 ευρώ το στρέµµα, τη λίπανση και την άρδευση, αλλά και τον αλωνισµό, ο οποίος προϋποθέτει µαχαίρι που χρησιµοποιείται στην ελαιοκράµβη και αυτό ανεβάζει το κόστος σε σχέση µε  το αλώνισµα στο σιτάρι. «Με αυτά τα δεδοµένα, για  να µείνει ένα µεροκάµατο θα πρέπει και η τιµή του προϊόντος να είναι αξιοπρεπής, ανεξάρτητα από την επιδότηση», τονίζει  ο παραγωγός.

 

Πηγή agronews.gr

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα