Υπάρχει μια παράξενη ανακούφιση στην παραδοχή ότι δεν ξέρω αν έκανα το σωστό. Μια ανακούφιση που δεν βασίζεται στην αίσθηση του ελέγχου ή της σιγουριάς, αλλά στην βαθιά και ειλικρινή συνειδητοποίηση ότι, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, η απόφαση ήταν δική μου. Και ίσως, τελικά, αυτό να έχει μεγαλύτερη σημασία από το να είναι σωστή.
Ζούμε σε έναν κόσμο κορεσμένο από συμβουλές, ειδικούς, λίστες με “Tα 10 πράγματα που πρέπει να κάνεις πριν τα 30” και ένα μόνιμο μουρμουρητό προτροπών από γονείς, φίλους και πολλούς άλλους. Μέσα σε όλο αυτό τον θόρυβο, η εσωτερική φωνή (αυτή η ταπεινή, πολλές φορές ντροπαλή αίσθηση του τι πραγματικά θέλουμε) χάνεται. Όχι γιατί δεν υπάρχει, αλλά γιατί δεν της έχουμε μάθει να μιλάει δυνατά.
Advertisment
Έχω περάσει χρόνια ακολουθώντας τις “λογικές” επιλογές. Τις ασφαλείς, αυτές που χειροκροτούνται εύκολα. Σπούδασε εκεί, δούλεψε αυτό, κάνε υπομονή, θα ανταμειφθείς. Και ανταμείφθηκα, με τρόπους που έπεισαν τους γύρω μου ότι “τα κατάφερα”. Μα μέσα μου, αυτή η εσωτερική ρωγμή –ένα μικρό, επίμονο «και αν δεν είναι αυτό;»– συνέχιζε να μεγαλώνει. Δεν ήταν αγνωμοσύνη· ήταν δίψα για αυθεντικότητα.
Μια μέρα -και δεν ήταν κάποια δραματική στιγμή· μάλλον ένα ήσυχο απόγευμα σε ένα παγκάκι- κατάλαβα κάτι φαινομενικά απλό: ότι μπορώ να κάνω λάθος. Και ότι το να κάνω ένα δικό μου λάθος είναι απείρως πιο θεραπευτικό από το να ζω μια ξένη επιτυχία.
Από εκείνη τη μέρα, άρχισα να ακούω τον εαυτό μου με υπομονή. Όχι σαν να είναι αυθεντία, αλλά σαν να είναι κάποιος που αξίζει να ακουστεί. Ανακάλυψα ότι η αυθεντική ζωή δεν είναι θορυβώδης· είναι σιωπηλή, αλλά σταθερή. Δεν στηρίζεται στην αυτοπεποίθηση, αλλά στο θάρρος. Το θάρρος να αναλάβεις την ευθύνη για τις επιλογές σου, χωρίς άλλοθι.
Advertisment
Ναι, έκανα πράγματα που δεν “βγάζουν νόημα” στους άλλους. Άφησα δουλειές με κύρος, απομακρύνθηκα από σχέσεις που «φαινόταν» να έχουν προοπτική, δοκίμασα διαδρομές αβέβαιες. Και κάθε φορά που έλεγα «δεν ξέρω πού θα με βγάλει αυτό», πρόσθετα μέσα μου: αλλά θέλω να το μάθω μόνος μου. Αυτή η εσωτερική επιθυμία για αυτενέργεια, για ελευθερία μέσα στο ρίσκο, είναι ένα σημάδι ωρίμανσης. Όχι γιατί αποκλείει τα λάθη, αλλά γιατί τα εντάσσει μέσα στο νόημα της ύπαρξης.
Το να αποφασίζεις για τη ζωή σου δεν σημαίνει να απορρίπτεις τους άλλους. Δεν είναι εγωισμός· είναι εντιμότητα. Είναι να πεις: “σας ακούω, σας σέβομαι, αλλά εγώ είμαι αυτός που θα ζήσει τα αποτελέσματα.” Είναι να σταθείς απέναντι στον εαυτό σου χωρίς χειροκροτήματα, χωρίς βραβεία, και να πεις: “θα σε ακολουθήσω, ακόμα κι αν δεν είμαι σίγουρος πού πας.”
Η κοινωνία, συχνά χωρίς κακή πρόθεση, επιβραβεύει την υπακοή. Όμως η ψυχή δεν θέλει να υπακούει· θέλει να κατανοήσει, να νιώσει, να δημιουργήσει. Θέλει να βρει το δικό της ρυθμό, ακόμη κι αν αυτός είναι ασταθής. Η πειθαρχία δεν είναι εχθρός —αρκεί να είναι πειθαρχία σε κάτι που έχεις διαλέξει εσύ.
Δεν προτείνω την απομόνωση. Ούτε μια αλαζονική αυτάρκεια. Οι σχέσεις, η ανταλλαγή ιδεών, η αγάπη, είναι πολύτιμες. Αλλά ακόμα και μέσα σ’ αυτές, υπάρχει ένας ιερός χώρος που μόνο εμείς μπορούμε να κατοικήσουμε. Και κάθε φορά που επιτρέπουμε σε κάποιον άλλον να τον διακοσμήσει με τις δικές του ταπετσαρίες, χάνουμε κάτι από την εσωτερική μας αρχιτεκτονική.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο λυτρωτικό από το να ζεις μια ζωή που, ακόμη κι αν δεν είναι “επιτυχημένη” με τα κριτήρια των άλλων, σου ανήκει ολοκληρωτικά. Δεν έχει σημασία αν κάποιος τη βρίσκει ανούσια ή απρόβλεπτη. Σημασία έχει να μπορείς να πεις: Αυτό διάλεξα εγώ. Ήταν συνειδητό. Ήταν ατελές. Ήταν δικό μου.
Και κάπως έτσι, ακόμα κι αν η απόφαση δεν σε οδηγήσει στο “σωστό”, θα σε έχει οδηγήσει πιο κοντά σ’ εσένα. Και αυτό, όσο μεγαλώνουμε, καταλαβαίνουμε πως είναι το μόνο που μετράει.