Μπορούν οι εξεταστικές επιτροπές της Βουλής, με τον τρόπο που λειτουργούν, να φέρουν ουσιαστικό αποτέλεσμα στις υποθέσεις που διερευνούν; Το ερώτημα δεν είναι νέο, επαναλαμβάνεται σχεδόν κάθε φορά που μια Εξεταστική ολοκληρώνει τις εργασίες της με την άτυπη παράδοση που θέλει κάθε κόμμα να καταλήγει σε δικό του πόρισμα. Η σχετική συζήτηση επανήλθε στο προσκήνιο με αφορμή τη διαπίστωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη αναφορικά με το έργο της Εξεταστικής για τα Τέμπη. «Δεν πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής», είχε πει ο πρωθυπουργός, και έσπευσε να προσθέσει ότι όταν συγκροτείται μια Εξεταστική, η διαδικασία μπαίνει στη λογική της κομματικής αντιπαράθεσης. «Θεωρώ ότι είναι ένα δομικό πρόβλημα των εξεταστικών επιτροπών της Βουλής και, όπως πολλές άλλες, δεν έχουν καταφέρει να διαφωτίσουν την κοινή γνώμη», πρόσθεσε.
Είναι, τελικά, αυτός ο κανόνας ή υπάρχει περιθώριο για ουσιαστική λειτουργία των εξεταστικών επιτροπών που συγκροτούνται στη Βουλή για τη διερεύνηση υποθέσεων που κατά κανόνα έχουν μεγάλο πολιτικό ενδιαφέρον;
Επιμέλεια: Δώρα Αντωνίου
ΑΠΟΨΕΙΣ
Βελτίωση μέσω της αναθεώρησης
Του Θάνου Πλεύρη*
Ως βουλευτής πρέπει να είμαι ο πρώτος εν ενεργεία που έχω καταγράψει τις περισσότερες εξεταστικές και προκαταρκτικές επιτροπές. Επιτροπές που πολλές φορές έχουν αδικηθεί διότι, επειδή επικρατεί κομματικός ανταγωνισμός και κομματική καθοδήγηση ως προς τη σύνταξη των πορισμάτων, παραγνωρίζεται το γεγονός ότι από αυτές πολλές φορές έχουν συνταχθεί αξιόλογα πορίσματα που βοηθούν στην πορεία τη Δικαιοσύνη κατά τη δικαστική έρευνα.
Στην προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, με πορίσματα από προκαταρκτικές επιτροπές το Ειδικό Δικαστήριο οδηγήθηκε σε δύο καταδικαστικές αποφάσεις υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και στην εξεταστική επιτροπή για τα Τέμπη, που αμφισβητήθηκε το έργο της, εργάσθηκαν σειρά βουλευτών και υπάρχει πόρισμα όλων των κομμάτων που μπορεί να βοηθήσει σοβαρά την ανάκριση στην έρευνά της. Οι εξεταστικές και προκαταρκτικές επιτροπές είναι σημαντικά εργαλεία και μπορούν να γίνουν παρεμβάσεις ώστε να περιορίζεται το κομματικό στοιχείο. Μια τέτοια δυνατότητα μπορούμε να βρούμε στην προσεχή αναθεώρηση του Συντάγματος. Ιδίως για τις προκαταρκτικές επιτροπές, που ελέγχονται ποινικές ευθύνες, η εκτίμησή μου είναι ότι θα πρέπει η Βουλή να διατηρήσει τη δυνατότητα για την άσκηση της δίωξης στον υπουργό και για την έναρξη της προκαταρκτικής διαδικασίας, όμως θα μπορούσε η έρευνα να μη γίνεται από βουλευτές, αλλά από ειδικό δικαστικό σώμα. Με αυτόν τον τρόπο η έρευνα ξεκινάει με απόφαση της Βουλής, αυτή όμως διεξάγεται από δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς που ολοκληρώνουν πόρισμα και εν συνεχεία τοποθετείται η Βουλή. Ετσι διατηρείται η αρμοδιότητα της Βουλής, αλλά ο έλεγχος γίνεται από τους δικαστές και δύσκολα θα μπορέσει μια πλειοψηφία ή μια μειοψηφία να έλθει σε αντίθεση με το πόρισμα της εισαγγελικής έρευνας.
Οι επιτροπές είναι σημαντικά εργαλεία και μπορούν να γίνουν παρεμβάσεις ώστε να περιορίζεται το κομματικό στοιχείο.
Οι εξεταστικές επιτροπές που ερευνούν ένα θέμα είναι μέσο κοινοβουλευτικού ελέγχου και δεν μπορεί να ισχύσει η ίδια διαδικασία, καθώς υποχρεωτικά η έρευνα γίνεται από βουλευτές. Αυτό που θα μπορούσε να προστεθεί είναι για τα διαδικαστικά ζητήματα, που υπήρξε και η μεγάλη αντιπαράθεση και στην τελευταία εξεταστική επιτροπή, να μπορεί να έχει γνωμοδοτικό ρόλο ένα συμβούλιο δικαστικού σχηματισμού, πράγμα που θα έκανε την πλειοψηφία να είναι πιο ανεκτική στην αποδοχή αιτημάτων της μειοψηφίας, αλλά και αντίστοιχα τη μειοψηφία να μην είναι μαξιμαλιστική στα αιτήματα τα οποία θέτει.
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι δεν πρέπει να αδικείται το έργο των εξεταστικών και προκαταρκτικών επιτροπών. Εκ της φύσεώς τους έχουν μια δυσκολία, ότι οι βουλευτές καλούνται να κάνουν αλλότρια καθήκοντα και ότι παρεμβαίνουν θέματα κομματικού πατριωτισμού. Ωστόσο, διαχρονικά, και σοβαρό έργο έχουν παραγάγει, και με τις αλλαγές που μπορούν να γίνουν δύνανται να είναι και πιο αξιόπιστες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αποδείξει το ενδιαφέρον του γι’ αυτά τα ζητήματα και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και στην τελευταία αναθεώρηση δόθηκε η δυνατότητα με πρόταση μόνο της μειοψηφίας να συγκροτούνται εξεταστικές.
* Ο κ. Θάνος Πλεύρης είναι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, βουλευτής Α΄ Αθηνών Ν.Δ.
Τα δικαιώματα της μειοψηφίας
Της Μιλένας Αποστολάκη*
Ο θεσμός των εξεταστικών επιτροπών αποτελεί ένα ισχυρό μέσο κοινοβουλευτικού ελέγχου, που το Σύνταγμά μας προβλέπει για την εξέταση ζητημάτων δημοσίου ενδιαφέροντος.
Καθώς στο παρελθόν η εκάστοτε πλειοψηφία παρεμπόδιζε με την υπεροχή της τη σύσταση εξεταστικών επιτροπών, καταψηφίζοντας τις υποβληθείσες από τη μειοψηφία προτάσεις, ο συνταγματικός νομοθέτης ήρθε να θεραπεύσει το πρόβλημα στην αναθεώρηση του 2019. Στο πλαίσιο αυτό προβλέφθηκε η δυνατότητα σύστασης εξεταστικών επιτροπών και από τη μειοψηφία έπειτα από πρόταση του 1/5 των βουλευτών, ρύθμιση που επέτρεψε τη σύσταση της εξεταστικής επιτροπής για τα Τέμπη, αφού προηγουμένως η κυβέρνηση είχε παρεμποδίσει τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών των κ. Καραμανλή και Σπίρτζη.
Η αναθεώρηση του 2019, όμως, περιορίστηκε στο να διασφαλίσει τα δικαιώματα της μειοψηφίας μόνο ως προς τη σύσταση των εξεταστικών επιτροπών και όχι και κατά τη λειτουργία τους. Αυτό είχε ως συνέπεια η μονοκομματική σύνθεση του προεδρείου της επιτροπής για τα Τέμπη, σε συνδυασμό με την αριθμητική υπεροχή της πλειοψηφίας, να μετατρέψει τις εργασίες της σε πεδίο στο οποίο εξελίχθηκε η συστηματική, μεθοδική και οργανωμένη από την πλειοψηφία συγκάλυψη σημαντικών πτυχών της τραγωδίας και των υπευθύνων της.
Η λύση δεν είναι η κατάργηση των εξεταστικών επιτροπών, αλλά η συνταγματική κατοχύρωση της δημοκρατικής τους λειτουργίας.
Η συγκάλυψη υπηρετήθηκε με τον αποκλεισμό κρίσιμων μαρτύρων που πρότεινε η αντιπολίτευση, με την απόρριψη του αιτήματος της αντιπολίτευσης να διαβιβασθεί στην εισαγγελία της Λάρισας η κατάθεση του κ. Καραμανλή, προκειμένου να εξεταστεί το ενδεχόμενο της ψευδορκίας, με την απόφαση για λήξη των εργασιών της, ενώ η αντιπολίτευση θεωρούσε ότι το έργο της επιτροπής δεν είχε ολοκληρωθεί. Αυτή η λειτουργία εδραίωσε την πεποίθηση της συγκάλυψης στην κοινωνία.
Απέναντι στο διαπιστωμένο πρόβλημα, η λύση δεν είναι ασφαλώς η κατάργηση των εξεταστικών επιτροπών, αλλά η συνταγματική κατοχύρωση της δημοκρατικής τους λειτουργίας, με τη διασφάλιση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας. Για παράδειγμα, η καθιέρωση διακομματικού προεδρείου αποτελούμενου από τα τρία πρώτα σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματα, το οποίο θα αποφασίζει κατά πλειοψηφία για όλα τα κρίσιμα θέματα, όπως η διεύθυνση των εργασιών, ο προγραμματισμός, η κλήτευση των μαρτύρων. Το διακομματικό προεδρείο συνεπάγεται και διασφαλίζει τη συλλογικότητα στη λήψη των αποφάσεων. Συνιστά εγγύηση και αντίβαρο απέναντι στην αυθαιρεσία της πλειοψηφίας.
Η εξεταστική για τα Τέμπη, παρά την παρεμπόδιση του έργου της, έθεσε καίρια ερωτήματα, άνοιξε φακέλους με σκοτεινές συμβάσεις, ανέδειξε ευθύνες και παραλείψεις. Κάθε σκέψη που επικαλείται τον «ατελέσφορο» χαρακτήρα των εξεταστικών, αντί να συνηγορεί υπέρ αλλαγών για τη δημοκρατική λειτουργία τους, δεν υπηρετεί το αίτημα για δικαιοσύνη και αλήθεια και συνιστά επόμενο βήμα ενός αντιδημοκρατικού σχεδιασμού.
* Η κ. Μιλένα Αποστολάκη είναι βουλευτής ΠΑΣΟΚ.

