Η συζήτηση για την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα γίνεται με όρους κατεπείγοντος, καθώς η υπερεθνική διακυβέρνηση της Ε.Ε. και οι εθνικές ηγεσίες καλούνται να απαντήσουν τάχιστα στα νέα δεδομένα που διαμορφώνει η πολιτική την οποία υιοθετεί έναντι της Ευρώπης ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ. Η Ε.Ε. καλείται να ξεπεράσει πρωτίστως τον εαυτό της, τη γραφειοκρατία της και ένα χρονοβόρο πλαίσιο λήψης αποφάσεων. Η εμπειρία από την περίοδο της οικονομικής κρίσης, και ο χρόνος που χρειάστηκε για να διαμορφωθούν τα κατάλληλα «εργαλεία» εντός του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, είναι πρόσφατη και τραυματική.
Η συναίσθηση ότι απαιτούνται γενναίες αποφάσεις και προσαρμογή σε έναν κόσμο όπου οι γεωπολιτικές σταθερές που διαμορφώθηκαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μεταβάλλονται ραγδαία δείχνει να υπάρχει. Το ερώτημα είναι αν μπορεί να μετενσαρκωθεί σε αποφάσεις και να ξεπεράσει αγκυλώσεις.
Για τη χώρα μας, που έχει σταθερά υψηλές δαπάνες για την άμυνα, η πρόκληση είναι να αξιοποιήσει τις δυνατότητες ενίσχυσης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.
Επιμέλεια: Δώρα Αντωνίου
ΑΠΟΨΕΙΣ
Το υπαρξιακό ζήτημα
Του Σπύρου Κατσούλα*
Η Ευρώπη συζητάει για την άμυνά της. Δεν είναι η πρώτη φορά, καθώς πάντα δίσταζε να προχωρήσει στην αμυντική ολοκλήρωση. Ούτε, όμως, είναι σαν τις προηγούμενες φορές. Οι καιροί καλούν την Ευρώπη να υπερασπιστεί το μεγαλύτερο πολιτικό πείραμα στην Ιστορία, την προσπάθεια ομαλής συμβίωσης προαιώνιων αντιπάλων.
Για να ολοκληρώσει το μετέωρο βήμα της κοινής αμυντικής πολιτικής πρέπει να απαντήσει σε ένα θεμελιώδες ερώτημα που παραμένει ακόμη αναπάντητο: ποιος είναι ο πατέρας της Ευρώπης;
Για κάποιους, η απάντηση είναι προφανής: Οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι, προεξάρχοντος του Ζαν Μονέ. Ο Γάλλος οραματιστής έβλεπε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ως μονόδρομο για τη διαρκή ειρήνη. Η έννοια της υπερεθνικής Ευρώπης, όπου η αλληλεγγύη θα υπερίσχυε των εθνικιστικών ενστίκτων, αποτέλεσε τη βάση της σημερινής Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το όραμα της σύγκλισης θα εξαφάνιζε σταδιακά τις εθνικές έριδες. Ωστόσο, θα τα είχαν καταφέρει οι Ευρωπαίοι μόνοι τους;
Ο Τζόζεφ Τζόφε, Γερμανός διανοούμενος και εκδότης, έχει υποστηρίξει ότι η Ευρώπη δεν θα είχε καταφέρει τίποτα χωρίς την Αμερική. Οι ΗΠΑ έπαιξαν τον ρόλο του ειρηνοποιού της Ευρώπης.
Οι καιροί καλούν την Ευρώπη να υπερασπιστεί το μεγαλύτερο πολιτικό πείραμα στην Ιστορία, την προσπάθεια ομαλής συμβίωσης προαιώνιων αντιπάλων.
Με την επέκταση της πυρηνικής τους ομπρέλας και τη διατήρηση στρατιωτικής παρουσίας, οι ΗΠΑ δεν προστάτευσαν μόνο την Ευρώπη από τους άλλους, την προστάτευσαν και από τον ίδιο της τον εαυτό.
Η τρίτη άποψη είναι η πιο επίμαχη, ιδίως αν συνυπολογίσει κανείς ότι προέρχεται από τον γνωστό ως Mr Europe. Ο Πολ-Ανρί Σπάακ, Βέλγος πολιτικός και πρωτεργάτης του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, πίστευε πως χωρίς τις απειλές του Στάλιν η ενωμένη Ευρώπη δεν θα είχε δει ποτέ το φως της ημέρας. Ο φόβος της σοβιετικής επέκτασης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οδήγησε τα κράτη της Δυτικής Ευρώπης στη συνεργασία. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν προέκυψε από καλή θέληση, αλλά ως απάντηση σε μια κοινή απειλή.

Αναλόγως της απάντησης που προτιμά κανείς, προκύπτουν τα αντίστοιχα ερωτήματα. Αν οι Ευρωπαίοι τα κατάφεραν μόνοι τους στους υπόλοιπους τομείς, θα μπορέσουν να βρουν τη χρυσή τομή και στην άμυνα, δεδομένου ότι δεν συμφωνούν όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το μέγεθος της ρωσικής απειλής;
Αν οι ΗΠΑ προσέφεραν στην Ευρώπη την πολυτέλεια να επιχειρήσει την πολιτική της ενοποίηση, θα μπορέσει η Ευρωπαϊκή Ενωση να τα καταφέρει χωρίς αυτές; Αν ο Στάλιν εξανάγκασε τη Δυτική Ευρώπη να ενωθεί, θα μπορούσε ο Πούτιν να κάνει το ίδιο για τη σημερινή πολυπληθέστερη Ε.Ε.; Η συζήτηση δεν είναι θεωρητική. Η απάντηση θα καθορίσει αν η Ευρωπαϊκή Ενωση θα επιβιώσει ή θα διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη.
* Ο κ. Σπύρος Κατσούλας είναι επίκουρος καθηγητής Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδας, Deree.
Ευκαιρίες και προκλήσεις
Του Αντώνη Καμάρα*
H συνάντηση των ηγετών της Ε.Ε. για την άμυνα επικύρωσε την πρόταση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ReArm για την ευρωπαϊκή άμυνα.
Η άρση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος θα επιτρέψει σε σημαντικές χώρες-μέλη της Ε.Ε. να αναπτύξουν τις αμυντικές δυνατότητες σε παρόμοιους ρυθμούς με αυτούς που θα υιοθετήσει η Γερμανία, λόγω της επικείμενης άρσης του γερμανικού «φρένου χρέους». Αλλωστε, το γεγονός ότι ο μελλοντικός καγκελάριος υιοθέτησε τη φράση του Ντράγκι «θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί» παραπέμπει στη συλλογική διάσταση αυτής της τεκτονικής αλλαγής της γερμανικής δημοσιονομικής πολιτικής. Βαίνουμε λοιπόν και σε εντεινόμενη ομοσπονδοποίηση των εξοπλιστικών δαπανών των χωρών-μελών, μια που η Ευρώπη δεν μπορεί να βασιστεί, λόγω Τραμπ, στις οικονομίες κλίμακας που επιτυγχάνει η αμερικανική πολεμική μηχανή.

Δίνεται η δυνατότητα στην κυβέρνηση να προσθέσει στην εξυγίανση που πέτυχε, των ναυπηγείων Σύρου, Ελευσίνας και Σκαραμαγκά, τις υπόλοιπες αμυντικές βιομηχανίες: ΕΑΒ, ΕΑΣ και ΕΛΒΟ. Τα επιχειρηματικά μοντέλα αυτών των επιχειρήσεων πρέπει να αναμορφωθούν και να τοποθετηθούν νέα κεφάλαια, όπως από το Υπερταμείο, από τους σημαντικότερους ιδιωτικούς ελληνικούς βιομηχανικούς ομίλους και/ή ηγετικές, στην άμυνα, ευρωπαϊκές εταιρείες. Προσβλέποντας σε αυτές τις εξελίξεις στον ευρωπαϊκό αμυντικό κλάδο, η τουρκική Baykar προέβη στην εξαγορά της ιταλικής Piaggio.
Η εισροή νέων κεφαλαίων στην αμυντική μας βιομηχανία απαιτεί την άρση αγκυλώσεων, όπως το ότι η ΕΑΒ ανήκει ακόμη στην κεντρική κυβέρνηση.
Η εισροή νέων κεφαλαίων στην αμυντική μας βιομηχανία απαιτεί την άρση αγκυλώσεων, όπως το ότι η ΕΑΒ ανήκει ακόμη στην κεντρική κυβέρνηση και δεν μπορεί να αμείψει το προσωπικό της με όρους αγοράς. Δεν θέλουμε οι διοικήσεις των ναυαρχίδων της αμυντικής μας βιομηχανίας να μην έχουν τα απαραίτητα διευθυντικά δικαιώματα και να χάνουν έτσι ευκαιρίες στην Ευρώπη, που μπορούν να εκμεταλλευθούν τουρκικές ανταγωνίστριες εταιρείες!
Με αυτά τα βήματα θα μπορούμε να συμμετάσχουμε στην κοινή παραγωγή και προμήθεια αμυντικών οπλικών συστημάτων-ναυαρχίδων (flagship projects) στη βάση των προτάσεων της Επιτροπής. Θα μπορούμε να αντλήσουμε δάνεια από ένα υπό σύσταση χρηματοδοτικό εργαλείο της Επιτροπής που θα δανειστεί από τις αγορές με καλούς όρους προς όφελος όλων των κρατών. Θα έχουμε τη δυνατότητα να επαναδρομολογήσουμε προς την αμυντική βιομηχανία μας αδιάθετα κονδύλια από τα ταμεία συνοχής.
Παράλληλα, η ίδια η ενίσχυση του ευρωπαϊκού οπλοστασίου, στην οποία θα βασίσουμε την αναγέννηση της δικής μας αμυντικής βιομηχανίας, θα ενισχύσει την ελληνική αποτρεπτική ισχύ. Θα έχουμε πρόσβαση στα εμπλουτισμένα, πανευρωπαϊκά αποθέματα πολεμικού υλικού, πρόσβαση που, μαζί με την αναγεννημένη αμυντική μας βιομηχανία, θα ακυρώσει την παρούσα υπεροχή της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας έναντι της ελληνικής.
* Ο κ. Αντώνης Καμάρας είναι ερευνητικός συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ.