Γειτονιές και πλατείες άδειες. Δρόμοι ερημωμένοι και σχολεία κλειστά. Οι εικόνες των γεννημένων τις δεκαετίες ’70 και ’80, με τα γεμάτα ζωντάνια χωριά, αποτελούν πλέον μόνο μακρινή ανάμνηση. Αυτή η θλιβερή πραγματικότητα γίνεται δημογραφικός «εφιάλτης» στην περίπτωση των ορεινών οικισμών της χώρας.
Oμάδες πολιτών και δήμοι προσπαθούν να ζωντανέψουν τα ερημωμένα χωριά δίνοντας μια δημογραφική… ανάσα
Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, φαίνεται πως «φουντώνει» το κίνημα ομάδων πολιτών αλλά και δήμων που αναλαμβάνουν δράση για να ζωντανέψουν και πάλι τα ερημωμένα χωριά, δίνοντας μια – έστω και μικρή – δημογραφική… ανάσα. Κι όλα αυτά την ώρα που οι προβλέψεις για τον πληθυσμό της χώρας είναι δυσοίωνες: Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το 2100 η Ελλάδα θα έχει λιγότερο πληθυσμό από ό,τι είχε το 1950, ίσως λιγότερο από 7 εκατομμύρια.
Την περίοδο της πανδημίας, το χωριό ήταν βγαλμένο σαν από… θρίλερ. Ερημιά παντού και οι μόνιμοι κάτοικοι τους χειμερινούς μήνες μετρημένοι στα δάχτυλα των χεριών. Εκείνη την περίοδο, μια ομάδα νέων, οι οποίοι είχαν καταγωγή από την Καλοσκοπή, ένα ορεινό χωριό στον Νομό Φωκίδας, αποφάσισαν να κάνουν κάτι για τον τόπο τους: Ανακαίνισαν το σχεδόν εγκαταλελειμμένο γήπεδο μπάσκετ του χωριού. Πολύ γρήγορα όμως όραμά τους έγινε η αξιοβίωτη ανάπτυξη του χωριού.
Δημογραφικό: Kaloskopi Restart
Μέσω μιας Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης (ΚοινΣΕπ), άνοιξαν ένα παραδοσιακό καφενείο-παντοπωλείο, με σκοπό τα έσοδα από τη λειτουργία του να επιστρέφουν στο χωριό για έργα υποδομής. Σήμερα, σχεδόν πέντε χρόνια μετά, όπως επισημαίνει στα «ΝΕΑ» ο γραμματέας του πρότζεκτ Kaloskopi Restart, Παναγιώτης Δημόπουλος, το χωριό μετρά ήδη 25 μόνιμους κατοίκους.
«Ενα ζευγάρι, με ένα μικρό κοριτσάκι, εγκαταστάθηκε στο χωριό, καθώς ο σύζυγος δουλεύει εξ αποστάσεως, ενώ σε λίγο καιρό περιμένουμε ακόμα ένα ζευγάρι νέων να έρθει να μείνει μόνιμα και να εργαστεί στο καφενείο. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε τις βάσεις για επιστροφή και μόνιμη εγκατάσταση κατοίκων στο χωριό. Ηδη, έχουμε λάβει χορηγία για δημιουργία μιας μικρής μονάδας για πουλερικά, όπου θα δίνει τη δυνατότητα να πουλάμε τα αβγά ημέρας και το κρέας και στην οποία θα εργαστεί ένας νέος άνθρωπος 30 ετών».
Η Φωκίδα και η Ευρυτανία έχουν τη μεγαλύτερη διάμεση ηλικία (53,7 και 57 έτη), το χαμηλότερο ποσοστό παιδιών κάτω των 15 ετών (περίπου 10% αμφότερες) και αντίστοιχα το υψηλότερο ποσοστό ηλικιωμένων, άνω των 65 ετών (32,3% και 36,2% αντίστοιχα). Το 2022 περιλαμβάνονταν μεταξύ των περιοχών της ΕΕ με τις πιο ακραίες τιμές του δείκτη γονιμότητας (παιδιά ανά γυναίκα): Ευρυτανία 1,01 και Φωκίδα 0,96.
Γήρανση
Σύμφωνα με τον ομότιμο διευθυντή Ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), Διονύση Μπαλούρδο, η Ελλάδα είναι μια χώρα ακανόνιστης δημογραφικής εξέλιξης. «Ο πληθυσμός της συρρικνώνεται σταθερά, εξακολουθεί να γερνά, ενώ η βάση του ανθρώπινου δυναμικού βρίσκεται σε τροχιά επικίνδυνης διάβρωσης.
Οι πληθυσμιακές προοπτικές της Ελλάδας στις επόμενες δεκαετίες διαμορφώνονται και από τη συνέχιση του δείκτη γονιμότητας κοντά στο κρίσιμο όριο του 1,5 παιδιού ανά γυναίκα στο οποίο έχει παγιδευτεί από το 1987. Η μείωση της γονιμότητας είναι πλέον ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Η τιμή του δείκτη στον κόσμο είναι σήμερα 2,3 παιδιά ανά γυναίκα και είναι περίπου το ήμισυ από το 1950 (4,7). Αναμένεται ότι τα επόμενα χρόνια ο κόσμος θα κατρακυλήσει κάτω από το όριο αντικατάστασης γενεών για πρώτη φορά» σημειώνει.
Προς το παρόν, αυτό που διαφοροποιεί την Ελλάδα (και άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης) είναι ότι ταυτόχρονα με τη χαμηλή γονιμότητα γνωρίζει και μείωση του πληθυσμού της. «Η γήρανση της τεκνοποίησης, δηλαδή η ολοένα μεγαλύτερη ηλικία απόκτησης πρώτου παιδιού, είναι η κινητήρια δύναμη της μείωσης της γονιμότητας παράλληλα με το γεγονός ότι πολλοί παραιτούνται από την απόκτηση παιδιών. Στην Ελλάδα το 24% των γυναικών που γεννήθηκαν το 1978 έμειναν άτεκνες».
Την ίδια στιγμή, σε εθνικό επίπεδο, το ποσοστό των άνω των 65 ετών ανέρχεται σε 22,5% και αυτό των ηλικιωμένων άνω των 85 ετών στο 3,6%. Σε 10 νομούς, δε, οι κάτοικοι άνω των 65 ετών αποτελούν το 28%.
Επανακατοίκηση
Πάντα ήθελε να μείνει στο χωριό. Προσανατόλισε ακόμα και τις σπουδές του – πολιτική επιστήμη και τοπική ανάπτυξη, με μεταπτυχιακό στο περιβάλλον και την ανάπτυξη ορεινών περιοχών – γι’ αυτόν τον σκοπό. Κάποια στιγμή, το όνειρο του Σωτήρη Τσουκαρέλη… συναντήθηκε με την κοινωνική οικονομία κι έτσι το 2016 «γεννήθηκαν» «Τα Ψηλά Βουνά», μια Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση με έδρα το Ανατολικό Ζαγόρι, που στοχεύει στην επανακατοίκηση και την αξιοβίωτη ολοκληρωμένη ανάπτυξη των ορεινών περιοχών.
Την ώρα λοιπόν που εκατοντάδες Ελληνες έμπαιναν στο αεροπλάνο για να μεταναστεύσουν, μια ομάδα πέντε νέων αποφάσισε να μείνει και να εγκατασταθεί στο Δεμάτι του Ανατολικού Ζαγορίου, σε υψόμετρο 1.020 μέτρων, σε ένα χωριό του οποίου οι μόνιμοι κάτοικοι δεν ήταν περισσότεροι από έξι. Ξεχέρσωσαν τα χωράφια των γιαγιάδων και των παππούδων τους και τα καλλιέργησαν, παράγοντας βιολογικά προϊόντα ορεινής παραγωγής.
«Σκοπός μας ήταν και είναι να υποστηρίξουμε όσους ζουν και παράγουν σε ορεινές περιοχές αλλά κι εκείνους που σκέφτονται να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στα ψηλά βουνά της χώρας μας. Και τα αιτήματα για συμβουλές που δεχόμαστε είναι πολλά» εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Σωτήρης. Μάλιστα, σε συνεργασία με διάφορους ορεινούς δήμους στήνουν γραφεία προσέλκυσης πληθυσμού, στα οποία θα μπορούν να απευθύνονται και να ζητούν πληροφορίες όσοι ενδιαφέρονται να εγκατασταθούν στις συγκεκριμένες περιοχές.