Φόρτωση Text-to-Speech…
Την εικόνα αδιεξόδου στην πορεία της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου (Great Sea Interconnector) επιβεβαιώνουν οι εξελίξεις των τελευταίων 24ώρων, μετά τις αποστάσεις που έλαβε η Λευκωσία από το έργο, προκαλώντας τη δυσφορία και της Κομισιόν, αλλά και τις αποκαλύψεις για έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.
Την ίδια στιγμή η Αθήνα παίρνει αποστάσεις από την κατάσταση στη Λευκωσία, για την οποία καταγράφεται εκνευρισμός και στις Βρυξέλλες.
Συγκεκριμένα, η εισαγγελική έρευνα που επιβεβαιώνεται και από τις Βρυξέλλες και, παρά το γεγονός ότι ενδέχεται να αφορά την περίοδο πριν από τον Οκτώβριο του 2023, όταν ο ΑΔΜΗΕ εξαγόρασε τον Euroasia Interconnector, δηλαδή την εταιρεία του προηγούμενου –Κύπριου– επικεφαλής του έργου, εκ των πραγμάτων επιβαρύνει τη σημερινή πολιτική ατμόσφαιρα, αλλά και τη διάθεση να προχωρήσει το έργο υπό συνθήκες σκανδαλολογίας στη Λευκωσία και με έναν ανασχηματισμό να εκκρεμεί.
Η Αθήνα πάντως, όπως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης ανέφερε χθες, δεν γνωρίζει τι αφορά η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. «Στην ελληνική κυβέρνηση δεν έχει περιέλθει η οποιαδήποτε όχληση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας σχετικά με τον GSI. Θέλω και αυτό να το πω διά αυτού του βήματος. Η ελληνική πλευρά θα ζητήσει περαιτέρω ενημέρωση, προφανώς από την Κυπριακή Δημοκρατία», ανέφερε ο κ. Μαρινάκης, ο οποίος επίσης υπογράμμισε ότι η Αθήνα στηρίζει μεν το έργο, επιθυμεί όμως να προστατεύσει τα χρήματα των Eλλήνων φορολογουμένων.
«Περαιτέρω καθυστέρηση είναι εις βάρος των εμπλεκομένων μερών και ειδικά της Κύπρου», τονίζεται από τις Βρυξέλλες – Επιβεβαιώνεται η διενέργεια έρευνας από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.
Από την πλευρά της Κομισιόν το μήνυμα προς τη Λευκωσία και τους υπόλοιπους εμπλεκομένους στο έργο ήταν σαφές. Οπως αναφέρθηκε, η Κομισιόν αναμένει την ταχύτερη δυνατή υλοποίηση του έργου, καθώς «περαιτέρω καθυστέρηση είναι εις βάρος των εμπλεκομένων μερών και ειδικά της Κύπρου, η οποία είναι ο κύριος ωφελούμενος του έργου αυτού».
Αρμόδιες πηγές μετέφεραν συγχρόνως στην «Κ» την ενόχληση των Βρυξελλών για τις αντικρουόμενες δηλώσεις που εκπέμπει εσχάτως η Λευκωσία σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα και την υλοποίηση του GSI. Ανησυχία, πάντως, επικρατεί στις Βρυξέλλες και για νέες καθυστερήσεις, που ενδεχομένως προκληθούν λόγω έρευνας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για το έργο και την οποία αποκάλυψε την Τετάρτη ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης.

Η έρευνα
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) διερευνά πιθανά ποινικά αδικήματα τα οποία σχετίζονται με το έργο ύψους 1,9 δισ. ευρώ, που χρηματοδοτείται από την Ε.Ε., όπως επιβεβαίωσε το θεσμικό όργανο της Ε.Ε. στην «Κ», χωρίς, όμως, να διευκρινίζει τι ακριβώς αφορά και ποιους.
Σε γραπτή απάντησή της η υπηρεσία ανέφερε συγκεκριμένα ότι «μπορεί να επιβεβαιώσει ότι διεξάγει έρευνα», ωστόσο πρόσθεσε ότι «δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν περαιτέρω λεπτομέρειες προς το παρόν, προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο το αποτέλεσμά της».
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, η επιστολή με την οποία ενημερώθηκε η Λευκωσία για την εν λόγω έρευνα ήταν σύντομη και χωρίς λεπτομέρειες, για ευνόητους λόγους. Γνωστοποιήθηκε δηλαδή ότι διερευνώνται τυχόν ποινικά αδικήματα για πτυχές του έργου (GSI), έπειτα από σχετικές καταγγελίες, χωρίς όμως να συγκεκριμενοποιούνται οι πτυχές ή εμπλεκόμενοι φορείς και πρόσωπα.
Σε κάθε περίπτωση, στις Βρυξέλλες επικρατεί αρκετή δυσαρέσκεια για ενδεχόμενες νέες καθυστερήσεις ως προς την υλοποίηση του έργου, ενώ αρμόδιες πηγές ανέφεραν στην «Κ» ότι δημιουργούνται αρκετά ερωτήματα από τις πρόσφατες δηλώσεις του Κύπριου υπουργού Οικονομικών Μάκη Κεραυνού, καθώς δεν έχουν περιέλθει επισήμως εις γνώσιν της Κομισιόν οι δύο μελέτες τις οποίες επικαλείται για τη μη βιωσιμότητα του GSI. Οι ίδιες πηγές εξέφρασαν εξάλλου απορία με τη στάση αυτή για ένα έργο που, όπως είπαν χαρακτηριστικά, «θα βγάλει το τελευταίο κράτος-μέλος της Ε.Ε. από την ενεργειακή απομόνωση».

Η δυσαρέσκεια της Κομισιόν για τις δηλώσεις του Κύπριου υπουργού Οικονομικών διεφάνη και στις χθεσινές δηλώσεις της αρμόδιας εκπροσώπου της Αννα-Κάιζα Ιτκόνεν, που χαρακτήρισε το έργο GSI «υψίστης στρατηγικής σημασίας για την Ε.Ε.», ενώ διευκρίνισε ότι το έργο προφανώς είναι οικονομικά βιώσιμο, καθώς για να θεωρηθεί επιλέξιμο για χρηματοδότηση «έχει υποβληθεί σε αρκετά διεξοδικό έλεγχο από την Κομισιόν, από τους φορείς υλοποίησης του έργου, επειδή πρέπει να αποδείξει την οικονομική του βιωσιμότητα προτού υπάρξει νόημα να δεσμευθεί κάποιος σε αυτό».
Σαφές ήταν το μήνυμά της και ως προς τις καθυστερήσεις και τα χρονοδιαγράμματα υλοποίησης του έργου. Αφού εξήγησε ότι ως εν μέρει χρηματοδοτούσα η Κομισιόν «δεν μπορεί η ίδια να έχει καθορισμένο χρονοδιάγραμμα», υπογράμμισε ότι αποτελεί «ευθύνη όλων των φορέων να τιμήσουν τη δέσμευσή τους». Η εκπρόσωπος επισήμανε, παράλληλα, ότι «οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση είναι εις βάρος των εμπλεκομένων μερών και ιδιαίτερα της Κύπρου».