«Είχε δίκιο ο Κίσινγκερ » – Πέντε λόγοι που η ανθρωπότητα λέει αντίο στην ειρήνη

Κοινοποίηση

Πριν πεθάνει, το 2023, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, είχε πει εκτιμήσει ότι τα ογδόντα χρόνια που επικράτησε ειρήνη μεταξύ μεγάλων δυνάμεων –μετά το τέλος του Β’ ΠΠ- είναι απίθανο να φτάσουν τα 100. Ίσως να είχε δίκιο, σύμφωνα μα κάποιους ειδικούς.

Πράγματι, έχουν περάσει 80 χρόνια από τότε που πυρηνικά όπλα χρησιμοποιήθηκαν τελευταία φορά σε πόλεμο.

Ο κόσμος επέζησε από αρκετά «κοντινά» περιστατικά — πιο επικίνδυνα κατά την κρίση των πυραύλων της Κούβας, όταν οι ΗΠΑ βρέθηκαν αντιμέτωπες με τη ΕΣΣΔ σχετικά με πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές στην Κούβα, και ο Πρόεδρος Τζον Κένεντι εκτίμησε τότε την πιθανότητα πυρηνικού πολέμου μεταξύ 1 στις 3 και 1 στις 2.

Σήμερα όμως, οι Γκράχαμ Άλισον, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και Τζέημς Γουίνφιλντ ναύαρχος ε.α. πρώην Αναπληρωτής Αρχηγός του Μικτού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ βλέπουν με την ίδια απαισιοδοξία το μέλλον, όπως ο Κίσινγκερ.

Σε ανάλυσή τους στο περιοδικό Foreign Affairs οι δύο ειδικοί καταγράφουν πέντε παράγοντες που συμβάλουν στο βίαιο τέλος της τρέχουσας μακράς ειρήνης.

Πρώτος στη λίστα είναι η αμνησία. Διαδοχικές γενιές Αμερικανών ενηλίκων, συμπεριλαμβανομένων όλων των εν ενεργεία αξιωματικών, δεν έχουν προσωπική μνήμη των τρομακτικών κόστους ενός πολέμου μεταξύ μεγάλων δυνάμεων.

Λίγοι αντιλαμβάνονται ότι, πριν από αυτή την εξαιρετική περίοδο ειρήνης, ένας πόλεμος κάθε μία–δύο γενιές ήταν ο κανόνας. Πολλοί σήμερα θεωρούν ότι ένας τέτοιος πόλεμος είναι αδιανόητος — χωρίς να καταλαβαίνουν ότι αυτό δεν αντανακλά το τι είναι δυνατό στον πραγματικό κόσμο, αλλά μόνο τα όρια της δικής τους φαντασίας.

Ανερχόμενες δυνάμεις

Η ύπαρξη ανερχόμενων ανταγωνιστών επίσης απειλεί την ειρήνη. Η μετεωρική άνοδος της Κίνας αμφισβητεί την αμερικανική υπεροχή, θυμίζοντας τον σκληρό ανταγωνισμό μεταξύ εδραιωμένης και ανερχόμενης δύναμης για τον οποίο προειδοποιούσε ο Θουκυδίδης. Στην αρχή του 21ου αιώνα, οι ΗΠΑ δεν ανησυχούσαν ιδιαίτερα για ανταγωνισμό με την Κίνα, η οποία υστερούσε οικονομικά, στρατιωτικά και τεχνολογικά.

Σήμερα, η Κίνα έχει φτάσει ή και ξεπεράσει τις ΗΠΑ σε πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου, της βιομηχανικής παραγωγής και των «πράσινων» τεχνολογιών, και προοδεύει ραγδαία σε άλλους.

Ταυτόχρονα, ο Πούτιν -που κυβερνά μια εξασθενημένη χώρα αλλά εξακολουθεί να διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο ικανό να καταστρέψει τις ΗΠΑ- έχει δείξει την προθυμία του να χρησιμοποιήσει τον πόλεμο για να αποκαταστήσει ένα μέρος της ρωσικής ισχύος. Με τις ρωσικές απειλές να αυξάνονται και την υποστήριξη της κυβέρνησης Τραμπ στο ΝΑΤΟ να φθίνει, η Ευρώπη δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει τα οξυμένα προβλήματα ασφαλείας των επόμενων δεκαετιών.

Πολυπολικός κόσμος

Δεύτερον, η παγκόσμια οικονομική «εξίσωση» αυξάνει επίσης την πιθανότητα πολέμου. «Η οικονομική υπεροχή των ΗΠΑ έχει διαβρωθεί, καθώς οι άλλες χώρες ανέκαμψαν από τις καταστροφές των δύο παγκοσμίων πολέμων. Στο τέλος του Β΄ ΠΠ, όταν οι περισσότερες μεγάλες οικονομίες είχαν καταστραφεί, οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν το μισό του παγκόσμιου ΑΕΠ· στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, το μερίδιο είχε πέσει στο ένα τέταρτο. Σήμερα, οι ΗΠΑ έχουν περίπου το 1/7».

Έτσι οι δύο ειδικοί λένε πως με αυτή τη μετατόπιση της ισορροπίας οικονομικής ισχύος, προκύπτει ένας πολυπολικός κόσμος, στον οποίο πολλαπλά ανεξάρτητα κράτη μπορούν να ενεργούν μέσα στις σφαίρες επιρροής τους χωρίς να ζητούν άδεια ή να φοβούνται τιμωρία. Η διάβρωση αυτή επιταχύνεται όταν η κυρίαρχη δύναμη υπερεκτείνεται οικονομικά, όπως υποστηρίζει ο γνωστός διαχειριστής hedge fund Ray Dalio ότι συμβαίνει σήμερα με τις ΗΠΑ.

Εξάντληση ΗΠΑ λόγω μακροχρόνιων πολέμων

Τρίτον, στην ανάλυσή του λένε πως όταν μια εδραιωμένη δύναμη υπερεκτείνεται και στρατιωτικά -ιδίως σε συγκρούσεις που βρίσκονται χαμηλά στη λίστα των ζωτικών της συμφερόντων-, η ικανότητά της να αποτρέπει ή να αμύνεται απέναντι σε ανερχόμενες δυνάμεις αποδυναμώνεται.

Έτσι, και η στενή συγκέντρωση πόρων στις μακρόχρονες επιχειρήσεις στο Ιράκ και το Αφγανιστάν απέσπασε την προσοχή των ΗΠΑ από τη βελτίωση της άμυνάς τους έναντι ολοένα πιο εξελιγμένων και πιο επικίνδυνων αντιπάλων.

Φαύλος κύκλος των ΗΠΑ

Ακόμη πιο ανησυχητικός, όπως αναφέρεται στην ανάλυσύ τους είναι ο βαθμός στον οποίο το αμερικανικό σύστημα εθνικής ασφάλειας έχει παγιδευτεί σε έναν φαύλο κύκλο -με τη στήριξη του Κογκρέσου και της αμυντικής βιομηχανίας-, στον οποίο η απάντηση σε κάθε πρόβλημα είναι «περισσότερα μέσα», δηλαδή περισσότερη χρηματοδότηση, αντί για πιο στρατηγικούς τρόπους αντιμετώπισης των σοβαρών απειλών για τα εθνικά συμφέροντα.

Εσωτερικές διαιρέσεις και ειρήνη

Τέλος, Αλισον και Γουίνφιλντ θεωρούν πιο ανησυχητική την τάση μιας εδραιωμένης δύναμης να βυθίζεται σε πικρές εσωτερικές πολιτικές διαιρέσεις, που παραλύουν την ικανότητά της να δρα συνεκτικά στη διεθνή σκηνή. «Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό όταν οι ηγέτες ταλαντεύονται μεταξύ αντίθετων θέσεων για το αν και πώς πρέπει η χώρα να διατηρήσει μια επιτυχημένη παγκόσμια τάξη» αναφέρουν και φωτογραφίζουν τις ΗΠΑ καθώς «μια, φαινομενικά καλοπροαίρετη, κυβέρνηση στην Ουάσινγκτον ανατρέπει σχεδόν κάθε υφιστάμενη διεθνή σχέση, θεσμό και διαδικασία για να επιβάλει τη δική της άποψη για το πώς πρέπει να αλλάξει η παγκόσμια τάξη».

Οι μακροχρόνιοι γεωπολιτικοί κύκλοι δεν διαρκούν για πάντα. Το σημαντικότερο ερώτημα για τους Αμερικανούς και τη διχασμένη πολιτεία των ΗΠΑ είναι αν το έθνος μπορεί να βρει τη δύναμη να αναγνωρίσει τους κινδύνους της στιγμής, τη σοφία να τους διαχειριστεί και τη συλλογική βούληση να αποτρέψει —ή ακριβέστερα, να αναβάλει— την επόμενη παγκόσμια αναταραχή.

Βέβαια, των δύο ειδικών κάπως τους διαφεύγουν δύο βασικά στοιχεία: όταν υπάρχει αντίπαλο ιδέες, το σύστημα κάπως εξισσοροπεί και δεύτερον, το γεγονός ότι δεν πολέμησαν μεταξύ τους οι μεγάλες δυνάμεις, δεν σημαίνει ότι ο κόσμος δεν αιματοκυλίστηκε εν πολλοίς λόγω των πολιτικών των μεγάλων δυνάμεων.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα