Η περιπέτεια στέγασης του 4ου Δημοτικού Σχολείου του Μονάχου «Αριστοτέλης» έφερε στην επικαιρότητα τα ελληνικά σχολεία της Βαυαρίας, τα οποία αποτελούν μία σημαντική ιδιαιτερότητα για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση. Έχουν τις ρίζες τους στα πρώτα Ελληνικά Εκπαιδευτήρια που λειτούργησαν στις αρχές του 19ου αιώνα στο Μόναχο, ενώ η ελληνόγλωσση εκπαίδευση απέκτησε νέα διάσταση από τη δεκαετία του 1960 με τη μαζική έλευση των Ελλήνων «γκασταρμπάιτερ» στη Γερμανία.
Την ιστορική διαδρομή της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στη Βαυαρία ερεύνησε η Βασιλεία Τριάρχη-Herrmann, στην ιστορική μελέτη με τίτλο «Ελληνικά Σχολεία στο Μόναχο 1815 – 2021» που εκδόθηκε με τη στήριξη του Ιδρύματος «ΠΑΛΛΑΔΙΟΝ». Η εκπαιδευτικός, διδάκτωρ του πανεπιστημίου LMU του Μονάχου, αναλύει στη συνέντευξη στην ΕΡΤ το ιστορικό βάθος, την πορεία και τις προοπτικές των ελληνικών σχολείων στο Μόναχο.


Κα Τριάρχη-Herrmann, από την ιστορική έρευνα που κάνατε πόσο σημαντικό κρίνετε το ιστορικό βάθος της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης της Βαυαρίας;
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο της ιστορικής έρευνας, καθοριστικό ρόλο, τόσο για την ίδρυση όσο και για την πολύχρονη λειτουργία των ελληνικών σχολείων της Βαυαρίας, έπαιξαν οι ελληνοβαυαρικές φιλικές σχέσεις που συνδέουν τις δύο χώρες πάνω από δύο αιώνες. Θα μπορούσα μάλιστα να υποστηρίξω ότι τα ελληνικά σχολεία αποτελούν τη συνέχεια των δύο σχολικών μονάδων που λειτούργησαν στο Μόναχο στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα αποκλειστικά και μόνο για Ελληνόπουλα. Τα δύο αυτά ελληνικά εκπαιδευτήρια -το «Αθήναιον» και το «Βασιλικό Ελληνικό Λύκειο»- τα οποία προετοίμαζαν Έλληνες μαθητές -μεταξύ άλλων τον γιο του Μιαούλη, του Ανδρούτσου, του Κανάρη και του Μαυρομιχάλη- για να φοιτήσουν αργότερα σε γερμανικές ανώτερες και ανώτατες σχολές, είναι επιτεύγματα δύο μεγάλων φιλελλήνων, του καθηγητή Friedrich Wilhelm Thiersch (1784–1860) και του Λουδοβίκου Α΄ (1786–1868, βασιλεία 1825–1848), βασιλιά της Βαυαρίας και πατέρα του πρώτου βασιλιά της Ελλάδας Όθωνα. Σχεδόν 150 χρόνια αργότερα, ανώτερα στελέχη του βαυαρικού υπουργείου παιδείας συνεχίζουν την παράδοση του βαυαρικού φιλελληνισμού εγκρίνοντας την ίδρυση ελληνικών σχολείων στη Βαυαρία. Έτσι πραγματοποιήθηκε η επιθυμία των Ελλήνων μεταναστών να παρέχεται στα παιδιά τους ελληνόγλωσση εκπαίδευση ώστε όταν θα επέστρεφαν μετά από λίγα χρόνια στην πατρίδα τους, να μην έχουν δυσκολίες κατά τη σχολική τους φοίτηση. Η ελληνόγλωσση εκπαίδευση, που παρέχεται εδώ και 60 χρόνια στα Ελληνόπουλα που ζουν στη Βαυαρία, οικοδομήθηκε και λειτούργησε με τη συμβολή Βαυαρών φιλελλήνων.


Πώς κρίνετε την προσφορά των ελληνικών σχολείων του Μονάχου για τα παιδιά της πρώτης γενιάς των Ελλήνων μεταναστών;
Ο ρόλος που έπαιξαν τα ελληνικά σχολεία στην προσωπική και την επαγγελματική ζωή χιλιάδων Ελληνόπουλων -και όχι μόνο της πρώτης γενιάς των Ελλήνων μεταναστών- ήταν πολύ σημαντικός. Στα σχολεία αυτά οι Έλληνες μαθητές δεν έμαθαν μόνο να διαβάζουν και να γράφουν, δεν απέκτησαν μόνο γνώσεις και μόρφωση και ένιωθαν καθημερινά την ελληνική θαλπωρή και ζεστασιά. Στο πλαίσιο της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης τούς δόθηκε η δυνατότητα να αναπτύξουν σωστά τη μητρική τους γλώσσα, να γνωρίσουν αξίες και νόρμες, ήθη και έθιμα της πατρίδας τους
και να βιώσουν στην καθημερινότητα ότι η γλώσσα και ο πολιτισμός των γονέων τους έχουν την ίδια αξία με τη γλώσσα και τον πολιτισμό της χώρας στην οποία ζουν. Και όπως αποδείχθηκε σε πολλές διεθνείς έρευνες, αυτά τα βιώματα επιδρούν θετικά στη γνωστική, τη γλωσσική και τη συναισθηματική ανάπτυξη, καθώς και στην ανάπτυξη της προσωπικότητας μαθητών με μεταναστευτικό υπόβαθρο. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, το γεγονός ότι ένας σημαντικός αριθμός απόφοιτων αυτών των σχολείων έχουν φοιτήσει σε πανεπιστημιακές σχολές και σε σχολές επαγγελματικής κατάρτισης και είναι σήμερα επιτυχημένοι επιστήμονες και επαγγελματίες. Αυτό διαπιστώθηκε στην ερευνητική μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 2019, τα αποτελέσματα της οποίας θα δημοσιευθούν στο βιβλίο «Μαθήτριες και μαθητές των Ελληνικών Σχολείων της Βαυαρίας».


Στην διάρκεια της λειτουργίας τους τα ελληνικά σχολεία γνώρισαν αρκετές αλλαγές, υπήρχαν πάντα επιφυλάξεις για την ποιότητα του επιπέδου τους. Θεωρείτε ικανοποιητικό το σημερινό μοντέλο;
Είναι γεγονός ότι η ελληνική πολιτεία ως φορέας των ελληνικών σχολείων κατέβαλε, με τη στήριξη του Βαυαρικού υπουργείου παιδείας, αρκετές φορές προσπάθειες για τη μετεξέλιξη του παιδαγωγικού μοντέλου των σχολείων στοχεύοντας στη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου αλλά κυρίως στην κρατική αναγνώριση της βαυαρικής πολιτείας. Οι σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις πραγματοποιήθηκαν το 1978 -κατάταξη των ελληνικών σχολείων στην κατώτερη βαθμίδα του βαυαρικού εκπαιδευτικού συστήματος, το 2004 -εισαγωγή της Μεσαίας κατεύθυνσης (ΜΣΑ) στις τρεις γυμνασιακές τάξεις- και το 2013 -προσπάθειες εφαρμογής του δίγλωσσου μοντέλου.
Την προοπτική φοίτησης σε μια πανεπιστημιακή σχολή, που ήταν και είναι μέχρι σήμερα η επιθυμία των περισσοτέρων Ελλήνων γονέων και στην οποία οφείλεται η πολύχρονη λειτουργία των ελληνικών σχολείων της Βαυαρίας, προσπάθησαν οι Έλληνες γονείς να τη διαφυλάξουν με κάθε θυσία. Για αυτό και κεντρικός στόχος των μεταρρυθμιστικών μέτρων ήταν τα ελληνικά σχολεία να συνεχίσουν να παρέχουν στους μαθητές τους αυτή τη δυνατότητα, πράγμα που δεν άφηνε πολλά περιθώρια για μια επιτυχημένη μετεξέλιξη του εκάστοτε παιδαγωγικού μοντέλου.
Η πρόταση της 12ης Συνόδου της «Μικτής Γερμανο-Ελληνικής Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για τη Διδασκαλία των Ελλήνων μαθητών και μαθητριών στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας», τα ελληνικά σχολεία να μετεξελιχθούν σε δίγλωσσα σχολεία, δεν πραγματοποιήθηκε με επιτυχία. Δύο ήταν τα μεγαλύτερα προβλήματα που δυσκόλεψαν στο μέγιστο την επιτυχή εφαρμογή των δίγλωσσων αναλυτικών προγραμμάτων: οι συνεχείς αλλαγές στο διδακτικό προσωπικό και η έλλειψη εκπαιδευτικών που να είναι κάτοχοι και των δύο γλωσσών διδασκαλίας και να διαθέτουν τις απαραίτητες επιστημονικές γνώσεις και διδακτικές δεξιότητες σε θέματα δίγλωσσης εκπαίδευσης και αγωγής.


Η βαυαρική κυβέρνηση χρηματοδοτεί κατά 70% την 9χρονη βασική εκπαίδευση στα ελληνικά σχολεία. Αλλά πέραν αυτού: Έχουν κατά τη γνώμη σας λόγο ύπαρξης τα ελληνικά σχολεία της Βαυαρίας και σήμερα;
Πιστεύω ναι. Όπως στο Μόναχο λειτουργεί το γαλλικό ή το ιταλικό σχολείο και στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη η Γερμανική Σχολή, θα μπορούσαν και τα ελληνικά σχολεία του Μονάχου και της Νυρεμβέργης να συνεχίσουν τη λειτουργία τους. Η λειτουργία δίγλωσσων ελληνογερμανικών σχολείων στις δύο αυτές βαυαρικές πόλεις, στις οποίες κατοικούν χιλιάδες Έλληνες, θα ήταν ευχής έργο για τις επόμενες γενιές. Προϋπόθεση βέβαια είναι, τα σχολεία αυτά να λειτουργήσουν με ένα νέο παιδαγωγικό μοντέλο που θα στηρίζεται στις ικανότητες, τα βιώματα και τις ανάγκες των
δίγλωσσων Ελληνόπουλων της Βαυαρίας και θα είναι προσαρμοσμένο στο γερμανικό και διεθνές εκπαιδευτικό γίγνεσθαι με προοπτικές φοίτησης σε μια πανεπιστημιακή σχολή και σε μια σχολή επαγγελματικής κατάρτισης στη Γερμανία ή την Ελλάδα. Εξυπακούεται ότι το διδακτικό προσωπικό θα πρέπει να αποτελείται ως επί το πλείστον από μόνιμους εκπαιδευτικούς που θα είναι κάτοχοι και των δύο γλωσσών διδασκαλίας και θα έχουν τις κατάλληλες επιστημονικές γνώσεις και τα απαιτούμενα διδακτικά και παιδαγωγικά προσόντα για τη διδασκαλία και την αγωγή δίγλωσσων μαθητών. Πιστεύω ότι τα ελληνικά σχολεία, κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις λειτουργίας, θα είναι σε θέση να παρέχουν στους μαθητές τους πολύπλευρες δυνατότητες μόρφωσης και ανάπτυξης ικανοτήτων και δεξιοτήτων, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις πολλαπλές προκλήσεις της παγκοσμιοποιημένης και συνεχώς ραγδαία μεταβαλλόμενης κοινωνίας, στην οποία θα πρέπει να ζήσουν.
Συνέντευξη: Γιώργος Παππάς
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος