Η Ελλάδα είχε την υποχρέωση, με βάση την ευρωπαϊκή οδηγία 2014/89/ΕΕ της 23ης Ιουλίου του 2014, να καταρτίσει θαλάσσια χωροταξικά σχέδια, τα οποία θα έπρεπε μάλιστα να ήταν έτοιμα προ τριετίας, έως τις 31 Μαρτίου του 2021. Η καθυστέρηση κατάρτισης αυτών των σχεδίων από την ελληνική πλευρά είχε μάλιστα ως συνέπεια την παραπομπή της Ελλάδας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης τον Δεκέμβριο του 2023… Ολα αυτά, ωστόσο, ανήκουν πια στο παρελθόν αφού, παρά τις όποιες καθυστερήσεις, η περάτωση του ελληνικού θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού είναι πλέον γεγονός, ένα γεγονός το οποίο μάλιστα «κοινοποιείται» όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Δικαστήριο της Ε.Ε. και στους «27», αλλά και στη γείτονα Τουρκία, η οποία έχει τις δικές της –ανταγωνιστικές προς τις ελληνικές– χωροταξικές βλέψεις σε Αιγαίο και Μεσόγειο.
«Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) της χώρας εκδόθηκε σήμερα με πρωτοβουλία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε συνεργασία με το υπουργείο Εξωτερικών και τα συναρμόδια υπουργεία», διαβάζουμε στη σχετική επίσημη ανακοίνωση. «Πρόκειται για μία σημαντική πρωτοβουλία, καθώς για πρώτη φορά η χώρα μας θέτει τους κανόνες για την οργάνωση του θαλάσσιου χώρου […] Με τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό και την Εθνική Χωρική Στρατηγική για τον Θαλάσσιο Χώρο, η Ελληνική Πολιτεία για πρώτη φορά οριοθετεί λεπτομερείς χρήσεις των θαλασσίων ζωνών της».

Τι είναι ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός
Ως Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός νοείται, σύμφωνα με τη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία, «η διαδικασία με την οποία οι αρχές του οικείου κράτους-μέλους αναλύουν και οργανώνουν τις ανθρώπινες δραστηριότητες στις θαλάσσιες περιοχές για την επίτευξη οικολογικών, οικονομικών και κοινωνικών στόχων».
Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός αποσκοπεί, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στον ιστοχώρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στην οργάνωση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στις θαλάσσιες περιοχές κατά τέτοιον τρόπο ώστε να επιτυγχάνονται οι στόχοι της βιώσιμης ανάπτυξης των θαλάσσιων οικονομιών, της βιώσιμης ανάπτυξης των θαλάσσιων περιοχών και της βιώσιμης χρήσης των θαλάσσιων πόρων.

Επί της αρχής, ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός δεν θίγει ζητήματα άμυνας, εθνικής ασφάλειας και εθνικής κυριαρχίας. «Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τα κυριαρχικά δικαιώματα και τη δικαιοδοσία των κρατών-μελών επί των θαλασσίων υδάτων, τα οποία απορρέουν από τις σχετικές διατάξεις του διεθνούς δικαίου, ιδίως δε από την UNCLOS. Ειδικότερα, η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δεν θίγει τη χάραξη και την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών από τα κράτη-μέλη, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της UNCLOS», διαβάζουμε στη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία του 2014.
Οταν μιλάμε, ωστόσο, για χάρτες που αποτυπώνουν όρια πάνω σε διαφιλονικούμενες θαλάσσιες ζώνες, τότε τα «συνδηλούμενα» της εθνικής δικαιοδοσίας είναι δεδομένα και τα μηνύματα προς τους γείτονες προφανή, ενώ τα όρια των απώτατων εθνικών διεκδικήσεων «συνεπάγονται».

Ο επίσημος χάρτης –που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα από την ελληνική πλευρά στο πλαίσιο της παρουσίασης του ελληνικού ΘΧΣ– «δεν συνιστά οριοθέτηση ΑΟΖ» όπως διευκρινίζουν κυβερνητικές πηγές. Ωστόσο, αποτελεί βήμα εμπρός αφού όντως κλείνει εκκρεμότητες, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι μπορεί στην πράξη να προδικάσει τα αποτελέσματα μελλοντικών οριοθετήσεων.
Στον ελληνικό χάρτη αποτυπώνονται τα απώτατα δυνητικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στη Μεσόγειο, με βάση τη μέση γραμμή και τον νόμο Μανιάτη (4001/2011), όρια τα οποία οδηγούν την ελληνική ΑΟΖ ως την αντίστοιχη κυπριακή αναγνωρίζοντας την επήρεια του Καστελόριζου και της Στρογγύλης. Με άλλα λόγια, όποιος θέλει να δει αποτυπωμένες τις επίσημες ελληνικές διεκδικήσεις, διεκδικήσεις που λαμβάνουν ως βάση την πλήρη επήρεια της ηπειρωτικής χώρας και των ελληνικών νησιών στη χάραξη θαλασσίων ζωνών, δεν χρειάζεται πια να ανατρέχει στον «ανεπίσημο» σχετικό χάρτη του Πανεπιστημίου της Σεβίλλης.

Από τον χάρτη του ελληνικού ΘΧΣ δεν θα μπορούσαν, βέβαια, να λείπουν και οι συμφωνίες θαλασσίων οριοθετήσεων που έχει υπογράψει η Ελλάδα με την Ιταλία (1977, 2020) και την Αίγυπτο (20200.
Ο χάρτης που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα έρχεται να αποτυπώσει, με σαφήνεια, όσα έχει αλλά και όσα διεκδικεί η Ελλάδα, και υπό αυτήν την έννοια θα μπορούσε να αποτελέσει βάση διαπραγματεύσεων για την επίλυση της μίας και μοναδικής μας διαφοράς με την Τουρκία που είναι εκείνη της οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Οπως σημειώνεται άλλωστε πάνω στον εν λόγω χάρτη, τα εξωτερικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίζας ορίζονται με βάση τη μέση γραμμή «μέχρι τη σύναψη συμφωνιών οριοθέτησης με γειτονικά κράτη των οποίων οι ακτές είναι παρακείμενες ή αντικείμενες με τις ελληνικές».
Ελλάδα και Τουρκία είναι πια σαφές ότι θα προσέλθουν σε αυτές τις διαπραγματεύσεις, εάν και όποτε αυτές γίνουν, αντιπαραθέτοντας πολύ διαφορετικούς, αντικρουόμενους, αλληλοαναιρούμενους και αλληλεπικαλυπτόμενους χάρτες.

Μέχρι πρότινος ωστόσο, εκείνοι που κυκλοφορούσαν ευρέως ήταν οι επεκτατικοί χάρτες της Τουρκίας (του τουρκολιβυκού μνημονίου και της καλούμενης «γαλάζιας πατρίδας»), ενώ η ελληνική πλευρά περιοριζόταν στο να καταγγέλλει και να επαναλαμβάνει τα περί μέσης γραμμής, τα οποία όμως δεν αποτύπωνε σε επίσημο ελληνικό κρατικό χάρτη (ο χάρτης της Σεβίλλης και οι χάρτες που κατά καιρούς κυκλοφορούσαν στα ελληνικά μίντια δεν θα μπορούσαν να έχουν το «βάρος» του χάρτη που δημοσιεύθηκε σήμερα).
Γιατί τώρα αυτή η ανακοίνωση από ελληνικής πλευράς;
Καταρχάς, η εκπόνηση Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού εκ μέρους της Ελλάδας δεν ήταν απλώς επιλογή αλλά υποχρέωση έναντι της Ε.Ε., μια υποχρέωση η περάτωση της οποίας είχε καθυστερήσει και έπρεπε να ολοκληρωθεί πριν από τη νέα προθεσμία στα τέλη Απριλίου.
Από εκεί και πέρα ωστόσο, σίγουρα συνέβαλε και η συγκυρία.
Οπως είναι γνωστό, η Τουρκία εκπονεί τα δικά της σχέδια θαλάσσιων χωροταξικών σχεδιασμών, τα οποία μάλιστα συνδέει με τις επεκτατικές/αναθεωρητικές διεκδικήσεις της «γαλάζιας πατρίδας», τη διχοτόμηση του Αιγαίου, την παράνομη επέκταση της τουρκικής ΑΟΖ ώς τη Λιβύη και τις θαλάσσιες ζώνες του ψευδοκράτους.
Η γείτονα έχει όμως επιχειρήσει, παράλληλα, να ακυρώσει επί του πεδίου ελληνικούς σχεδιασμούς (στέλνοντας πολεμικά πλοία στην Κάσο τον Ιούλιο του 2024), πράγμα το οποίο ενδέχεται να επαναλάβει το επόμενο διάστημα, βάζοντας εκ νέου στο στόχαστρο το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου ή τις όποιες μελλοντικές έρευνες για υδρογονάνθρακες.
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, η Τουρκία εξακολουθεί να εμπνέει εντεινόμενη καχυποψία σε πολλούς Δυτικούς (Γάλλους, ακόμη και Αμερικανούς) και να κοντράρεται με το Ισραήλ, με το οποίο Ισραήλ έχει όμως πολύ καλές σχέσεις η ελληνική πλευρά.
Η τρέχουσα γεωπολιτική συγκυρία, η επηρεασμένη καθοριστικά από τη νέα προεδρική θητεία Τραμπ, δείχνει να «ευνοεί» προβολές σκληρής ισχύος και «αρπακτικές» διεκδικήσεις.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο ωστόσο, κανείς δεν έχει την πολυτέλεια να κάθεται με τα χέρια σταυρωμένα.
Ο ελληνικός Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός συνιστά μεν βήμα περαιτέρω επισημοποίησης, προβολής, διασαφήνισης αλλά και διεθνοποίησης των ελληνικών θέσεων, πλην όμως δεν λέει πράγματα τα οποία δεν γνώριζε η τουρκική πλευρά, ούτε επεκτείνει τις ελληνικές διεκδικήσεις πέραν όσων θα ανέμενε όποιος παρακολουθεί τα ελληνοτουρκικά.
Υπό αυτήν την έννοια, θα έχει όμως ενδιαφέρον η όποια επικείμενη τουρκική αντίδραση, καθώς από αυτήν θα φανούν οι διαθέσεις της Αγκυρας…