Εντι Ζεμενίδης, Τεντ Ντόιτς στην «Κ»: Η Ελλάδα και το Ισραήλ στο νέο περιβάλλον

Κοινοποίηση

Συνάντησα τον διευθύνοντα σύμβουλο της Αμερικανικής Εβραϊκής Επιτροπής (American Jewish Committee – AJC) Τεντ Ντόιτς και τον εκτελεστικό διευθυντή του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (Hellenic American Leadership Council – HALC) Εντι Ζεμενίδη στη Γερουσία, στο περιθώριο μιας ημέρας εντατικών επαφών και συναντήσεων με μέλη του Κογκρέσου για την προώθηση του Eastern Mediterranean Gateway Act.

Για περισσότερο από μία δεκαετία, η υποδειγματική συνεργασία των δύο οργανώσεων έχει αποτελέσει το βασικό θεμέλιο της ελληνοεβραϊκοαμερικανικής συμμαχίας και έχει συμβάλει καθοριστικά στην ανάδειξη της Ανατολικής Μεσογείου ως περιοχής υψηλού γεωπολιτικού ενδιαφέροντος για τις ΗΠΑ.


– Τεντ, είχες κεντρικό ρόλο στην Ουάσιγκτον όταν η Ανατολική Μεσόγειος άρχισε να αποκτά στρατηγική σημασία για τις ΗΠΑ. Ως μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, συνιδρυτής της Ελληνο-Ισραηλινής Κοινοβουλευτικής Συμμαχίας και ένας εκ των συντακτών του νόμου East Med, θα έλεγα ότι συνδιαμόρφωσες τις εξελίξεις. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει πρόοδος ή στασιμότητα;

– Δεν υπάρχει στασιμότητα. Εχουν γίνει κρίσιμα βήματα για την εδραίωση της Ανατολικής Μεσογείου ως περιοχής παγκόσμιας σημασίας και για την προώθηση του σχήματος «3+1». Τόσο κατά την πρώτη θητεία Τραμπ όσο και κατά την κυβέρνηση Μπάιντεν, έγιναν στοχευμένες προσπάθειες εμβάθυνσης των σχέσεων σε όλα τα επίπεδα. Εργαζόμαστε για την ενίσχυση του «3+1», τόσο μέσω διπλωματικών δράσεων όσο και με παρεμβάσεις στο Κογκρέσο. Μετά τον East Med Act, στηρίξαμε τον US- Greece Defense and Interparliamentary Act. Βλέπουμε και χειροπιαστά οφέλη. Συγκινήθηκα και είμαι ευγνώμων όταν η Ελλάδα και η Κύπρος έστειλαν πυροσβεστικά αεροσκάφη για τις πυρκαγιές στο Ισραήλ. Αυτή η πρόοδος δεν θα καταγραφόταν αν υπήρχε στασιμότητα.

– Νομίζω, Τεντ, ότι έχει διαφοροποιηθεί η πολιτική πραγματικότητα στο Κογκρέσο τα τελευταία χρόνια, όχι, θα έλεγα, προς όφελός μας.

– Βεβαίως. Οταν ήμουν βουλευτής, η AJC και το HALC συνεργάζονταν με πολλά μέλη του Κογκρέσου που όχι μόνο είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την περιοχή, αλλά συμμετείχαν –στρατηγικά τοποθετημένα– και σε κρίσιμες επιτροπές, μέσα από τις οποίες μπορούσαν να προωθήσουν αυτό το κοινό όραμα. Δυστυχώς πολλοί από αυτούς δεν είναι πια στο Κογκρέσο. Αισθάνομαι τυχερός που μπορώ και συνεχίζω αυτό το έργο εκτός Κογκρέσου, αλλά είμαι η εξαίρεση.

– Εντι, εσύ τι πιστεύεις ότι πρέπει να γίνει για να διατηρηθεί το στρατηγικό ενδιαφέρον στραμμένο σε αυτή την περιοχή;

– Κατ’ αρχάς πρέπει να αναγνωρίσουμε πόσο διαφορετικό είναι σήμερα το διεθνές περιβάλλον. Υπάρχουν αυτοί που δίνουν μικρότερη σημασία στην περιοχή, καθώς οι ΗΠΑ στρέφονται προς την Κίνα και προσπαθούν να «σταθεροποιήσουν» τη Μέση Ανατολή και να αποσυρθούν. Ο Ομπάμα το προσπάθησε και δεν δούλεψε. Το αποτέλεσμα ήταν μια Τουρκία χωρίς όρια στις ηγεμονικές φιλοδοξίες. Ενισχύθηκαν τρομοκρατικές ομάδες, αυξήθηκε η παρουσία της Κίνας και της Ρωσίας και οι χριστιανοί στην περιοχή βρέθηκαν υπό μόνιμη απειλή. Οι διπλωματικές πρωτοβουλίες και τα θεσμικά σχήματα της Ανατολικής Μεσογείου δημιουργήθηκαν για να φέρουν σταθερότητα σε μια θάλασσα αστάθειας. Αν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη θέλουν να υπερισχύσουν στον ανταγωνισμό με την Κίνα, πρέπει να χτίσουν πάνω σε αυτές τις διπλωματικές επιτυχίες και στις υποδομές που έχουν προκύψει μέσα από αυτές.

– Και εδώ είναι που έρχεται ο νόμος Eastern Mediterranean Gateway Act.

– Ακριβώς, είναι το τέλειο σημείο εκκίνησης. Αν ο IMEC είναι η απάντηση στον Belt and Road, τότε οι ΗΠΑ και οι εταίροι τους πρέπει να αξιοποιήσουν τις δομές και τις συνεργασίες που ήδη υπάρχουν στην Ανατολική Μεσόγειο.

Αντίδραση παντού – Η Τουρκία παραμένει πρόβλημα. Υπό την ηγεσία Ερντογάν, φαίνεται να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να υπονομεύσει όχι μόνο το «3+1», αλλά και τα ιδανικά των δυτικών δημοκρατιών. Πρέπει να αντιδράσουμε στις αρνητικές ενέργειές της σε όλα τα επίπεδα. Εντι Ζεμενίδης

– Τεντ, η AJC συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία του σχήματος «3+1» και στην επίτευξη των Συμφωνιών του Αβραάμ. Διατηρείτε επίσης εξαιρετικές σχέσεις με την Ινδία και την Ε.Ε. Τολμώ να πω ότι η AJC κατανοεί καλύτερα από τον καθένα τη σημασία που μπορεί να αποκτήσει ο Διάδρομος IMEC (India – Middle East – Europe Economic Corridor). Τι θα πρότεινες στους υπευθύνους χάραξης πολιτικής;

– Λένα, σε ευχαριστώ που αναγνωρίζεις τους πολλούς τρόπους με τους οποίους η AJC στηρίζει αυτή την οραματική πρωτοβουλία, η οποία μπορεί να αναδειχθεί μεταμορφωτική. Στο Aμπου Ντάμπι, πρόσφατα, διοργανώσαμε σύνοδο για τον IMEC. Είμαστε αισιόδοξοι. Oμως πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, η επίθεση της Χαμάς επηρέασε τα χρονοδιαγράμματα. Πλέον, με τη μείωση των εχθροπραξιών, το Ισραήλ είναι ξανά σε θέση να λειτουργήσει ως φυσική πύλη μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Ενώ μεγάλο μέρος των επενδύσεων πρέπει να προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα, η υποστήριξη των κυβερνήσεων είναι απαραίτητη για τη δημιουργία ενός ευνοϊκού ρυθμιστικού περιβάλλοντος και διμερών και πολυμερών συμφωνιών. Οπως είδαμε, μια τέτοια πρωτοβουλία, που απαιτεί εκτενή διεθνή συνεργασία, μπορεί να επηρεαστεί από απρόβλεπτους εξωτερικούς παράγοντες. Οι πολιτικοί πρέπει να αντιληφθούν την αξία του IMEC για τις χώρες τους και να την εξηγούν στους πολίτες τους, προκειμένου να προστατεύσουν το έργο από εξωτερικούς παράγοντες.


– Eντι, ο ρόλος που η Ελλάδα και η Κύπρος μπορούν να παίξουν στον IMEC αναγνωρίζεται επαρκώς στην Ουάσιγκτον;

– Oχι ακόμα. Αλλά για να είμαστε δίκαιοι, ο IMEC παραμένει περισσότερο «έννοια» παρά ξεκάθαρη στρατηγική για όσους χαράσσουν την πολιτική εδώ. Είναι η κατάλληλη στιγμή για την Ελλάδα και την Κύπρο να γίνουν ιδιαίτερα επιθετικές στη διεκδίκηση ρόλου στις σχετικές συζητήσεις. Διαθέτουν πλεονεκτήματα που άλλοι Ευρωπαίοι δεν διαθέτουν. Νομοθεσία για την Ανατολική Μεσόγειο. Eργα όπως ο GSI ή υποδομές φυσικού αερίου με το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Ομογένεια που συμμετέχει στη συζήτηση για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Με την Κύπρο να αναλαμβάνει την προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε. και την Ελλάδα να βρίσκεται στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, είναι η ιδανική στιγμή να διεκδικήσουν τη θέση τους στο τραπέζι του IMEC.

– Μιλάμε για συνεργασία και προοπτικές, όμως θα ήθελα να σταθούμε λίγο και στις απειλές. Ποιος αποτελεί σήμερα τον μεγαλύτερο κίνδυνο, Τεντ;

– Η Τουρκία παραμένει πρόβλημα. Υπό την ηγεσία Ερντογάν, φαίνεται να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να υπονομεύσει όχι μόνο το «3+1», αλλά και τα ιδανικά των δυτικών δημοκρατιών. Από τη συνεργασία με τη Ρωσία, τη χρηματοδότηση και την παροχή καταφυγίου στη Χαμάς, τον εκβιασμό του ΝΑΤΟ, την πολεμοκαπηλία κατά της Ελλάδας, της Κύπρου, της Αρμενίας, των Κούρδων της Συρίας και του Ισραήλ, μέχρι την καταστολή στο εσωτερικό. Πρέπει να αντιδράσουμε στις αρνητικές ενέργειές της σε όλα τα επίπεδα.


– Εντι, είναι η Τουρκία σήμερα μεγαλύτερη απειλή σε σχέση με ένα χρόνο πριν;

– Χωρίς αμφιβολία. Η Τουρκία αισθάνεται ενισχυμένη. Η «πλευρά» της νίκησε στη Συρία, ο Τραμπ συνεχίζει να δείχνει συμπάθεια στον Ερντογάν, ο πρέσβης τους έχει μεγάλη επιρροή, Ευρώπη και Ουάσιγκτον είναι ανεκτικές στη δημοκρατική οπισθοδρόμηση. Αν αυτό ενισχυθεί με την άρση των περιορισμών παροχής όπλων, αν οι ΗΠΑ παραχωρήσουν σφαίρες επιρροής στη Μέση Ανατολή και παραμείνουν σιωπηλές όσο ο Ερντογάν κατεδαφίζει τα τελευταία απομεινάρια της δημοκρατίας του, τότε η πιθανότητα τυχοδιωκτισμού –ειδικά αν ο Τραμπ αποσυρθεί από την περιοχή– θα αυξηθεί δραματικά. Η Τουρκία βρίσκεται στο τραπέζι για τα μεγάλα διεθνή ζητήματα. Είναι σημαντικό να τίθεται συνεχώς το ερώτημα «σε ποια πλευρά του τραπεζιού βρίσκεται». Οι υποστηρικτές του συμβιβασμού θέλουν να παρουσιάζονται ως ρεαλιστές, αλλά δεν είναι «ρεαλισμός» να ξεχνά κανείς την de facto ηγεσία στη Μουσουλμανική Αδελφότητα, τη Χαμάς και την HTS, δεν είναι «ρεαλισμός» να αγνοεί κανείς τη «Γαλάζια Πατρίδα». Η ελπίδα δεν είναι στρατηγική και το να ελπίζει κανείς ότι οι παραχωρήσεις θα οδηγήσουν σε σταθερότητα είναι σαν να ελπίζει όπως ήλπιζε ο Τσάμπερλεν στο Μόναχο.

Εχει πολλά να αποδείξει – Η κυβέρνηση Ερντογάν πρέπει να συμμορφωθεί με τον νόμο CAATSA. Εχει πολλά να μας αποδείξει προτού της δοθεί η προνομιούχος θέση επανεισόδου στο πρόγραμμα των F-35. Χρησιμοποιεί αμερικανικής κατασκευής όπλα –χωρίς συνέπειες– εναντίον συμμάχων και εταίρων των ΗΠΑ. Τεντ Ντόιτς

– Τεντ, ο Εντι αναφέρθηκε στην άρση των περιορισμών στην παροχή όπλων. Σε ανησυχεί το ενδεχόμενο άρσης των κυρώσεων CAATSA;

– Η κυβέρνηση Ερντογάν πρέπει να συμμορφωθεί με τον νόμο CAATSA πριν εξετάσουμε το ενδεχόμενο πρόσβασης στα πιο προηγμένα οπλικά συστήματά μας. Είναι όμως και ζήτημα αξιών. Εχει πολλά να μας αποδείξει προτού της δοθεί η προνομιούχος θέση της επανεισόδου στο πρόγραμμα των F-35. Χρησιμοποιεί αμερικανικής κατασκευής όπλα –χωρίς συνέπειες– εναντίον συμμάχων και εταίρων των ΗΠΑ και ενάντια στα ίδια τα συμφέροντά μας. Επίσης, βλέπε Χαμάς και Ιράν. Αυτή δεν είναι η συμπεριφορά συμμάχου.

– Εντι, εσύ πόσο ανησυχείς;

– Μια αμυντική σχέση με τις ΗΠΑ δεν είναι δικαίωμα αλλά προνόμιο, και σίγουρα δεν είναι ένα προνόμιο που έχει κερδίσει. Δεδομένου ότι ο καλύτερος προγνωστικός δείκτης μελλοντικής συμπεριφοράς είναι η προηγούμενη, αναρωτιέμαι πώς μπορεί μια κυβέρνηση που λέει πως επιδιώκει τη σταθερότητα να δώσει στην Τουρκία την καλύτερη τεχνολογία όπλων της. Και μάλιστα όταν έχει ήδη αποδείξει ότι τα χρησιμοποιεί εναντίον συμμάχων και εταίρων των ΗΠΑ, παραβιάζοντας τον ελληνικό εναέριο χώρο ή συνεχίζοντας την κατοχή στην Κύπρο με αμερικανικά όπλα. Κατά την πρώτη θητεία Τραμπ, Πεντάγωνο και Κογκρέσο τόνιζαν διαρκώς τον κίνδυνο της συνύπαρξης F-35 και S-400. Γιατί ο συναγερμός ξαφνικά σίγησε; Η Τουρκία δεν θέλει να είναι μακροπρόθεσμος πελάτης των ΗΠΑ. Θέλει μεταφορά τεχνολογίας. Θέλει να κλέψει αμερικανική τεχνολογία και να χτίσει τη δική της αμυντική βιομηχανία ώστε να γίνει ανταγωνιστής μας. Το να της δοθεί αυτή η δυνατότητα χωρίς σημαντικές παραχωρήσεις θα ήταν το λιγότερο «America First» πράγμα που θα μπορούσε να συμβεί.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα