Έφυγε μοναχή και πικραμένη
Αν και μεσουράνησε κατά την διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και του 1970, η Φωτεινή Μαυράκη είχε την μοίρα και άλλων μεγάλων λαϊκών φωνών. Έμεινε στο περιθώριο κι όταν τελικά νόσησε δεν διέθετε χρήματα για την θεραπεία της, ενώ μετά τον χαμό της δεν βρέθηκε ούτε ένας άνθρωπος για να καλύψει τα έξοδα για την κηδεία της…

Αναμφίβολα πικρό τέλος για μια τραγουδίστρια που έκανε τα πρώτα βήματά της στο καλλιτεχνικό στερέωμα σε ηλικία μόλις 13 ετών και είχε την τύχη και την ευλογία να τραγουδήσει δίπλα σε «ιερά τέρατα» της εποχής, όπως η Σωτηρία Μπέλλου, ο Πάνος Γαβαλάς, ο Μανώλης Αγγελόπουλος, ο Σπύρος Ζαγοραίος και πολλοί άλλοι.
Γεννημένη ως Μαρία Κιορ Αλή Ογλού, όπως ήταν το κανονικό όνομά της, υιοθέτησε το καλλιτεχνικό Φωτεινή Μαυράκη και ξεκίνησε την καριέρα της στον χώρο του θεάματος, προκαλώντας αμέσως εντύπωση με τις δυνατότητες της φωνής της. Ακόμη και ο τεράστιος ερμηνευτής Στέλιος Καζαντζίδης την παραδεχόταν ανοιχτά για το μοναδικό μέταλλό της, ενώ και ο Νίκος Ξανθόπουλος στην αυτοβιογραφία του αποκαλύπτει πως ακόμη και ο Γιώργος Νταλάρας ή η Χάρις Αλεξίου είχαν βρεθεί ως θαμώνες στα μαγαζιά που τραγουδούσε εκείνη, σε ένα είδος… ζωντανού φροντιστηρίου για τα λαϊκά πατήματα της φωνής της.
Εκείνη την εποχή είχε πλούσια παρουσία, με πολλές μεγάλες επιτυχίες, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζουν τα «Έφυγες αγάπη μου», «Απόψε κλαίει ο ουρανός», «Χίλιες φωτιές» και «Μουσαφιραίοι είμαστε σε αυτή την κοινωνία», που την είχαν μετατρέψει σε όνομα περιζήτητο στα διάφορα σχήματα των λαϊκών μαγαζιών ή κοσμικών κέντρων, ενώ ήταν και η πρώτη φίρμα στη δισκογραφική εταιρεία του Δημήτρη Πολίτη.
Έμεινε ενεργή επαγγελματικά μέχρι το 1996, αλλά στη συνέχεια η μοίρα της φέρθηκε με τον πλέον σκληρό τρόπο θέτοντάς της αντιμέτωπη με τον καρκίνο. Αντί για τα μαγαζιά, έφτασε στο σημείο να γίνει θαμώνας νοσοκομείων και να μπαινοβγαίνει στον Άγιο Σάββα, στο Μεταξά και το Θριάσειο… Το 2012 η κατάσταση πλέον είχε γίνει απελπιστική και μάλιστα οι εφημερίδες της εποχής κάλυψαν το θέμα με τίτλους όπως «Το δράμα μιας μεγάλης λαϊκής φωνής» για να περιγράψουν τη μάχη που έδινε ολομόναχη, δίχως την παραμικρή βοήθεια και με μια πενιχρή σύνταξη της τάξεως των 300 ευρώ που λάμβανε από την πρόνοια.
Η ίδια έλεγε τότε: «Έχω οικονομικό πρόβλημα για τον λόγο ότι χρειάζομαι σε 24ωρη βάση οξυγόνο, γιατί δεν έχω πνεύμονα. Κάθε εβδομάδα έρχεται σπίτι μία κοπέλα από την Πρόνοια. Έχω και τρία παιδιά που μου στέκονται, αλλά έχουν μεγάλες οικογένειες και είναι πνιγμένα στα δάνεια. Τότε που δούλευα ήμουν συνεπής και πλήρωνα, αλλά τώρα δεν είμαι σε θέση… Μπαινοβγαίνω στα νοσοκομεία, πότε στο αντικαρκινικό στον Αγιο Σάββα, πότε στου Μεταξά ή στο Θριάσειο. Κάθε λίγο και λιγάκι πέφτει το οξυγόνο και παθαίνω λοιμώξεις του αναπνευστικού»…
Παρά τις προσπάθειες που έγιναν για να συγκεντρωθούν χρήματα για την μηνιαία θεραπεία της, το κόστος της οποίας άγγιζε τα 500 ευρώ, η υγεία της συνεχώς χειροτέρευε. Παράλληλα εξαφανίζονταν από κοντά της και οι άνθρωποι που θα μπορούσαν να την βοηθήσουν ή έστω να της συμπαρασταθούν για να απαλύνουν τον πόνο της μοναξιάς και της εγκατάλειψης.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής της η κατάστασή της ήταν τέτοια που δύσκολα αναγνώριζε κανείς την γεμάτη πάθος και δύναμη γυναίκα που κάποτε είχε όλον τον κόσμο στα πόδια της να τρελαίνεται την ώρα που ανέβαινε στο πάλκο. Μόνο λίγες κασέτες είχε να δείχνει στους ελάχιστους που διάβαιναν το κατώφλι της για να τους πείσει ότι ήταν αυτή, η μία και μοναδική Φωτεινή Μαυράκη.
Λίγο πριν το τέλος, έγινε ακόμη μία απόπειρα για να της εξασφαλιστεί μια τιμητική σύνταξη για την προσφορά της από το υπουργείο Πολιτισμου. Κάτι που όμως δεν συνέβη ποτέ αφού το 2015 ο θάνατος πρόλαβε νε της χτυπήσει την πόρτα. Η κηδεία της μάλιστα τελέστηκε στον Ίασμο του νομού Ροδόπης όπου διέμενε με έξοδα του γραφείου τελετών «Το Πρώτο» από την Κομοτηνή, αφού δε βρέθηκε κανένας για να καλύψει αυτή την δαπάνη…

Για την παιδική ηλικία της, την καριέρα της, την οικογένειά της και τη φιλία της με τον Καζαντζίδη μίλησαν στη Μηχανή του Χρόνου, οι κόρες της Φωτεινής Μαυράκη, Αναστασία και Μαρία.
Γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία στις 15 Ιανουαρίου 1947. Την αγάπη της για το τραγούδι έδειξε από πολύ μικρή, σε ηλικία 13 ετών. Οι γονείς της προέρχονταν από τη Μικρά Ασία και είχαν τσιγγάνικη καταγωγή. Αρχικά κατοίκησαν στα Πετράλωνα. Η οικογένεια ήταν ευκατάστατη, καθώς ο πατέρας της ήταν έμπορος. Η Φωτεινή Μαυράκη είχε 8 αδέρφια.
Όμως, όταν ο πατέρας της αρρώστησε, η οικογένεια έπρεπε να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. Έτσι, τα παιδιά προσπάθησαν από μικρή ηλικία να βρουν δουλειά. Μάλιστα, κάποια από τα κορίτσια εργάστηκαν ως υπηρέτριες στα σπίτια, το οποίο συνηθιζόταν εκείνη την περίοδο.
Σε ηλικία 15 ετών, πήρε μέρος ως κομπάρσος μαζί με άλλα παιδιά στην ταινία του Ηλία Καζάν, «Αμέρικα, Αμέρικα!», τη μουσική της οποίας είχε υπογράψει ο Μάνος Χατζιδάκις. Το έργο κέρδισε Όσκαρ καλλιτεχνικής διεύθυνσης και δύο Χρυσές Σφαίρες καλύτερης σκηνοθεσίας και καλύτερου πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού.

Όταν έμεναν στην Αγία Βαρβάρα, κοντά στο σπίτι υπήρχε ένα ύψωμα, στο οποίο η Μαυράκη πήγαινε και τραγουδούσε. Ο συνθέτης Μιχάλης Αλεξάκης κάποια στιγμή άκουσε τυχαία τη φωνή της. Εκείνος τη ρώτησε αν θα ήθελε να κάνει δίσκο κι εκείνη δέχτηκε.
Έτσι, το 1964, σε ηλικία 17 ετών, ηχογράφησε το πρώτο της 45αρι, ένα μόνο τραγούδι, «Έμαθα πως φεύγεις για την ξενιτιά». Η κόρη της, Μαρία, ανέφερε στη ΜτΧ ότι «τη φωνή την ακούς ότι είναι παιδική. Η μητέρα μου δεν ήθελε να ακούει το τραγούδι, έλεγε “κλείσ’ το, κλείσ’ το δεν ακούγομαι” και γελάγαμε».
Ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Σταύρος Παράβας
Η Μαυράκη εντάχθηκε στο δυναμικό της εταιρείας «Πολυφών» του Δημήτρη Πολίτη. Η κόρη της Μαρία επισημαίνει ότι «η μητέρα μου ξεκίνησε στην Πολυφών και τελείωσε στην Πολυφών. Δεν πήγε, παρά τις συζητήσεις, ποτέ πουθενά αλλού».
Σε εκείνη τη δισκογραφική ερμήνευσε τη μεγάλη επιτυχία της «Μουσαφιραίοι είμαστε». Το τραγούδι αρχικά προοριζόταν για τον Στέλιο Καζαντζίδη, ο οποίος αρνήθηκε να το τραγουδήσει. Έτσι, έγινε πρόταση στη Μαυράκη, η οποία δέχτηκε.

Το τραγούδι έγινε τέτοια επιτυχία που ο Καζαντζίδης μετάνιωσε που απέρριψε την πρόταση. Μάλιστα, το συγκεκριμένο συμβάν ήταν αιτία «πειράγματος», καθώς οι δύο καλλιτέχνες ήταν φίλοι. Ο λαϊκός τραγουδιστής την αποκαλούσε «μπέμπα» και έκαναν συχνά παρέα.
Εκτός από τον Στέλιο Καζαντζίδη, η Μαυράκη είχε συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου, όπως η Σωτηρία Μπέλλου, ο Μίμης Πλέσσας και ο Πάνος Γαβαλάς.
Σε μια ταινία με πρωταγωνιστή τον Σταύρο Παράβα , είχε τραγουδήσει το «Πες μας ζωή τι φταίξαμε». Όταν συναντήθηκε με την Μαυράκη της είπε «Φωτεινή, θέλω να σου ζητήσω συγγνώμη, γιατί το “εκτέλεσα” κανονικά το τραγούδι».
Η ίδια είχε συμμετάσχει στην ταινία «Το πιο γρήγορο μπουζούκι», με Τάσο Γιαννόπουλο, λέγοντας δύο τραγούδια.
Η απαγόρευση στα «βαριά» λαϊκά
Η περίοδος ακμής της ήταν τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, στη διάρκεια των οποίων υπήρχε δικτατορία. Τότε, οι αρχές είχαν βάλει όρια στους καλλιτέχνες για το πρόγραμμά τους. Τους είχαν απαγορεύσει να ερμηνεύουν «βαριά» λαϊκά, και κατ’ επέκτασιν «βαριά» ζεϊμπέκικα, που μιλούσαν για τη φτώχεια, τον πόνο και την ξενιτιά.
Αυτή η παράμετρος «είχε πει ότι τους δυσκόλεψε, γιατί δεν τραγουδούσαν αυτά που ήθελαν», ανέφερε η κόρη της, Μαρία.
Η προσωπική ζωή
Η Φωτεινή Μαυράκη παντρεύτηκε το 1971 και απέκτησε 3 παιδιά, δύο κόρες και έναν γιο. Χώρισε το 1978. Στο διαζύγιο δεν είχε εκείνη την επιμέλεια. «Δεν έδιναν την επιμέλεια στον καλλιτέχνη που ξενυχτούσε, που έλειπε από το σπίτι και που ταξίδευε», υποστήριξε η Μαρία.
Αν και φοβόταν τα αεροπλάνα, έκανε συχνά επαγγελματικά ταξίδια τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό. Είχε ταξιδεύσει στη Γερμανία, Σουηδία, Αγγλία, Αμερική, Αυστραλία.
Η μεγάλη της αγάπη ήταν η Θεσσαλονίκη. Εκεί, είχε συναντήσει και τον άσημο τότε Βασίλη Καρρά. Σύμφωνα με την κόρη της, Αναστασία, η Μαυράκη είχε πει: «θα γίνει πολύ μεγάλος τραγουδιστής και είναι και πάρα πολύ καλός άνθρωπος».

Στο επαγγελματικό ταξίδι στην Αμερική, χρειάστηκε να μείνει μακριά από το σπίτι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν γύρισε στην οικογένειά της, πήρε αγκαλιά το μικρότερο παιδί της και εκείνο την αποκάλεσε «θεία».
Ήταν μια προσωπικότητα που αγαπούσε πολύ την οικογένειά της και έδινε τη βοήθειά της σε όποιον τη χρειαζόταν. «Είχε για όλους δώρα η βαλίτσα της, συντηρούσε τους γονείς της, όπου μπορούσε βοηθούσε», είπε στη ΜτΧ η κόρη της, Μαρία.
Όταν σταμάτησε το τραγούδι άρχισαν οι ψευδείς ειδήσεις
Έκανε 13 μεγάλους δίσκους. Ο τελευταίος ηχογραφήθηκε το 1986. Τη δεκαετία του 1990 σταμάτησε να κάνει εμφανίσεις, ενώ ηχογράφησε κάποια παλιά τραγούδια της με καινούρια εκτέλεση.
«Επέλεξε η ίδια να σταματήσει το τραγούδι. Νομίζω είχε κουραστεί. Είχε μια οικογένεια που την υπεραγαπούσε. Λάτρευε ο ένας τον άλλον. Και προφανώς ήθελε να τους ζήσει», ανέφερε στη ΜτΧ, η κόρη της Μαρία.
Στο διαδίκτυο κυκλοφορούσε η ψευδής είδηση ότι το πραγματικό της όνομα ήταν Μαρία Κιορ Αλή Ογλού. Ωστόσο, το πραγματικό όνομά της ήταν Φωτεινή Μαυράκη, με το οποίο και πορεύτηκε καλλιτεχνικά. Δεν το άλλαξε, όπως συνήθιζαν τότε να κάνουν οι τραγουδιστές και οι ηθοποιοί.
Η κόρη της, Μαρία, είπε ότι η Κιορ Αλή Ογλού «ήταν μια ζητιάνα, όπως την είπαν σε ένα δημοσίευμα, η οποία οικειοποιήθηκε το όνομα της μητέρας μου και ζούσε στην Κομοτηνή».
Επιπλέον, ενώ η Φωτεινή Μαυράκη ήταν ακόμα εν ζωή είχε κυκλοφορήσει η είδηση ότι είχε πεθάνει. Τα ψευδή νέα δεν σταμάτησαν ακόμα και όταν έφυγε από τη ζωή, διαδίδοντας ότι πέθανε μόνη της και ότι τάφηκε στην Κομοτηνή.
Η λαϊκή τραγουδίστρια εξέπνευσε στις 4 Νοεμβρίου 2015, στις 11.30 το βράδυ, έχοντας δίπλα της την οικογένειά της μέχρι την τελευταία στιγμή. Τάφηκε στην Αθήνα, στο Γ’ Νεκροταφείο.
Μερικές από τις επιτυχίες της ήταν «Ή εμένα ή την άλλη», «Χίλιες φωτιές» και «Απόψε κλαίει ο ουρανός».

