Η οικογένεια Torres βρίσκεται στην Καταλονία για περισσότερα από 150 χρόνια, από το μακρινό 1870, και έχει στην περιοχή περισσότερα από 10.000 στρέμματα αμπελώνων, τα περισσότερα εκ των οποίων βρίσκονται στο Penedes. Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο Torres η άνοδος της θερμοκρασίας κατά 1 βαθμό Κελσίου στην πάροδο των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, έχει ήδη ωθήσει την περίοδο συγκομιδής περίπου 10 ημέρες νωρίτερα. Έτσι, η εταιρεία έχει αναγκαστεί να υιοθετήσει νέες πρακτικές καλλιέργειας για να διατηρήσει ανέπαφη την ποιότητα των κρασιών της και να επιβραδύνει την ωρίμανση των οινοστάφυλων.
Προς ώρας για να αντιμετωπίσει τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής, η Familia Torres επεκτείνει την καλλιέργεια αμπελώνων της σε μεγαλύτερα υψόμετρα, και έχει ξεκινήσει φυτεύσεις σε περιοχές όπως η Temp που βρίσκεται στα 950 μέτρα και την Benabarre στα 1.100 μέτρα. Ωστόσο, από τις δύο περιοχές μόνο η πρώτη φαίνεται αυτή τη στιγμή βιώσιμη, με τις πιο ψυχρές θερμοκρασίες στο Benabarre να εμποδίζει την ανάπτυξη των αμπελιών. Την ίδια στιγμή, η οινοποιία Torres επενδύει σε συστήματα άρδευσης τόσο στην Ισπανία όσο και στους αμπελώνες της στην Καλιφόρνια, λόγω της έλλειψης βροχοπτώσεων.
Ό 83χρονος πλέον Torres τόνισε στον Guardian ότι εκτός και αν σταματήσει η άνοδος της θερμοκρασίας σε λίγες δεκαετίες η παραδοσιακή αμπελουργία στο Penedes μπορεί να μην είναι βιώσιμη. Την ίδια ώρα υποστήριξε ότι η κλιματική αλλαγή δεν πλήττει μόνο τον χώρο της γεωργίας, αλλά γενικότερα την οικονομία της περιφέρειας δηλώνοντας ότι «Οι τουρίστες είναι πολύ σημαντική πηγή εισοδήματος για την Καταλονία και εδρεύουμε πολύ κοντά στη Βαρκελώνη. Αυτή η περιοχή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τουριστικές δραστηριότητες, αλλά νομίζω ότι η αμπελουργία δεν θα είναι πλέον εφικτή εδώ».
Παρότι το 11% του τζίρου της εταιρείας πηγαίνει σε πρωτοβουλίες για προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν πλήξει σημαντικά την παραγωγή. Το 2023, σε μερικούς από τους αμπελώνες της οικογένειας Torres η συγκομιδή ήταν ως και 50% κάτω σε σχέση με το 2022, και παρότι η κατάσταση μειώθηκε λίγο η υψηλότερη υγρασία οδήγησε σε ασθένειες που δυσκόλεψαν την διαχείριση των αμπελώνων.
Την στιγμή που η παραγωγή πέφτει, το κόστος ανεβαίνει με το αυξημένο κόστος άρδευσης και τους νέους δασμούς στις εμφιαλώσεις να πλήττουν την εταιρεία.