Φάνηκαν οι αποστάσεις με το Κάιρο για τη Μονή Σινά

Κοινοποίηση

Εντυπη έκδοση. Σε νέα φάση παρατεταμένων διαβουλεύσεων φαίνεται πως εισέρχεται το ζήτημα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των κτιριακών εγκαταστάσεων της Μονής Σινά και των εκτάσεων που την περιβάλλουν, καθώς κατά τη χθεσινή συνάντηση ελληνικής και αιγυπτιακής αντιπροσωπείας στο Κάιρο έγινε μια πρώτη αναγνωριστική παράθεση προσεγγίσεων από τις δύο πλευρές και το ιδιοκτησιακό πρόκειται να συζητηθεί σε επόμενο στάδιο.

Την ανάγκη να διατηρηθεί το status quo της μονής υπογράμμισε η Αθήνα – Στα νέα δεδομένα που ανακύπτουν μετά τη δικαστική απόφαση φέρεται να εστίασε η αιγυπτιακή πλευρά.

«Η σχέση μας με την Αίγυπτο είναι βαθιά και έχει αναπτύξει στρατηγικά χαρακτηριστικά. Συζητήσαμε σήμερα με τον Αιγύπτιο υπουργό Εξωτερικών τα θέματα που αφορούν τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Ορους Σινά. Συμφωνήσαμε το αμέσως επόμενο διάστημα να εργαστούμε προς την κατεύθυνση της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων της μονής, καθώς επίσης και της νομικής της μορφής και προσωπικότητας. Η πρόθεση της Αιγύπτου και της Ελλάδας είναι να προχωρήσουμε με βάση τη μακραίωνη παράδοση και το ήδη διαμορφωμένο status μιας εμβληματικής μονής για τον ελληνορθόδοξο λατρευτικό χαρακτήρα της», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης στην ΕΡΤ μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης.

Το status quo της μονής

Η ελληνική αντιπροσωπεία, σύμφωνα με πληροφορίες, επικεντρώθηκε στις επισημάνσεις της στη μοναδική αξία της μονής ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς, για να υπογραμμίσει τις ιδιαίτερες παραμέτρους του διεθνούς δικαίου και της σημασίας που έχει να διατηρηθεί το status quo της Μονής Σινά, η οποία αποτελεί αναγνωρισμένο από την UNESCO μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς. Φαίνεται, πάντως, ότι η απόσταση ανάμεσα στις δύο προσεγγίσεις είναι σημαντική. Από την αιγυπτιακή πλευρά αναλύθηκαν τα δεδομένα που ανακύπτουν μετά τη δικαστική απόφαση, η οποία επηρεάζει τις νομικές πτυχές οποιασδήποτε νέας συμφωνίας. Επαναβεβαιώθηκε, βεβαίως, η βούληση της αιγυπτιακής προεδρίας και της αιγυπτιακής κυβέρνησης για διαφύλαξη του ελληνορθόδοξου χαρακτήρα της μονής και για ανεμπόδιστη άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων. Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι αυτό δεν ήταν το επίδικο στις μέχρι τώρα διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές, οι οποίες είχαν αντικείμενο τη διευθέτηση των προβλημάτων που προέκυψαν από την έγερση αμφισβητήσεων επί των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων της μονής στις κτιριακές εγκαταστάσεις της και σε κτήματα πέριξ αυτής. Η σημασία διατήρησης των ιδιοκτησιών της μονής επισημάνθηκε από ελληνικής πλευράς.


Η χθεσινή συνάντηση και η προοπτική συνέχισης των διαβουλεύσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές δείχνουν ότι η επίσκεψη της ελληνικής αντιπροσωπείας στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα αποτελεί μάλλον την έναρξη ενός νέου κύκλου συζητήσεων και διαπραγματεύσεων, παρά μια κίνηση για την άμεση και οριστική διευθέτηση του ζητήματος.

Πηγές κοντά στη Μονή Σινά θεωρούν ότι οι εξελίξεις συνηγορούν σε μια παράταση της εκκρεμότητας, η οποία πιθανότατα έχει πρώτο στόχο να φύγει το θέμα από την πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και να ελαττωθεί η πίεση που αυτή τη στιγμή ασκείται για την επίλυσή του. Μάλιστα, οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι η σύνθεση της αιγυπτιακής αντιπροσωπείας και η επιλογή να συμμετέχουν σε αυτή αρκετά στελέχη με νομικό υπόβαθρο καθιστά σαφές ότι η όποια συζήτηση γίνεται εξελίσσεται πλέον πάνω σε νέα δεδομένα που έχει διαμορφώσει η δικαστική απόφαση. Υπό αυτή την έννοια ενισχύεται η πεποίθηση ότι η καθυστέρηση στην υπογραφή της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί, κάθε άλλο παρά τυχαία ήταν.

Οι εναλλακτικές

Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ήδη από την πλευρά της μονής και με πιθανό το ενδεχόμενο μιας νέας παρατεταμένης εκκρεμότητας, η οποία απειλεί να διαμορφώσει τετελεσμένα επί των διεκδικήσεων που είχαν εγερθεί και για τις οποίες πλέον υπάρχει δικαστική απόφαση, εξετάζονται όλες οι δυνατότητες και οι εναλλακτικές, με πρώτη την προσπάθεια διεθνοποίησης του ζητήματος, αλλά και την προσφυγή σε διεθνείς οργανισμούς και όργανα της Ε.Ε., με αιτήματα που θα μπορούσαν να φτάσουν και μέχρι τη διακοπή χρηματοδότησης προς την Αίγυπτο για ανθρωπιστικές και πολιτιστικές δράσεις.

Ανησυχία και κριτική

Του Γιώργου Μπουρδάρα

Κριτική στην κυβέρνηση για τους χειρισμούς στο ζήτημα της Μονής του Σινά ασκεί η αντιπολίτευση. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ν. Ανδρουλάκης, ο οποίος προγραμμάτισε επίσκεψη στην Αλεξάνδρεια, στο Κάιρο και συναντήσεις με τον Πατριάρχη Θεόδωρο, τον Αρχιεπίσκοπο Σινά και τους εκπροσώπους της μονής, δήλωσε μεταξύ άλλων: «Υπάρχει πρόβλημα και έπρεπε να το αντιμετωπίσει η κυβέρνηση σε πρότερο χρόνο». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Σωκρ. Φάμελλος, με επιστολή του στον πρόεδρο της Βουλής Νικ. Κακλαμάνη, ζήτησε την «άμεση συγκρότηση διακομματικής κοινοβουλευτικής αποστολής στην Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης». Χθες στη Βουλή ο πρόεδρος της Ελλ. Λύσης Κυρ. Βελόπουλος υποστήριξε: «Αν αμφισβητείς τα χρυσόβουλα, είτε είναι ακόμη και τα κιτάπια τα οθωμανικά ότι είναι προστατευόμενο μέρος το Σινά, τότε σημαίνει ότι αμφισβητείς τα πάντα». Από πλευράς του ΚΚΕ ο κ. Ν. Καραθανασόπουλος δήλωσε: «Η υπόθεση της Μονής του Σινά θυσιάζεται στον βωμό των τεράστιων επιχειρηματικών συμφερόντων που υπάρχουν». Ο πρόεδρος της Νίκης Δημ. Νατσιός, μεταξύ άλλων, είπε: «Το ελληνικό κράτος είναι απόν και εδώ από την προσπάθεια διαφύλαξης της μοναδικής μας πολιτιστικής ελληνορθόδοξης κληρονομιάς. Ο κ. Γεραπετρίτης είναι ο υπουργός-κερκόπορτα για τα εθνικά μας θέματα, άγευστος του μεγαλείου της Ορθοδοξίας». Από την Πλεύση Ελευθερίας, ο κ. Αλ. Καζαμίας σημείωσε: «Ανησυχούμε ότι ο τρόπος με τον οποίο η ελληνική κυβέρνηση έχει διαχειριστεί την υπόθεση είναι μάλλον αποτυχής».

ΑΠΟΨΕΙΣ

Το status quo της Ιεράς Μονής

Του Ιωάννη Παναγιωτόπουλου*

Η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Θεοβάδιστο Ορος Σινά αποτελεί διαχρονικό σύμβολο πνευματικής ακτινοβολίας και πολιτιστικής συνέχειας, σημείο συνάντησης παραδόσεων και θρησκειών. Η αδιάλειπτη ιστορική της πορεία έχει διαμορφώσει ένα καθεστώς αυτοδιοίκησης και προστασίας, το γνωστό status quo της μονής, το οποίο σεβάστηκαν διαχρονικά όλες οι ιστορικές εξουσίες, από τους Αραβες έως τους Οθωμανούς. Αναγνωρισμένο διεθνώς, το status quo αποτελεί θεμέλιο της πνευματικής ανεξαρτησίας και της ειρηνικής συνύπαρξης που χαρακτηρίζει τη μονή. Σήμερα, όμως, μια πρόσφατη δικαστική απόφαση στην Αίγυπτο, που αμφισβητεί την κυριότητα της μονής, απειλεί σοβαρά αυτό το status quo, προκαλώντας ανησυχία όχι μόνο στον Ορθόδοξο κόσμο, αλλά και στους υπερασπιστές αυτής της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.

Η σημερινή μορφή του status quo της μονής διαμορφώνεται από τρεις βασικές παραμέτρους:

1. Οι σχέσεις Ελλάδος και Αιγύπτου, οι οποίες παραδοσιακά στηρίζουν το status quo, όπως επιβεβαιώθηκε και στη συνάντηση των ηγεσιών των δύο χωρών στην Αθήνα στις 7 Μαΐου 2025. Ωστόσο, η Αίγυπτος, παρά τους δεσμούς φιλίας, έχει κατά το παρελθόν πλήξει ελληνικά συμφέροντα με τις εθνικοποιήσεις επί Νάσερ (1957-1961). Σημαντική ήταν και η αμφισβήτηση του status quo τη δεκαετία του 1980, μετά την επιστροφή του Σινά στην Αίγυπτο (1982) από τα ισραηλινά στρατεύματα. Οι αιγυπτιακές προσπάθειες να επανεξετάσουν το καθεστώς της μονής απέτυχαν τότε, χάρη στη διεθνή παρέμβαση, ιδίως από τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν και την τότε ΕΟΚ.

Η αδιάλειπτη ιστορική της πορεία έχει διαμορφώσει ένα καθεστώς αυτοδιοίκησης και προστασίας, το οποίο σεβάστηκαν διαχρονικά όλες οι ιστορικές εξουσίες.

2. Η ιστορική και νομική βάση του status quo, που θεμελιώθηκε ήδη από τον 4ο αιώνα με την προστασία της Αγίας Ελένης. Η σημερινή μονή ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα από τον Ιουστινιανό Α΄, στον τόπο της φλεγόμενης βάτου και της λήψης των Δέκα Εντολών. Εκτοτε απολάμβανε αυτονομία και προστασία από όλους τους κατακτητές (Αραβες, Μαμελούκοι, Οθωμανοί) και το σύγχρονο αιγυπτιακό κράτος. Η μονή φυλάσσει σπάνια χειρόγραφα, βυζαντινές εικόνες και ανεκτίμητα λειτουργικά κειμήλια, ενώ η αδιάλειπτη μοναστική της ζωή την καθιστά ζωντανό σύμβολο της Ορθοδοξίας.


3. Η αναγνώριση της μονής από την UNESCO (2002), η οποία της προσδίδει παγκόσμια διάσταση και ενισχύει τη διεθνή προστασία της. Η εγγραφή της ως Μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς διασφαλίζει ότι ο χώρος της μονής προστατεύεται όχι μόνο από την αιγυπτιακή νομοθεσία, αλλά και από το διεθνές δίκαιο, σύμφωνα με τη Σύμβαση της UNESCO του 1972. Η UNESCO αναγνωρίζει τη μονή ως ουδέτερο, ειρηνικό και διαθρησκειακό χώρο, σταυροδρόμι πολιτισμών και θρησκειών. Αν και δεν μπορεί να επιβάλει το status quo με την έννοια της οθωμανικής εποχής, ενισχύει την αναγνώριση της μοναστικής αυτονομίας και την προστασία της ιστορικής συνέχειας.

Η σιωπή της ερήμου και οι αιώνες που έχουν περάσει καθιστούν τη μονή χώρο εσωτερικής αναζήτησης και πνευματικής λάμψης. Η πρόσφατη αμφισβήτηση από την αιγυπτιακή Δικαιοσύνη δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα, το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα από την αιγυπτιακή κυβέρνηση, ώστε να διαφυλαχθεί το status quo και η παγκόσμια ακτινοβολία της μονής, και να αποκατασταθεί πλήρως η ιστορική και η νομική της συνέχεια. Αυτό θα επιβεβαιώσει τον διαχρονικό της ρόλο ως παγκόσμιου πνευματικού συμβόλου, γεφυρώνοντας πολιτισμούς και θρησκείες, με σεβασμό στην ακεραιότητα και την παράδοσή της.

* Ο κ. Ιωάννης Παναγιωτόπουλος είναι καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.

Η αρχιτεκτονική κληρονομιά

Της Μαρίνας Μυριανθέως*

Η Μονή του Σινά, ευρισκόμενη στην εσχατιά της ερήμου του νοτίου Σινά, εύστοχα είχε κατονομαστεί ως ένα από τα «περίεργα ελληνικά θαύματα». Σήμερα, μετά δεκαπέντε αιώνες αδιάκοπης ζωής, παραμένει φορέας της πολυδιάστατης άυλης – πνευματικής και της υλικής κληρονομιάς που αναπτύχθηκε από τους χριστιανούς ασκητές στον χώρο του προσκυνήματος της Ακατάφλεκτης Βάτου από τον 4ο αιώνα μ.X. έως σήμερα.

Το κτιριακό συγκρότημα κρύβει συνεχείς εκπλήξεις για τον προσκυνητή της εποχής μας λόγω της αρχαιότητας και της διαχρονικότητας που χαρακτηρίζει την αρχιτεκτονική του. Τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί μέσα στην καρδιά του ιουστινιάνειου περιβόλου ένας πύργος, πιθανότατα της εποχής της Αγίας Ελένης. Εδώ συντελέστηκε το περίφημο θαύμα του ελαίου του Αγίου Γεωργίου Αρσελαΐτη στα μέσα του 6ου αιώνα. Γύρω στο έτος 560 ολοκληρώθηκαν ταχύτατα τα τείχη και η τρίκλιτη βασιλική (καθολικό), ενσωματώνοντας την ταυτότητα των αοιδίμων κτητόρων σε τρεις επιγραφές στη στέγη που μνημονεύουν τον Ιουστινιανό, τη Θεοδώρα και τον αρχιτέκτονα από την Αϊλα, Στέφανο. Υπήρξε άραγε αρχιτεκτονικό σχέδιο; Οι πρόσφατες έρευνες βεβαιώνουν ότι ο ναός είναι εκατόμπεδος, δηλαδή έχει μήκος εκατό ρωμαϊκών ποδών και ενσωματώνει την υστερορωμαϊκή παράδοση και τεχνολογία της ευρύτερης περιοχής.


Η αρχική αφιέρωση του ναού στη Θεοτόκο σταδιακά μεταλλάχθηκε μετά την ολοκλήρωση του ψηφιδωτού του ναού με ευρηματικές παραστάσεις της Μεταμόρφωσης και του Μωυσή με πολλαπλά θεολογικά νοήματα. Περί το έτος 600 ο ηγούμενος Ιωάννης της Κλίμακος ίδρυσε το παρεκκλήσιο της Ακατάφλεκτης Βάτου σε επαφή με την αψίδα του ιερού της βασιλικής όπου μεταφέρθηκε οριστικά η λατρεία της Υπεραγίας Θεοτόκου έως σήμερα.

Το κτιριακό συγκρότημα της μονής κρύβει συνεχείς εκπλήξεις για τον προσκυνητή της εποχής μας λόγω της αρχαιότητας και της διαχρονικότητας που χαρακτηρίζει την αρχιτεκτονική του.

Αναπόσπαστο τμήμα της αρχιτεκτονικής της πρώτης περιόδου της ζωής της μονής υπήρξε η κατασκευή μιας ακόμη ιουστινιάνειας εκκλησίας στην Αγία Κορυφή του Σινά, δηλαδή στον χώρο της παράδοσης του Δεκαλόγου στον Μωυσή. Το εξαιρετικά επίπονο έργο σε υψόμετρο 2.332 υποστηρίχθηκε από ένα σημαντικό τεχνικό έργο, την κτιστή κλίμακα ανόδου προς την Κορυφή μέσω του οροπεδίου του Προφήτη Ηλία. Η σύνδεση της κτιστής κλίμακας ανόδου προς την Κορυφή παραλληλίζεται εύστοχα με την πνευματική κλίμακα ανόδου των μοναχών όπως περιγράφηκε στους τριάντα λόγους της Κλίμακας του Αγίου Ιωάννη του Σιναΐτη. Στη μακρόχρονη ζωή της μονής δημιουργήθηκε το παλίμψηστο κτιριακό συγκρότημα της Μονής της Αγίας Αικατερίνης που γνωρίζουμε σήμερα μαζί με τα πολλαπλά εξαρτήματά του (βιβλικά προσκυνήματα, κήποι, μετόχια, μεμονωμένα παρεκκλήσια) στην ευρύτερη περιοχή του νοτίου Σινά. Το 1998 και το 2001 οι ανασκαφές της Ελληνικής Αρχαιολογικής Αποστολής του Πανεπιστημίου Αθηνών αποκάλυψαν το παρεκκλήσιο του 4ου αιώνα στην Αγία Κορυφή και το «Φυλακτήριο» του 6ου-7ου αιώνα των οικογενειών των φυλάκων στα νοτιοανατολικά της μονής, επαληθεύοντας γραπτές πηγές του 5ου και 10ου αιώνα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι με τις προσπάθειες της μονής, συνεπικουρούμενης πάντοτε από τις αιγυπτιακές αρχές, αλλά και με τις χορηγίες των ιδρυμάτων Α. Κ. Λεβέντη, Ι. Φ. Κωστόπουλου και Saint Catherine Foundation, έχει αναστηλωθεί τμήμα της μονής και ανακαινισθεί το σκευοφυλάκιο (μουσείο) και η βιβλιοθήκη των χειρογράφων και παλαιτύπων με σύγχρονες, πρωτοποριακές τεχνικές διαφύλαξης και αρχειοθέτησης. Τέλος, η συντήρηση του ψηφιδωτού της Μεταμόρφωσης απέσπασε βραβείο Europa Nostra το 2018 ως μια επιτυχής συνεργασία Αιγυπτίων, Ιταλών και Ελλήνων επιστημόνων.

* Η κ. Μαρίνα Μ. Μυριανθέως είναι δρ Ιστορίας Αρχιτεκτονικής ΕΜΠ, ΜΑ Αναστηλώσεων York Univ. U.K., μέλος του Δ.Σ. του εν Αθήναις Ιδρύματος Ορους Σινά.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα