Τον γύρο του διαδικτύου κάνουν οι πρώτες εικόνες από το εσωτερικό της φρεγάτας FDI «Amiral Ronarc’h», της πρώτης Belharra που κατασκευάστηκε για το γαλλικό πολεμικό ναυτικό και αυτήν την περίοδο ολοκληρώνει το τρίτο στάδιο των θαλάσσιων δοκιμών. Ο ιστότοπος Naval News εξασφάλισε πρόσβαση στο νεότευκτο πλοίο από το γαλλικό ναυτικό και την κατασκευάστρια εταιρεία Group Naval και αποκάλυψε πολλά από τα έως τώρα καλά φυλασσόμενα «μυστικά» των FDI.
Η πρώτη «ψηφιακή» φρεγάτα διαθέτει καινοτόμα συστήματα επιτήρησης, εντοπισμού και αντιμετώπισης απειλών, αλλά και μια σειρά από σύγχρονα όπλα για όλες τις μορφές ναυτικού πολέμου. Παρά το γεγονός ότι η «Amiral Ronarc’h» θα υστερεί σε συστήματα από τις καλύτερα εξοπλισμένες ελληνικές FDI, η πορεία των δοκιμών της είναι κομβικής σημασίας για την εξέλιξη του ελληνικού προγράμματος για την ενίσχυση του στόλου επιφανείας.

Στην αιχμή της τεχνολογίας
Εντυπωσιακές είναι οι εικόνες από το κέντρο επιχειρήσεων της φρεγάτας, όπου ξεχωρίζει το σύστημα επιτήρησης 360 μοιρών. Ενα δίκτυο αισθητήρων και καμερών, τοποθετημένων στην περιφέρεια και τον ιστό του πλοίου, μεταφέρουν σε πραγματικό χρόνο, μέρα και νύχτα, εικόνα υψηλής ευκρίνειας για όσα συμβαίνουν γύρω από τη φρεγάτα, προστατεύοντας το πλήρωμα από ασύμμετρες απειλές.

Τα δεδομένα προβάλλονται σε μια «ψηφιακή γέφυρα» –έναν κόμβο από οθόνες και ψηφιακούς χάρτες– όπου μαζί με τις υπόλοιπες πληροφορίες που προέρχονται από το ραντάρ Sea Fire και τα συστήματα επικοινωνίας του πλοίου, γίνεται η σύνθεση της τακτικής εικόνας επιχειρήσεων.

Στα «ατού» των FDI η αρθρωτή σχεδίαση, βάσει της οποίας, το πλήρωμα μπορεί να έχει πρόσβαση σε όλα τα κρίσιμα συστήματα από τερματικούς σταθμούς που είναι διάσπαρτοι στο πλοίο. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζονται η επιβιωσιμότητα και η μαχητική ικανότητα της FDI ακόμη και αν δεχθεί πλήγμα στη γέφυρα.

Η ελληνική διαμόρφωση (Standard II) των φρεγατών FDI θα περιλαμβάνει επιπλέον συστήματα, τα οποία ζήτησε το Πολεμικό Ναυτικό, ώστε οι ελληνικές Belharra να ανταποκρίνονται στις υψηλές απαιτήσεις του επιχειρησιακού περιβάλλοντος της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου. Μεταξύ αυτών, είναι η ύπαρξη 32 κελιών για τους αντιαεροπορικούς πυραύλους Aster 30 έναντι 16 της γαλλικής διαμόρφωσης και η προσθήκη του αντιπυραυλικού συστήματος εγγύς προστασίας RAM. Οι ελληνικές FDI θα είναι εφοδιασμένες με πυροβόλο Oto Melara 76 χιλιοστών, 8 αντιπλοϊκούς πυραύλους Exocet και ανθυποβρυχιακές τορπίλες MU-90. Στον σχεδιασμό του υπουργείου Εθνικής Αμυνας είναι η προσθήκη πυραύλων στρατηγικής κρούσης Scalp Naval (διαμόρφωση Standard III) σε τρεις από τις τέσσερις ελληνικές FDI, ωστόσο, οι δύο πλευρές δεν έχουν προχωρήσει ακόμη σε τροποποίηση των σχετικών συμβάσεων.

Αν και η επιλογή των πλοίων έγινε με γνώμονα τις εντυπωσιακές ικανότητες αεράμυνας περιοχής, οι FDI θα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και των ανθυποβρυχιακών επιχειρήσεων, καθώς είναι εξοπλισμένες με σόναρ μεταβλητού βάθους CAPTAS-4 και οργανικό ελικόπτερο MH-60 Romeo, το οποίο θεωρείται το κορυφαίο ανθυποβρυχιακό ελικόπτερο στον κόσμο. Στον αέρα, το ραντάρ Sea Fire εξασφαλίζει τον εντοπισμό και την παρακολούθηση έως 800 στόχων σε αποστάσεις που ξεπερνούν τα 300 χιλιόμετρα και εγγυάται την ταυτόχρονη εμπλοκή των πιο επικίνδυνων απειλών. Τα πρώτα δείγματα από την ενεργοποίηση του ραντάρ στην πρώτη ελληνική FDI «Κίμων» ικανοποίησαν απόλυτα τις προσδοκίες του Πολεμικού Ναυτικού, ενώ, εντός του 2025 αναμένεται η έναρξη των θαλάσσιων δοκιμών του πλοίου.

Μη επανδρωμένα
Οι ελληνικές FDI, εκτός από το οργανικό ελικόπτερο, θα είναι εξοπλισμένες και με μη επανδρωμένα ελικόπτερα τύπου Camcopter S-100. Το πρόγραμμα που έλαβε την έγκριση της Βουλής και του ΚΥΣΕΑ, τον Ιούλιο του 2024, προχωρά προς υλοποίηση και περιλαμβάνεται στην «Ατζέντα 2030» για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, που προωθεί το υπουργείο Εθνικής Αμυνας.


Ο Νίκος Δένδιας επισκέφθηκε το πρωί της Παρασκευής τις εγκαταστάσεις της κατασκευάστριας εταιρείας Schiebel, όπου ενημερώθηκε για τα μη επανδρωμένα αεροχήματα που θα αποκτήσει σύντομα το Πολεμικό Ναυτικό. Πρόκειται για μία ευέλικτη αυτόνομη πλατφόρμα με δυνατότητες επιτήρησης, αναγνώρισης και στοχοποίησης απειλών, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε ρόλους έρευνας και διάσωσης. Το Πολεμικό Ναυτικό θα αποκτήσει συνολικά τέσσερα συστήματα, δηλαδή οκτώ αεροχήματα έναντι 41 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία θα προσφέρουν πολλαπλά οφέλη στις μονάδες επιφανείας του στόλου.