«Τους επόμενους μήνες θα γίνει στην Αγκυρα το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας με την παρουσία του Ελληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και των αντιπροσωπειών τους», τόνισε σε συνέντευξη στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης.
Ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας ανέφερε ότι δεν έχουν οριστεί ακόμα οι ημερομηνίες για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας. Ωστόσο, το Συμβούλιο θα προετοιμαστεί στον νέο γύρο του πολιτικού διαλόγου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που θα γίνει 20 και 21 Ιανουαρίου. Επομένως, σημείωσε, δρομολογείται το επόμενο στάδιο.
«Μέσω του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας θα βρεθούν οι δύο ηγέτες με τον παραδοσιακό τρόπο που βρίσκονται, δηλαδή και κατ’ ιδίαν και με την παρουσία των υπουργών Εξωτερικών και των διπλωματικών τους συμβούλων. Θέλω να σας πω όμως το ακόλουθο: Το γεγονός ότι μπορεί να μην βρέθηκαν, δεν σημαίνει αναγκαστικώς ότι υπάρχει κρίση στις σχέσεις, όπως επίσης και το αντίστροφο. Το ότι βρισκόμαστε, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι συμφωνούμε σε όλα», δήλωσε ο κ. Γεραπετρίτης και συνέχισε:
«Εκείνο, το οποίο επιδιώκουμε, είναι να επέλθει μία σχέση κανονικότητας. Να το πω διαφορετικά. Εγώ από την πρώτη μέρα είπα είναι οι γείτονές μας, θα πρέπει να συνομιλούμε. Δεν θα πρέπει να είναι είδηση το γεγονός ότι βρισκόμαστε για να μπορέσουμε να συζητούμε για τα τεράστια θέματα, τα οποία είναι κοινού ενδιαφέροντος, τις μεγάλες κοινές προκλήσεις. Αρα, δεν χρειάζεται από μια συνάντηση ηγετών ή από ένα Ανώτατο Συμβούλιο να παράγονται κατ’ ανάγκην μεγάλες συμφωνίες και διακηρύξεις. Θα πρέπει να βρισκόμαστε και να συζητούμε. Αυτό είναι το αναγκαίο και το επιβάλει η γεωγραφία μας».

Ο κ. Γεραπετρίτης, σημείωσε επίσης ότι «οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών δεν έκλεισαν ποτέ». Οπως είπε, «είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρχουν οι δίαυλοι αυτοί, έτσι ώστε να μπορούμε να προλαμβάνουμε, αντί να τρέχουμε πίσω από τα γεγονότα».
Δεν υπήρξε, συνεπώς, καμία κατάργηση των ήρεμων νερών, υπογράμμισε ο υπουργός. «Τα ήρεμα νερά είναι μια επιλογή του πρωθυπουργού, μια βασική θεμελιώδης πολιτική επιλογή. Μας έδωσε πολύ χρόνο να ανασυνταχτούμε και για την άμυνά μας και για την οικονομία μας και για τη διπλωματία μας. Και νομίζω ότι τα οφέλη θα φανούν, διότι σήμερα η Ελλάδα είναι πολύ ισχυρότερη από ότι ήταν στο παρελθόν».

