Ενόσω οι απειλές του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τη Γροιλανδία δείχνουν να έχουν το τελευταίο διάστημα αμβλυνθεί, ένεκα και των προσπαθειών λείανσης των συμμαχικών διαφορών από το Βασίλειο της Δανίας -συνιστώσα του οποίου αποτελεί το αυτόνομο και πλούσιο σε σπάνιους πόρους αρκτικό νησί- η Μόσχα ρίχνει νέο «λάδι» στη γεωπολιτική «φωτιά» που σιγοκαίει γύρω από την στρατηγικής σημασίας Αρκτική.
«Σε περίπτωση απότομης επιδείνωσης της διεθνούς κατάστασης, οι συνέπειες της οποίας θα θέσουν σε κίνδυνο και την κατάσταση στην Αρκτική, η Ρωσία θα αναγκαστεί να λάβει τα κατάλληλα στρατιωτικο-τεχνικά μέτρα για να αντιμετωπίσει επαρκώς τις αναδυόμενες απειλές», προειδοποίησε τις προάλλες ο Ρώσος πρέσβης στη Δανία, Βλαντίμιρ Μπάρμπιν, μιλώντας στο πρακτορείο RIA Novosti.
Εν μέσω κρίσιμης καμπής στον πόλεμο στην Ουκρανία και αλλαγής στάσης από τον πρόεδρο Τραμπ, η Ρωσία δείχνει να αισθάνεται ότι ο κλοιός γύρω της στενεύει.
Στο φόντο είναι μεταξύ άλλων και η επικύρωση τον Ιούνιο από το δανέζικο κοινοβούλιο νέου αμυντικού συμφώνου μεταξύ Ουάσινγκτον-Κοπεγχάγης, δύο νατοϊκών συμμάχων.
Παρέχει πρακτικά στις ΗΠΑ εκτεταμένη πρόσβαση σε στρατιωτικές βάσεις σε τρεις πόλεις της Δανίας (Κάρουπ, Σκρίντστρουπ και Άαλμποργκ), επιτρέποντας -μεταξύ άλλων- στον αμερικανικό στρατό να επιχειρεί από αυτές τις τοποθεσίες και να αποθηκεύει στρατιωτικό εξοπλισμό, με αυτόνομη νομική δικαιοδοσία.
Υπογεγραμμένη τον Δεκέμβριο του 2023 επί της προεδρίας Μπάιντεν, η συμφωνία ολοκληρώθηκε μετά την επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, τις απειλές του ακόμη και για χρήση στρατιωτικής βίας για προσάρτηση της Γροιλανδίας -όπου οι ΗΠΑ έχουν μόνιμη στρατιωτική βάση- και της ανακοίνωσης των σχεδίων του για τον «Χρυσό Θόλο».
Τη νέα αντιπυραυλική ασπίδα των ΗΠΑ και πιο προηγμένη του είδους της στον κόσμο.
Οι δηλώσεις Μπάρμπιν εκλαμβάνονται από αναλυτές ως αντανάκλαση των ανησυχιών της Ρωσίας ότι το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να μετατρέψει την Αρκτική σε «εφαλτήριο για πιθανή σύγκρουση», όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο πρόεδρος Πούτιν.


Σε τεντωμένο σχοινί
Πλούσια σε ανεκμετάλλευτα ενεργειακά αποθέματα και προσφέροντας πιο σύντομες ναυτιλιακές διόδους με το λιώσιμο των πάγων, η Αρκτική μετατρέπεται σε βασικό θέατρο στρατηγικού ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.
Εδώ και καιρό κυρίαρχος παράγοντας στην περιοχή, η Ρωσία είναι απομονωμένη από τη Δύση εξαιτίας της εισβολής της στην Ουκρανία.
Επιδιώκοντας να επεκτείνει την επιρροή της στην Αρκτική, παρότι δεν έχει εκεί εδάφη, η Κίνα προσπαθεί να αποκτήσει έρεισμα, μέσω της συμμαχίας της με τη Μόσχα.
Οι ΗΠΑ έχουν ήδη αυξήσει εν τω μεταξύ το στρατηγικό «ποντάρισμα» στη Γροιλανδία.
Σε αυτό το φόντο, η Μόσχα προχώρησε μέσα στον Ιούλιο σε μια ισχυρή επίδειξη ισχύος.
Κάτω από τους πάγους της Αρκτικής έκανε δοκιμή του νεότερου πυρηνοκίνητου υποβρυχίου της.
Πιστεύεται ότι είναι οπλισμένο με αυτόνομα πυρηνικά drones ικανά να παρακάμπτουν τα παραδοσιακά συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας και να εξαπολύουν καταστροφικές υποβρύχιες επιθέσεις κάτω από τους πολικούς πάγους.
Αψηφώντας παράλληλα τις δυτικές κυρώσεις και τις νέες απειλές του Αμερικανού προέδρου Τραμπ για πρόσθετες, και δη δευτερογενείς, η Ρωσία αναβιώνει το αρκτικό έργο Arctic LNG 2.
Αυξάνει εδώ και ένα μήνα την παραγωγή, ενεργοποιώντας έναν «σκιώδη στόλο» δεξαμενόπλοιων για εξαγωγές, σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg.
Μόλις απέρριψε, δε, απερίφραστα ως «τρομερό έγκλημα» κάθε συζήτηση επί μιας αμερικανικής ιδέας για «ειρηνική και ρεαλιστική» εξαγορά των ρωσικών στρατηγικής σημασίας Νήσων Κομαντόρσκι στο Βόρειο Ειρηνικό.
Προέκυψε με ένα σιβυλλικό άρθρο, γραμμένο από έναν Αμερικανό αντισυνταγματάρχη που υπηρετεί στην Εσθονία, που μάλιστα ορίζει και το τίμημα -15 δισεκατομμύρια δολάρια- για την απόκτηση από τις ΗΠΑ αυτής της συστάδας άγονων και αραιοκατοικημένων νησιών στη Βερίγγειο Θάλασσα, επικαλούμενος ως πρότυπο την αγορά της Αλάσκας από τη Ρωσία το 1867.
«Θα μπορούσε να ενισχύσει την ασφάλεια στην Αρκτική», επισημαίνει, «και να επιβεβαιώσει την αμερικανική ηγεσία σε μια ταχέως εξελισσόμενη περιοχή».
Ως βασικό στόχο αναφέρει την αντιμετώπιση «πιθανής κινεζικής υποβρύχιας δραστηριότητας στον Αρκτικό Ωκεανό».


Από τον βορρά, έως νότο
«Η Αρκτική έχει μετατραπεί σε μείζον ζήτημα στη γεωπολιτική, επειδή αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς το εμπόριο, η χρηματοδότηση, η αυτονομία των αυτοχθόνων, η κλιματική αλλαγή, οι στρατιωτικές συμμαχίες, η υποθαλάσσια δολιοφθορά, οι ανταγωνισμοί μεταξύ μεγάλων δυνάμεων και η διαμάχη πέριξ του ουκρανικού συνδέονται μεταξύ τους», συνόψισε εύγλωττα την κατάσταση, σε πρόσφατες δηλώσεις του στο Newsweek, ο Κλάους Ντοντς, καθηγητής γεωπολιτικής στο Πανεπιστημίου του Λονδίνου.
«Είναι μια πρόγευση του πώς τρεις μεγάλες δυνάμεις -η Κίνα, η Ρωσία και οι ΗΠΑ- επιδεικνύουν τη στρατιωτική και οικονομική τους ισχύ στην επιδίωξη στρατηγικού και ενεργειακού πλεονεκτήματος».
Αλλά δεν είναι μόνο η πολική Αρκτική που μετατρέπεται σε «θερμό» μέτωπο.
Οι κινήσεις της Μόσχας και του Πεκίνου προκαλούν εδώ και καιρό ανησυχίες και στον νότιο πόλο, στην Ανταρκτική.
Νωρίτερα φέτος, η Κίνα ανακοίνωσε σχέδια για την κατασκευή ενός έκτου μόνιμου ερευνητικού σταθμού στην Ανταρκτική.
Η δε Ρωσία ανοίγει ξανά και αναβαθμίζει σταθμούς, ενώ κατασκευάζει έναν νέο διάδρομο προσγείωσης για αεροσκάφη.
Οι φόβοι εντείνονται ότι τα σχέδιά τους μπορεί να συνδέονται με εξορυκτικές ή στρατιωτικές φιλοδοξίες, που έρχονται σε αντίθεση με τις ειρηνικές αρχές διακυβέρνησης της Συνθήκης της Ανταρκτικής.
Αλλά το κενό που έχει αφήσει ο Λευκός Οίκος με τις μεγάλες περικοπές στη χρηματοδότηση της επιστημονικής έρευνας των ΗΠΑ στην περιοχή εκτιμάται ότι δεν μένει ανεκμετάλλευτο από τις δύο αντίπαλες πυρηνικές δυνάμεις.
Το διακύβευμα και εδώ είναι η μελλοντική πρόσβαση σε σπάνιους φυσικούς πόρους, η ενίσχυση της γεωπολιτικής επιρροής και η απόκτηση ηγεμονικού ερείσματος (και) στη νοτιότερη ήπειρο της Γης.
«Η γεωπολιτική ένταση και η προοπτική πιθανών ορυκτών αποθεμάτων θέτουν σε κίνδυνο την ειρήνη και την προστασία του περιβάλλοντος στην Ανταρκτική», αναφέρει σε έκθεση η Επιτροπή Περιβαλλοντικού Ελέγχου του βρετανικού κοινοβουλίου, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα.
«Τα πιθανά αποθέματα πετρελαίου, άνθρακα και σιδηρομεταλλεύματος ενέχουν κίνδυνο μελλοντικών συγκρούσεων».