Γιατί άνοιξε το μέτωπο με Καραμανλή

Κοινοποίηση

Φόρτωση Text-to-Speech…

Ο διαχωρισμός ήταν μόνιμος. Αλλο ο Αντώνης Σαμαράς και άλλο ο Κώστας Καραμανλής. Το Μέγαρο Μαξίμου και προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν «έβαζαν ποτέ πακέτο» τους δύο πρώην πρωθυπουργούς για πολλούς λόγους. Πρώτον, ο κ. Καραμανλής επέλεγε πάντα, παρά την κριτική του, διαφορετικούς, πιο ήπιους, τόνους από τον Μεσσήνιο διάδοχό του. Απέφευγε δηλαδή τη μετωπική σύγκρουση και έστελνε μηνύματα διά της τεθλασμένης που μεταβολίζονταν πιο εύκολα.

Δεύτερον, το Μαξίμου στρατηγικά επέλεγε να μη βάλει και τους δύο πρώην απέναντι, κρατώντας αλώβητο τον ομφάλιο λώρο με τον έναν εκ των δύο. Ακόμα και αν επί της ουσίας η σχέση μεταξύ Μαξίμου και Παναγή Κυριακού ήταν ανύπαρκτη, το γεγονός ότι με τον κ. Καραμανλή κρατούνταν δημοσίως οι τύποι, σε αντίθεση με τον Αντώνη Σαμαρά, έδινε μία αίσθηση πως θα μπορούσε στο μέλλον να επιχειρηθεί κάποιου είδους επαναπροσέγγιση.

Ο τρίτος λόγος της μέχρι τώρα διαφορετικής αντιμετώπισης έχει να κάνει με το όνομα. Ο κ. Καραμανλής, φέροντας το επώνυμο του ιδρυτή της παράταξης, κρατάει για πολλούς το χρυσόβουλο της γνησιότητας της Νέας Δημοκρατίας, έχοντας σταθερή απήχηση στην εκλογική βάση του κόμματος. Συνεπώς η ανοιχτή αντιπαράθεση μαζί του θα είχε πολλαπλούς κινδύνους.

Οι βολές

Και ξαφνικά το μέτωπο άνοιξε. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με δύο φράσεις του στη συνέντευξη που παραχώρησε στον ΣΚΑΪ έκοψε τον ομφάλιο λώρο με την περίοδο Καραμανλή, λέγοντας πως δεν θυμάται «μεταξύ του 2004 και 2009 ποια σημαντική πρωτοβουλία ανελήφθη στα ελληνοτουρκικά», κατηγορώντας εκείνη την κυβέρνηση πως καθόταν στον θρόνο μιας «μακάριας ακινησίας», μία φράση που αποδομεί και το «δόγμα Μολυβιάτη», του γκουρού της καραμανλικής οπτικής στην εξωτερική πολιτική.

Πώς φτάσαμε εκεί και γιατί; Για όποιον ξέρει να διαβάζει πίσω από τις λέξεις, την τροχιοδεικτική βολή την είχε ρίξει από το περασμένο Σάββατο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, κάνοντας σκληρή κριτική στον στενό φίλο του πρώην πρωθυπουργού Γιάννη Βαληνάκη, που ασκεί διαρκώς οξεία κριτική στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης. Οπως φάνηκε, η επίθεση στον κ. Βαληνάκη ήταν προπομπός για τις βολές κατά του ίδιου του Καραμανλή και της διακυβέρνησής του. 

«Πονηρή» κριτική – Η κριτική στα εθνικά θέματα αποτελεί για τον κ. Μητσοτάκη κόκκινη γραμμή, καθώς τη θεωρεί «και άδικη και πολύ πονηρή», με στόχο την υπονόμευση της κυβέρνησης σε έναν τομέα πολύ ευαίσθητο για την Κεντροδεξιά. 

Οσο και αν η τοποθέτηση ξάφνιασε πολλούς εντός και εκτός Ν.Δ., για τους στενούς συνομιλητές του πρωθυπουργού «ήταν θέμα χρόνου» και εξηγούν γιατί. Η κριτική στα εθνικά θέματα αποτελεί για τον κ. Μητσοτάκη κόκκινη γραμμή, καθώς τη θεωρεί «και άδικη και πολύ πονηρή», με στόχο την υπονόμευση αυτής της κυβέρνησης σε έναν τομέα πολύ ευαίσθητο για την Κεντροδεξιά.

Στο Μαξίμου θεωρούν πως η συνεχής προσπάθεια κύκλων να κολλήσουν τη «ρετσινιά» της «ενδοτικότητας» στην κυβέρνηση τη χτυπά στο μαλακό υπογάστριο με συνέπειες τόσο άμεσες, δηλαδή τις επόμενες εκλογές, όσο και μακροπρόθεσμες, όταν αποτιμηθεί το συνολικό έργο της έπειτα από χρόνια. Συνεπώς ο κ. Μητσοτάκης αποφάσισε πολύ συνειδητά και όχι εν βρασμώ, να τραβήξει μία κόκκινη γραμμή ακόμα και αν αυτή περιελάμβανε κριτική στον Κώστα Καραμανλή.

Υπάρχει όμως και άλλη εξήγηση: Ο κ. Μητσοτάκης διανύοντας τη δεύτερη θητεία του και διεκδικώντας από θέση ισχύος μία τρίτη θητεία που θα του δώσει το ιστορικό προνόμιο να γίνει ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης, με τη διαχωριστική γραμμή που τράβηξε από την κυβέρνηση Καραμανλή χάραξε «τον δικό του τον δρόμο». Πιο απελευθερωμένος και πιο σίγουρος για τα πεπραγμένα του, δεν θεωρεί πως έχει ανάγκη να λογοδοτεί στο παρελθόν, ακόμα και αν αυτό είναι της δικής του παράταξης. Εξάλλου, όπως σημειώνουν άλλες κυβερνητικές πηγές, δεν μπορεί να έχουν δικαίωμα κριτικής μόνον οι πρώην πρωθυπουργοί και όχι ο νυν.

«Δεν θέλει ρήξη»

Η κριτική Μητσοτάκη προκάλεσε ένα υπόγειο τσουνάμι στην Κεντροδεξιά καθώς πολλοί βουλευτές ένιωσαν αμηχανία για το τι θα λένε εάν ερωτώνται για την περίοδο της διακυβέρνησης 2004-2009. Η αμηχανία της κοινοβουλευτικής ομάδας έφτασε στο Μαξίμου, με βασικό δίαυλο την Ντόρα Μπακογιάννη που ήταν άλλωστε επί τρία χρόνια και υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή. Η κ. Μπακογιάννη άκουσε τους προβληματισμούς, ενίοτε και τη δυσαρέσκεια, των βουλευτών και επιχείρησε να λειτουργήσει κατευναστικά, καθώς φύσει και θέσει σε αυτή τη διελκυστίνδα βρίσκεται στη μέση. H επιλογή και του Μαξίμου, πάντως, από την επόμενη μέρα ήταν να πέσουν οι τόνοι. Χαρακτηριστικό είναι πως αρμόδιες πηγές έλεγαν ότι «δεν επιδιώκουμε τη ρήξη με τον κ. Καραμανλή», απλώς ο πρωθυπουργός «έβαλε όριο στην άδικη κριτική». Και με αυτόν τον τρόπο θα πορευτεί το επόμενο διάστημα.

Σε ρόλο ειρηνοποιού – Η Ντόρα Μπακογιάννη –υπουργός Εξωτερικών επί Καραμανλή– άκουσε τους προβληματισμούς «γαλάζιων» βουλευτών και επιχείρησε να λειτουργήσει κατευναστικά, καθώς σε αυτή τη διελκυστίνδα
βρίσκεται στη μέση.

Είναι γεγονός, πάντως, ότι η κριτική Μητσοτάκη στην περίοδο Καραμανλή αποτελεί τομή για τα εσωκομματικά της Νέας Δημοκρατίας και μία έκδηλη αλλαγή πλεύσης. Δεν είναι άλλωστε λίγοι εκείνοι που εισηγούνταν ήδη ότι πηγαίνοντας προς τις εκλογές ο κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να τείνει εκ νέου χείρα φιλίας προς τον κ. Καραμανλή, ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή συσπείρωση του κυβερνώντος κόμματος. Το timing μάλιστα το θεωρούσαν ιδανικό καθώς ο κ. Καραμανλής το τελευταίο διάστημα έδειχνε να παίρνει αποστάσεις από την πιθανή δημιουργία κόμματος από τον Αντώνη Σαμαρά.

Απάντηση αργότερα

Η πλευρά Καραμανλή έως τώρα τηρεί σιγήν ιχθύος. Ο πρώην πρωθυπουργός ζυγίζει πολύ τα δεδομένα προτού επιχειρήσει να απαντήσει στις αιχμές του πρωθυπουργού. Παρά το γεγονός ότι από την πλευρά του πρώην πρωθυπουργού δεν υπάρχει η παραμικρή αντίδραση, θεωρείται βέβαιο πως ο κ. Καραμανλής στην πρώτη δημόσια παρέμβαση που θα κάνει το φθινόπωρο θα απαντήσει στον κ. Μητσοτάκη. Ο

ι πληροφορίες, πάντως, που λένε ότι ο κ. Καραμανλής «ενοχλήθηκε σφόδρα» ή ακόμα και «αιφνιδιάστηκε» από την επίθεση Μητσοτάκη, δεν επιβεβαιώνονται από το περιβάλλον του πρώην πρωθυπουργού, κάτι που, όπως σημειώνουν άνθρωποι που γνωρίζουν τον κ. Καραμανλή, «είναι χειρότερο», καθώς σε αντίθεση με τον κ. Σαμαρά που είναι «ανοιχτό βιβλίο», κανείς δεν ξέρει πλέον πότε και με ποιο τρόπο θα αντιδράσει ο πρώην πρωθυπουργός.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα