Γιατί το παρελθόν δεν είναι πάντα καλός σύμβουλος

Ο Έλον Μασκ υποστήριξε δημόσια, ότι «η Ρώμη έπεσε επειδή οι Ρωμαίοι σταμάτησαν να κάνουν Ρωμαίους». Για εκείνον, η μείωση του ποσοστού γεννήσεων τον πρώτο αιώνα π.Χ. είναι καμπανάκι για τη σημερινή παγκόσμια κατάσταση, δηλαδή, ότι η δημογραφία είναι πεπρωμένο. Είναι πράγματι χρήσιμες οι ιστορικές αναλογίες από το παρελθόν για να κατανοήσουμε το παρόν; Και μπορούμε να κάνουμε τις σωστές αναλογίες εξαρχής;

Πολιτικοί επιστήμονες, όπως ο Ρόμπερτ Τζάρβις, έχουν παρατηρήσει ότι οι ιθύνοντες επιλέγουν επιλεκτικά αναλογίες που ταιριάζουν με τις ήδη υπάρχουσες πεποιθήσεις ή προκαταλήψεις τους, κάτι που μερικές φορές οδηγεί σε λανθασμένες αποφάσεις.

Πράγματι, αυτό ισχύει σύμφωνα με τον Ιβάν Κράστεβ, πρόεδρο του Κέντρου για Φιλελεύθερες Στρατηγικές στη Σόφια και τον Λέοναρντ Μπερνάντο, αντιπρόεδρο του Ιδρύματος Ανοιχτής Κοινωνίας.

Σε ανάλυσή τους στο περιοδικό Foreign Policy εξηγούν ότι η πρόχειρη χρήση κάποιων ιστορικών αναλογιών μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες.

Για παράδειγμα, η υπερβολική χρήση της αναλογίας με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης της δεκαετίας του 1930, που συμβόλιζε την άνοδο του φασισμού, και η ιστορική της συνυφασμένη, η Συμφωνία του Μονάχου του 1938, για να δηλώσουν την πολιτική της υποχωρητικότητας, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις τραγικές αποφάσεις της Ουάσιγκτον στο Βιετνάμ και στο Ιράκ.

«Οι αναλογίες γοητεύουν όχι μόνο επειδή δείχνουν ομοιότητες, αλλά και επειδή μας βοηθούν να υπογραμμίσουμε τις διαφορές» τονίζουν οι Κράστεβ και Μπερνάντο. Ωστόσο, «το επαναστατικό πνεύμα του προγράμματος του Τραμπ διαφέρει εμφανώς από την πολιτική της περεστρόικα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, αν και η ρωσική ελίτ εξακολουθεί να βλέπει τον Τραμπ ως μια φιγούρα παρόμοια με τον Γκορμπατσόφ, που θα σοκάρει το αμερικανικό σύστημα και θα προκαλέσει την πτώση του».

Ομοίως, ο Τραμπ έχει γίνει αντικείμενο άστοχων συγκρίσεων με την Πολιτιστική Επανάσταση. Όλες οι αναλογίες δεν είναι ίδιες.

Παίζουν ρόλο και οι συγκυρίες

Οι δύο συντάκτες προσθέτουν στη συνέχεια ότι η ευρεία χρήση ιστορικών αναλογιών μπορεί επίσης να καθορίζεται από τις συγκυρίες και όχι μόνο από την αντίληψή μας για το παρελθόν.

Για παράδειγμα, η αντίδραση της Δύσης στην προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014 πιθανόν επηρεάστηκε από τον εορτασμό της εκατονταετηρίδας της έκρηξης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη. Η πληθώρα πολιτιστικών εκδηλώσεων εκείνης της περιόδου ενίσχυσε μια διανοητική συζήτηση όπου κάποιοι υποστήριξαν ότι πρέπει να φοβόμαστε όχι την αδράνεια, αλλά την υπερβολική αντίδραση.

Είναι πιθανό πως αν η πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989 δεν συνέπιπτε με τη διακοσιοστή επέτειο της Γαλλικής Επανάστασης, η ερμηνεία των αλλαγών στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη θα ήταν διαφορετική.

«Αυτό που σήμερα θεωρούμε επανάσταση ίσως τότε να είχε χαρακτηριστεί ως κρατική κατάρρευση, αυτοκρατορική εξάντληση ή ακόμη και αντι-αυταρχική κοινωνική κινητοποίηση. Όμως, όχι απαραίτητα επανάσταση, αναφέρουν» τονίζουν.

Παραμένει χρήσιμο εργαλείο

Ωστόσο στην ανάλυση τους, οι δύο ειδικοί επισημαίνουν ότι παρόλο που οι ιστορικές αναλογίες είναι επικίνδυνες και συχνά τυχαίες, παραμένουν πολύτιμα νοητικά εργαλεία για να χαρτογραφήσουμε τις επιλογές που έχουν οι υπεύθυνοι πολιτικής.

«Σε αντίθεση με άλλα αναλυτικά εργαλεία, οι αναλογίες μας βοηθούν να καταλάβουμε πώς νιώθουν οι υπεύθυνοι για μια συγκεκριμένη κρίση. Μετρούν την έντασή της. Η σύγκριση της τρέχουσας κατάστασης με τη δεκαετία του 1930 ή του 1970 αποκαλύπτει έναν συγκεκριμένο βαθμό ανησυχίας και συναγερμού» αναφέρουν.

Και ενώ αμφίβολες αναλογίες έχουν οδηγήσει σε πολλές κακές αποφάσεις, είναι κρίσιμες για την υπέρβαση της κρίσης προσανατολισμού.

Οι ιστορικές αναλογίες παρέχουν ένα γνωστικό πλαίσιο για να οργανώσουμε πληροφορίες και να κατανοήσουμε τον κόσμο. Βοηθούν τους υπεύθυνους πολιτικής να συνδέσουν το παρόν με το παρελθόν, προσφέροντας έναν τρόπο να απλοποιήσουν πολύπλοκες καταστάσεις και να τις καταστήσουν πιο κατανοητές. Οι ιστορικές αναλογίες επιτρέπουν να βλέπουμε το άγνωστο ως κάτι οικείο.

Είναι λιγότερο ευρωκεντρικές οι αναλογίες

Επίσης, έχουν ορισμένα πλεονεκτήματα στο σημερινό πλαίσιο, αναφέρουν οι δύο ειδικοί.

«Σε αντίθεση με τις προφητείες μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, οι ιστορικές αναλογίες τείνουν να είναι λιγότερο ευρωκεντρικές και πιο ριζωμένες σε μια ποικιλία εθνικών ιστοριών. Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, οι δυτικές φιλελεύθερες δημοκρατίες θεωρούνταν το πρότυπο για τον μελλοντικό κόσμο, ενώ το πώς οι λαοί εκτός Ευρώπης ή των ΗΠΑ προσπαθούσαν να κατανοήσουν τις ριζικές πολιτικές αλλαγές που οι ίδιοι βίωναν, ενδιαφέραν ελάχιστα. Τώρα, υπάρχει μια αυξανόμενη αναγνώριση ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε έναν κόσμο σε ροή αν αγνοούμε τις ιστορικές αναλογίες που χρησιμοποιούνται σε διάφορες γωνιές του πλανήτη» λένε.

Προσθέτουν δε, πως δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι, ενώ για πολλούς στη Δύση η κρίση της διεθνούς τάξης ερμηνεύεται ως επιστροφή στον φασισμό, στην Κίνα ερμηνεύεται διαφορετικά — ως ο ευπρόσδεκτος και οριστικός τερματισμός της παρατεταμένης «αιώνιας ταπείνωσης» της χώρας» τους.

Επιπλέον, οι ιστορικές αναλογίες είναι επίσης λιγότερο επιρρεπείς σε ομαδική σκέψη (groupthink) σε σύγκριση με ιδεολογίες ή θεωρίες.

«Ο πολιτικός επιστήμονας Γιούεν Χονγκ περιέγραψε την αμερικανική λήψη αποφάσεων στον Πόλεμο του Βιετνάμ ως «πόλεμο αναλογιών». Οι υπεύθυνοι πολιτικής και οι στρατηγιστές υπερασπίζονταν τις θέσεις τους κινητοποιώντας διαφορετικές ιστορικές αναλογίες. Η σκέψη μέσω ιστορικών αναλογιών ενισχύει τη δημοκρατική λήψη αποφάσεων καθώς ενδυναμώνει την πολιτική επικοινωνία. Σε αντίθεση με αφηρημένες αναλυτικές έννοιες, οι ιστορικές αναλογίες γεμίζουν τον κόσμο της λήψης αποφάσεων με ιστορικές προσωπικότητες και λεπτομέρειες, καθιστώντας τις απόψεις τους κατανοητές στο κοινό».

Πηγή

Tελευταία Nέα