Τη στιγμή που η διατήρηση των σημερινών ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση -τουλάχιστον έως το 2030- φαίνεται να κερδίζει έδαφος, για τον Economist δεν θα έπρεπε να υπάρχει ούτως ή άλλως πανικός: Οι σημερινοί ηλικιωμένοι είναι «ζωηροί», άρα μπορούν να… εργάζονται να προσφέρουν στα δημόσια ταμεία.
Πολλοί, πιστεύουν ότι τη διογκούμενη μεταβίβαση πόρων είναι αναπόφευκτη, καθώς το κράτος δεν μπορεί να μην ενισχύει τους ηλικιωμένους καθώς ο λόγος συνταξιούχων προς εργαζομένους αυξάνεται.
Ωστόσο οικονομολόγοι, που επικαλείται ο Economist, αρχίζουν να εξετάζουν την ιδέα ότι ένας γηράσκων πληθυσμός δεν χρειάζεται να αποτελεί τόσο μεγάλη τροχοπέδη για την οικονομία, διότι οι μεγαλύτεροι εργάζονται περισσότερο και πιο παραγωγικά από παλιά, ζουν περισσότερο και αποταμιεύουν πλούτο.
Παρά τη γήρανση των κοινωνιών, η απασχόληση στις ανεπτυγμένες οικονομίες έχει αυξηθεί ελαφρά από το 2000 ως μερίδιο του συνολικού πληθυσμού, διαπίστωσαν φέτος οικονομολόγοι της Goldman Sachs. Καθώς το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση αυξήθηκε από τα 78 στα 82 έτη, η διάμεση πραγματική διάρκεια του εργασιακού βίου ανέβηκε από τα 34 στα 38 χρόνια.
Έτσι οι γηράσκουσες κοινωνίες τα τελευταία χρόνια κατέληξαν να έχουν περισσότερους εργαζομένους για κάθε εξαρτώμενο, όχι λιγότερους, λέει το βρετανικό δημοσίευμα προσθέτοντας ότι οι μεγαλύτεροι γίνονται πιο παραγωγικοί. Ένα άτομο 70 ετών το 2022 είχε τη νοητική ικανότητα ενός 53χρονου το 2000, σύμφωνα με δεδομένα που επεξεργάστηκε το ΔΝΤ. Η βελτίωση στους άνω των 50 είναι τόσο μεγάλη ώστε, χρησιμοποιώντας τη σχέση ανάμεσα στη «νοητική ισχύ» και το εισόδημα, συνεπάγεται αύξηση 30% των μέσων αποδοχών όσων εργάζονται.
Η αυξανόμενη υγιής μακροζωία βοηθά με ένα άλλο φοβούμενο πρόβλημα, αναφέρει ο Economist: την παγκόσμια πτώση της γονιμότητας. Ο μέσος δείκτης γονιμότητας που απαιτείται ώστε οι γεννήσεις να συμβαδίζουν με τους θανάτους θεωρείται 2,1 παιδιά ανά γυναίκα. Όμως αν το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται με ρυθμό 0,25 έτους τον χρόνο -το ιστορικό πρότυπο στον πλούσιο κόσμο- ο δείκτης αντικατάστασης πέφτει μόλις στο 1,6–1,7, υπολογίζουν οι οικονομολόγοι της Goldman. Αυτό σημαίνει ότι πολλές πλούσιες χώρες θα έβλεπαν τους πληθυσμούς τους να αυξάνονται τις τελευταίες δεκαετίες ακόμη κι αν δεν υπήρχε μετανάστευση.
Στη συνέχεια, ο Economist υπογραμμίζει ότι ένας γηραιότερος πληθυσμός θα πρέπει να σημαίνει χαμηλότερα πραγματικά επιτόκια. Οι ηλικιωμένοι, έχοντας συσσωρεύσει περιουσιακά στοιχεία στον εργασιακό τους βίο, τα απομειώνουν αργά· τα τεράστια χαρτοφυλάκιά τους παρέχουν άφθονη προσφορά κεφαλαίου.
«Οι πολιτικοί υποτάσσονται στις ψήφους»
Ενώ λοιπόν για τον Economist η γήρανση δεν παραμένει δημοσιονομικό ζήτημα, το πρόβλημα εντοπίζεται στην πολιτική δύναμη των ηλικιωμένων.
«Μπορούν να αντιστέκονται σε αλλαγές στη δομή του κράτους πρόνοιας και έτσι να απολαμβάνουν τα προαναφερθέντα πλεονεκτήματα, διατηρώντας παράλληλα παροχές που ορίστηκαν όταν τα γηρατειά ήταν συντομότερα και πιο ζοφερά» αναφέρει.
Η μέση ανδρική συνταξιοδότηση διαρκεί 18 χρόνια, αλλά αυτό θα αυξηθεί στις επόμενες δεκαετίες, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Ορισμένες χώρες, πχ Φινλανδία, Ολλανδία, Πορτογαλία και Σουηδία, ανεβάζουν το όριο ηλικίας λιγότερο από ένα προς ένα σε σχέση με το προσδόκιμο, ακριβώς επειδή δεν θέλουν να μειωθεί το μερίδιο της ζωής που ζει κανείς ως συνταξιούχος.
Οι συντάξεις είναι δημοφιλείς στους νέους όσο και στους ηλικιωμένους
Καθώς οι πληθυσμοί γηράσκουν, η πολιτική μοιάζει όλο και περισσότερο με πόλεμο πλειοδοσίας: αναλύοντας τα μανιφέστα κομμάτων σε 65 χώρες, ερευνητές του ΔΝΤ διαπιστώνουν ότι τόσο τα αριστερά όσο και τα δεξιά κόμματα έχουν γίνει αισθητά πιο «επεκτατικά» στις υποσχέσεις τους από περίπου το 1990 (βλ. διάγραμμα 2). Οι μετατοπίσεις της πολιτικής ρητορικής προς τον επεκτατισμό τείνουν να ακολουθούνται από μεγαλύτερα ελλείμματα.
Πρώτον, οι συντάξεις είναι δημοφιλείς στους νέους όσο και στους ηλικιωμένους. Τέσσερις στους πέντε Αμερικανούς δήλωσαν στο Pew το 2024 ότι τα επιδόματα κοινωνικής ασφάλισης δεν πρέπει να μειωθούν με κανέναν τρόπο — άποψη που μοιράζεται ευρέως σε όλες τις δημογραφικές ομάδες. Οι ηλικιωμένοι έχουν «κλείσει» τα κράτη πρόνοιας όχι μόνο επειδή είναι μεγάλη εκλογική δεξαμενή, αλλά επειδή είναι συμπαθείς αποδέκτες.
Ο Economist εντοπίζει και το γεγονός ότι δεν έχουν αυξηθεί τόσο οι φόροι ώστε να καλύπτονται οι πληρωμές στους ηλικιωμένους, γι’ αυτό τόσες κυβερνήσεις συσσωρεύουν μεγάλα χρέη αντ’ αυτού.
Τουλάχιστον για τον Economist είναι θετικός για υψηλότερους φόρους στους οικονομικά πιο εύρωστους.