Φόρτωση Text-to-Speech…
Η νέα εθνική στρατηγική των ΗΠΑ, όπως αυτή αποτυπώθηκε και συζητήθηκε τις προηγούμενες ημέρες, δεν αποτελεί στοιχείο που διαφοροποιεί σημαντικά την ευρύτερη στάση που αναμένεται να ακολουθήσει τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η τροχιά που ακολουθεί η Ουάσιγκτον υπό τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ ήδη από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων του, σχεδόν προ 11 μηνών, ήταν πολύ σαφής, γι’ αυτό και η Αθήνα έσπευσε να προσαρμοστεί.
Κάποιες επιλογές ήταν απλές, καθώς είναι απολύτως σαφές ότι η Ουάσιγκτον αντιμετωπίζει την Ελλάδα κυρίως ως χώρα που αποτελεί προέκταση του γεωπολιτικού χώρου Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής (ως εκ τούτου και Ανατολικής Μεσογείου) και λιγότερο σαν ένα κράτος που συνδέεται με τον πυρήνα της Ε.Ε. Η αντίληψη αυτή ωθεί την Ελλάδα ακόμη πιο κοντά στους δύο βασικούς εταίρους των ΗΠΑ και του κ. Τραμπ στη περιοχή, δηλαδή το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία.
Η επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Ισραήλ την ερχόμενη εβδομάδα (22 Δεκεμβρίου) αποτελεί, φυσικά, ευκαιρία για μια συνάντηση με τον ομόλογό του Μπέντζαμιν Νετανιάχου, αλλά και την αναθέρμανση της τριμερούς με την Κυπριακή Δημοκρατία σε επίπεδο ηγεσιών, με την παρουσία, βεβαίως, του Νίκου Χριστοδουλίδη. Ο κ. Μητσοτάκης θα επισκεφθεί και τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής Αμπού Αμπάς, με σκοπό να εκδηλώσει την στήριξη της Αθήνας στη κυβέρνηση της Ραμάλα.
Και με το Ριάντ
Η σύσφιγξη των σχέσεων με το Ισραήλ στον αμυντικό τομέα, με σειρά αποφάσεων που έχουν ήδη ληφθεί και αναμένεται, επίσης, να δρομολογηθούν το επόμενο χρονικό διάστημα, ύψους σχεδόν 3,5 δισ., είναι ενδεικτική της κατεύθυνσης που ακολουθεί η Αθήνα. Ταυτοχρόνως, γίνεται εντατική και συνειδητή προσπάθεια να διευρυνθούν οι πολύ λειτουργικοί δίαυλοι της Ελλάδας με τη Σαουδική Αραβία σε ζητήματα που αφορούν την περιφέρεια, αλλά και τη στρατιωτική συνεργασία (υπενθυμίζεται ότι παραμένουν στο Βασίλειο σχεδόν 100 στελέχη της Πολεμικής Αεροπορίας με μια πυροβολαρχία «Πάτριοτ»).
Σε επαφή με Λευκό Οίκο – Η σύσφιγξη των σχέσεων με το Ισραήλ στον αμυντικό τομέα και η προσπάθεια να διευρυνθούν οι πολύ λειτουργικοί δίαυλοι με τη Σαουδική Αραβία αποτελούν εγγύηση της διατήρησης της επαφής με τον Λευκό Οίκο.
Είναι απολύτως σαφές ότι στην Αθήνα υπάρχει η αίσθηση πως η πρόσδεση σε αυτούς τους περιφερειακούς δρώντες αποτελεί εγγύηση της διατήρησης της επαφής με τον Λευκό Οίκο, μια και Ισραήλ και Σαουδική Αραβία αποτελούν συνομιλητές υψηλής αξίας για τον κ. Τραμπ. Γι’ αυτό και η Αθήνα εμφανίζεται θετική στις αρχικές προσεγγίσεις από την Ουάσιγκτον σε διάφορα ζητήματα που αφορούν τις περιφερειακές ισορροπίες, είτε αυτά αφορούν τη Μέση Ανατολή είτε την κατάσταση στην Ουκρανία, όπου η Ελλάδα ισορροπεί στην ανάγκη η Ευρώπη να κατορθώσει να βγει αλώβητη από μια ειρηνευτική διαδικασία στην οποία δεν συμμετέχει και απλώς καλείται να πληρώσει τα σπασμένα.
Η Ελλάδα φαίνεται διατεθειμένη, και αυτό έχει μεταφερθεί αρμοδίως προς την Ουάσιγκτον, να συμμετάσχει, τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Μέση Ανατολή, σε διαδικασίες που αφορούν την ανοικοδόμηση, την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, τις επενδύσεις ή και κάποια συμμετοχή με προσωπικό μακριά από το πεδίο των επιχειρήσεων. Ωστόσο, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν φαίνεται να λαμβάνεται κάποια απόφαση για ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων, ειδικά καθώς ακόμη και μεγαλύτερες και σημαντικότερες χώρες διστάζουν να αναλάβουν την ευθύνη.

Στην περίπτωση της Γάζας υπενθυμίζεται πως η Ελλάδα έχει περιοδική παρουσία στο αρχηγείο του Πολιτικοστρατιωτικού Κέντρου Συντονισμού (CMCC) που στήθηκε αμέσως μετά την εκεχειρία υπό την ηγεσία των ΗΠΑ στο Κιριάτ Γκατ του νοτίου Ισραήλ, όμως η ένταξη στη Διεθνή Δύναμη Σταθεροποίησης (ISF), προς το παρόν δεν έχει εγκριθεί, παρά το γεγονός ότι τόσο η Αθήνα όπως και οι υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. δέχονται σοβαρές πιέσεις από την Ουάσιγκτον.
Ως προς το Ουκρανικό, όπως η «Κ» είχε ήδη αναφέρει την περασμένη Κυριακή, η ανάγκη για πόρους που θα μπουν στο ταμείο PURL για την αγορά αμερικανικών όπλων που θα καταλήξουν στο Κίεβο, είχε οδηγήσει σε σοβαρές πιέσεις. Υστερα από αυτές τελικά ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης ανακοίνωσε στο ΝΑΤΟ και στους αξιωματούχους των ΗΠΑ ότι η Ελλάδα θα συμμετάσχει στην παρούσα φάση με το –μάλλον συμβολικό– ποσό των 20 εκατ. δολαρίων για το 2025, αφήνοντας τις συζητήσεις για νέα συνεισφορά το 2026 σε επόμενη φάση.
Ουκρανία και Γάζα – Η Ελλάδα φαίνεται διατεθειμένη να συνεισφέρει στην ανοικοδόμηση, στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας ή και με προσωπικό μακριά από το πεδίο των επιχειρήσεων τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Γάζα.
Στα αμιγώς διμερή, η Αθήνα επιχειρεί να διαμορφώσει συνθήκες που θα δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι ένας αξιόπιστος εταίρος των ΗΠΑ. Σε αυτή την κατεύθυνση, πάντως, δεν βοηθάει αυτή τη στιγμή το γεγονός ότι εντός της κυβέρνησης υπάρχει μια ανεπανάληπτη πολυφωνία. Σύμφωνα με άριστα πληροφορημένες πηγές, στο Μέγαρο Μαξίμου επικρατεί δυσαρέσκεια για αρκετούς υπουργούς και υφυπουργούς οι οποίοι είναι εξαιρετικά πρόθυμοι να μιλήσουν για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις ακόμη και όταν δεν είναι αρμόδιοι γι’ αυτές, όπως παρατηρήθηκε το προηγούμενο χρονικό διάστημα κατά κόρον.
Σε μία από αυτές τις περιπτώσεις, υφυπουργός βρέθηκε να συζητά με υψηλόβαθμο Αμερικανό αξιωματούχο για τη Γάζα, ενώ το χαρτοφυλάκιό του δεν έχει ουδεμία σχέση. Από διάφορες κατευθύνσεις έχει υπενθυμιστεί, άλλωστε, σε όλα αυτά τα κυβερνητικά στελέχη ότι άλλοι αρμόδιοι που μιλούν δεσμευτικά για εξωτερική πολιτική εκτός από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη, δεν υπάρχουν.
Στο Κογκρέσο
Πρόκληση για την Αθήνα αποτελεί και η κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην Ουάσιγκτον, καθώς ο Λευκός Οίκος εμφανίζεται πλήρως διαχωρισμένος από το Κογκρέσο. Το ολοένα και πιο ευρύ χάσμα ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πυλώνες της προεδρικής και της νομοθετικής εξουσίας δημιουργεί κάποιον προβληματισμό στην Αθήνα, η οποία είχε επιτύχει τα τελευταία χρόνια να αποκτήσει σημαντικές προσβάσεις τόσο στη Γερουσία όσο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Προφανώς, οι προσβάσεις αυτές παραμένουν αξιόλογες, ιδιαίτερα καθώς το Κογκρέσο εμφανίζεται να κινείται –πολλές φορές– ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης με τρόπο ενιαίο, ολοένα και περισσότερες φορές σε αντίθεση και προς τον κ. Τραμπ.

