Με προβολή την Πεμπτη στις 09/10 στο Αστορ στις 17:00, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας», η ταινία «Ο άρρωστος 1789» κάνει και την Αθηναϊκή του πρεμιέρα. Η βιωμένη και εμπνευσμένη «αποχαιρετιστήρια» πράξη της ζωής του πατέρα της σκηνοθέτι, δίνει το πρώτο υλικό για να δημιουργηθεί μια ποιητική ταινία που την παραγωγή συνυπογράφει ΕΡΤ μέσω του προγράμματος «μικροφιλμ».
Συναντήσαμε τη σκηνοθέτι διαδικτυακά της μέρες που η ταινία της έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ της Δράμας και συζητήσαμε για το θέμα και τα βιώματα που δίνουν εμπνεύσεις όχι μόνο στην τέχνη αλλά και στα μεταγενέστερα κεφάλαια ζωής.

-Πότε ένας άνθρωπος μεταμορφώνεται σε ιδιότητα με τον αριθμό του δωματίου να τον ακολουθεί σα «νέα καταγωγή»;
-Πιστεύω πως γινόμαστε αριθμοί όταν μπαίνουμε σε πλαίσιο ιδρύματος, νοσοκομείο, φυλακή, σχολείο, είτε όταν γεννιόμαστε ή πεθαίνουμε. Στην «κανονική» μας ζωή είμαστε ότι είμαστε· για τους φίλους μας και τις οικογένειες μας, οι χαρακτήρες μας. Ο άρρωστος της ταινίας γίνεται ο «άρρωστος 1789» είτε σαν ένας ακόμη άρρωστος όπως εν δυνάμει είναι όλοι οι άνθρωποι, είτε επειδή θα ενταχθεί σε μια «κλινική» που η πόρτα της έχει τον κωδικό 1789· χάνεται δηλαδή η σημασία του ίδιου του ανθρώπου που έχει για την οικογένειά του και άρα και η ίδια του η ταυτότητα, είναι μια ακόμη διάγνωση. Και κάπου εδώ σκεφτόμαστε: μήπως όλη η προηγούμενη ζωή του είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ;

–Η ταινία πρωταρχικά, αν και χωρισμένη σε κεφάλαια που θα μπορούσαν να «ξεκαθαρίσουν» την αφηγηματική της διείσδυση, επιβάλλει τον υπερρεαλισμό της με φουτουριστικούς όρους. Μήπως τελικά αυτό είναι «αναγκαίο καλό» για τις μεγάλες απώλειες που αδυνατεί ο νους μας να τις χωρίσει;
-Ναι! Απόλυτα ναι. Ο υπερρεαλισμός είναι το εργαλείο για να μεταφέρουμε το ασφυκτικό περιβάλλον της επερχόμενης απώλειας / ασθένειας σε ένα πιο «μαγικό» περιβάλλον. Την ίδια στιγμή είναι σαν να «οπτικοποιεί» την κάθοδο της οικογένειας στον Άδη. Οι άνθρωποι από τα μωρά μέχρι τους ενήλικες κλαίνε, οι διάδρομοι και τα δωμάτια καταρρέουν και οι μελλοθάνατοι «θάβονται» ζωντανοί. Επίσης η ίδια η φύση της αρρώστιας (τρέλα και κατάκλιση) είναι ένα παράλογο σύμπαν και για τον ίδιο τον άρρωστο που με τρόμο παρακολουθεί να γίνεται κάποιος άλλος -αλλά και την οικογένεια του-. Και φυσικά (ξυπνά το ερώτημα) πώς να χωρέσουμε το θάνατο; Την οριστική εξαφάνιση του αγαπημένου μπορούσα να τη σκεφτώ μόνο σαν ένα έργο τέχνης· σαν άνθρωπος νομίζω ακόμη δεν έχω αποδεχτεί και καταλάβει το θάνατο ως έννοια πραγματικά. Είναι ο ίδιος σουρεαλιστικός και εκτός της πραγματικότητας.
-Η οικογενειακή φωτογραφία σας, στο τέλος της ταινίας, πιστοποιεί μια κάποια αυθεντικότητα, όχι μόνο ως προς τα γεγονότα, αλλά και για τη διαδικασία του πρώιμου πένθους (που ανακουφίζει με πόνο τον ακόμα μεγαλύτερο πόνο που θα ακολουθήσει). Γιατί αποφασίσατε να «προδώσετε» το μη πηγή έμπνευσης σας με αυτόν τον τρόπο; Και πως το εξέλαβαν τα υπόλοιπα οικογενειακά μέλη;
-Τη φωτογραφία την έβαλα αφενός αντί αφιέρωσης και αφετέρου, -και πιο σημαντικό-, ως την απόδειξη ότι τίποτα από όσα σας έδειξα στην ταινία δεν ήταν επίπλαστο. Τη φωτογραφία την τραβήξαμε ενώ ο πατέρας μου ήταν σε κώμα και νομίζω πως το έκανα γιατί ήθελα να αποδείξω πως είμαστε εδώ όλοι ζωντανοί, να κρατήσω δηλαδή την «αύρα» του ως έργο τέχνης και εγώ με το φόβο ότι δεν θα υπάρχει σε λίγο. Κάπως έτσι πάλι «παίζω» με το να τη βάζω στο τέλος σε μια ταινία και άρα να μένει για πάντα αυτός που δεν υπάρχει.
Η μητέρα μου και η αδερφή μου νομίζω είχαν ήδη συγκινηθεί από όλη την ταινία αλλά το πολύ όμορφο για μένα είναι πως συγκίνησε και πολλούς από το κοινό που το είδαν, δεν ήξεραν την ιστορία μας, αλλά κάπου στη δικιά μας είδαν ίσως μια δική τους.
-Στηριχτήκατε και στις εξωτερικές ομοιότητες των ηθοποιών που επιλέξατε (όπως παρατηρούμε) για κάποιο άλλο εκτός από τον προφανή λόγο;
-Ήθελα σίγουρα να μοιάζουν οι ηθοποιοί μεταξύ τους επειδή είναι οικογένεια αλλά κυρίως νομίζω ήθελα να νιώσουν οικογένεια μεταξύ τους, με ένοιαζαν δηλαδή οι άνθρωποι και οι ηθοποιοί να ταιριάζουν στο γύρισμα, στην ενέργεια και λιγότερο η ομοιότητα. Είναι όμως τρομερή η ομοιότητα όντως, ειδικά στην Πηνελόπη-Μαρία και την αγαπώ πολύ γιατί έχουν και μια ιδιαίτερη σχέση στην ταινία ως κάθε μάνα κόρη ίσως και στη ζωή.
-Η ταινία σας χωρίς να είναι εσκεμμένο παραπέμπει στην τελευταία σκηνή από το «all that jazz» (Η Τελευταία Παράσταση). Τώρα που έχετε απομακρυνθεί από την παραγωγή της, αναγνωρίζετε αυτή την ομοιότητα ή κάποιες άλλες αντίστοιχες;
-Δυστυχώς δεν την έχω δει την ταινία ακόμη, τώρα που την αναφέρεις θα τη δω! Ως βασική μου αναφορά ήταν το «Next Floor» του Villeneuve με τη λογική ότι είναι μια ομάδα και έχει μια αποστολή και επίσης ήθελα το αποτέλεσμα να αποκαλύπτεται σιγά σιγά, για αυτό γέμιζε σταδιακά και όλο το δωμάτιο σαν όσο πηγαίναμε προς το θάνατο, τόσο ερχόταν όλο και περισσότερο η ζωή του/ αναμνήσεις/ αντικείμενα και έπαιρνε θέση δίπλα/ γύρω του/ από πάνω του. Μου άρεσε η ατμόσφαιρα Post – apocalyptic, μου άρεσε επίσης η ιδέα να γίνει όλο σε ένα δωμάτιο, έχουμε έναν διάδρομο και μια έξοδο κινδύνου αλλά δεν μπορεί να φύγει ποτέ από το νοσοκομείο (όπως δεν μπορούσαμε και εμείς). Υπήρχε επίσης μια ταινία πειραματική που είχα δει σε ένα σεμινάριο του Πρωτοποριακού Κινηματογράφου το 2009 στην ταινιοθήκη που έδειχνε έναν άντρα σε πάρα πολύ αργό slow motion να παίρνει ένα σακάκι από μια κρεμάστρα, 15-20 λεπτά. Σχεδόν δεν τον έβλεπες να κινείται. Και επειδή ο χρόνος είχε κολλήσει και για μας στην αρρώστια, το σκέφτηκα έτσι. Τέλος να προσθέσω το βίντεο κλιπ του David Bowie, Lazarus καθώς και το Johnny Got His Gun αλλά για διαφορετικούς λόγους το καθένα.

-Πώς γίνεται κάτι τόσο οδυνηρό όταν βιώνεται -όπως το πένθος- να αποτελεί το καταπραϋντικό φάρμακο όταν φορμάρεται σε μια μορφή τέχνης; Το να ξανανιώνουμε δηλαδή τα γεγονότα με άλλη απόσταση και άλλη ματιά, μέσα από την επανάληψη, μας δίνει άλλη οπτική;
-Νομίζω είναι σαν να το παίρνεις και να το κάνεις κάτι άλλο και μετά αρχίζει να καταγράφεται πλέον στη μνήμη ως αυτό το κάτι άλλο. Δεν διαγράφεται το τραύμα αλλά η μεταφορά του/καταγραφή του υπο ένα πρίσμα αλλάζει ίσως το «χρώμα», είναι πιο «μοιρασμένο» και με άλλους; Δεν ξέρω καθόλου γιατί τώρα είμαι στην ένταση της έκθεσης οπότε το αισθάνομαι νομίζω και διαφορετικά από ότι θα το αισθανθώ σε ένα χρόνο.

-Είστε πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτις με μεγάλη πορεία σε άλλες ιδιότητες στον χώρο. Πώς επιλέξατε να υποβάλλετε την ταινία σας στα χρηματοδοτικά προγράμματα της ΕΡΤ; Η εξασφάλιση προβολής της μέσω του ERTFLIX θεωρείτε ότι θα δώσει μια δεύτερη ζωή μετά τον φεστιβαλικό της κύκλο;
-Το πρόγραμμα μικροφιλμ της ΕΡΤ ήταν το πρώτο που πίστεψε και στήριξε αυτήν την «περίεργη» ιδέα και είμαι ευγνώμων για αυτό. Είναι πολύ σημαντικό για μένα όχι μόνο γιατί έκανα την ταινία αλλά γιατί δόθηκε χώρος για μια κάπως διαφορετική αφήγηση, χωρίς να μπορώ να πω πως είναι πειραματική σίγουρα ήταν μια εξερεύνηση των δυνατοτήτων του μέσου και εμού πράγμα που μπορεί κανείς να κάνει σε μια μικρού μήκους πιο εύκολα, και οφείλει για μένα να κάνει. Χαιρόμαστε φυσικά για την προβολή στο ΕΡΤΦΛΙΞ, όσος περισσότερος κόσμος τη δει τόσο το καλύτερο. Μακάρι η μικρού μήκους να βρίσκει όσο το δυνατόν περισσότερο την πρόσβασή της στο κοινό μέσα από παρόμοιες πλατφόρμες και σινεμά.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος