Φόρτωση Text-to-Speech…
H Ελλάδα επί περίπου 50 χρόνια απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα. Γιατί συνέβη αυτό; Διότι όσοι το υποστήριξαν θεωρούσαν οτιδήποτε ιδιωτικό ύποπτο. Με την πτώση της δικτατορίας και στο κλίμα της Μεταπολίτευσης, όταν φούντωναν οι ιδέες του σοσιαλισμού, ειδικά στα πανεπιστήμια και στους χώρους της διανόησης και της κουλτούρας, κάθε τι ιδιωτικό ήταν εξοβελιστέο: έβλαπτε το δημόσιο συμφέρον, ήταν ξενόδουλο και φιλοδυτικό. Ποιο κόμμα τολμούσε να επιτρέψει τη διείσδυση του ιδιωτικού κεφαλαίου στα πανεπιστήμια; Υπήρχε στις κατώτερες βαθμίδες της εκπαίδευσης αλλά, με την εξαίρεση των ξένων σχολείων, τα εκπαιδευτήρια αυτά ήταν τότε, κατά κανόνα, δεύτερης και τρίτης κατηγορίας, για τους κακούς και απείθαρχους μαθητές, και άρα ακίνδυνα. Τα πανεπιστήμια, που παράγουν τους δασκάλους και τους καθηγητές των σχολείων, τους επαγγελματίες και γενικά την ελίτ δεν έπρεπε να πέσουν στα χέρια των «καπιταληστών» (ναι, με ήτα) που θα εμπόδιζαν την ανέλιξη των παιδιών των ασθενέστερων τάξεων, ζητώντας τους χρήματα για φθηνή παιδεία. Τα πανεπιστήμια έπρεπε να είναι μόνο δημόσια, όλα ίδια, δωρεάν, με δωρεάν ένα σύγγραμμα, να μπαίνει σ’ αυτά σχεδόν οποιοσδήποτε και να βγαίνει όποτε –και αν– θέλει. Αυτό είναι το καθεστώς της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης επί μισό αιώνα, μοναδικό στον κόσμο ολόκληρο. Ενα καθεστώς απαρασάλευτο, που εξέθρεψε πολλές παθογένειες και καλλιέργησε μια νοοτροπία αδράνειας, παρέλκυσης και ευκολίας, πάντα προς το συμφέρον των insiders και λιγότερο των φοιτητών και της ελληνικής κοινωνίας.

Ο νόμος Πιερρακάκη για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια σπάει ένα ταμπού μισού αιώνα, επιτρέποντας την ιδιωτική ανώτατη εκπαίδευση στη χώρα. Η κίνηση αυτή έχει ακόμη πολλούς εχθρούς, που κρύβουν την ιδεολογική τους καθήλωση πίσω από προσχήματα και αντιφάσεις. Δήθεν νοιάζονται για ποιοτική εκπαίδευση, αλλά μάλλον προτιμούν το ανεξέλεγκτο τοπίο πριν από τη συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση, η οποία βάζει κανόνες και όρους. Ελεγαν ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση παραδίδεται στο αλόγιστο κέρδος και τώρα που φαίνεται να κόβονται τα μισά ιδιωτικά ιδρύματα που έκαναν αίτηση –άρα η αδειοδότηση γίνεται υπό όρους–, χλευάζουν την ποιότητα την οποία αγνοούν. Ηταν οι εχθροί των κολεγιαρχών και τώρα γίνονται οι καλύτεροι φίλοι όσων δεν πληρούν καν τα κριτήρια και στρέφονται εναντίον του νόμου δικαστικά. Παλαιότερα περιφρονούσαν το Χάρβαρντ και δεν ήθελαν να το αντιγράφουμε για να διατηρήσουμε την ιδιοπροσωπία μας και τώρα ειρωνεύονται που δεν ήρθε. Στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Κύπρο, σε αμφιλεγόμενα πανεπιστήμια σε χώρες όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία, κάνουν το παν για να διδάξουν στους αντίστοιχους ιδιωτικούς φορείς, αλλά κοροϊδεύουν που δεν ήρθαν η Οξφόρδη και το Κέμπριτζ. Ολα αυτά γιατί στο βάθος εγκαταβιώνει ακόμη η απέχθεια προς κάθε τι ιδιωτικό. Είναι σαν οι ιδιωτικοί φορείς να είναι εκτός κοινωνίας και να τη μολύνουν με την παρουσία τους μόλις εμφανιστούν. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως βρίσκονται μεταξύ τους κακοί επιχειρηματίες, που εκμεταλλεύονται διδακτικό προσωπικό και φοιτητές, που παρέχουν χαμηλής ποιότητας εκπαίδευση. Αλλά δεν είναι καλύτερα να ξεχωρίζει η ήρα από το στάρι, να υπάρχει εποπτεία και αξιολόγηση, κοινοί κανόνες για δημοσίους και ιδιωτικούς φορείς; Θα περνούσαν όλα τα δημόσια πανεπιστήμια τον έλεγχο στον οποίο υποβλήθηκαν τα ιδιωτικά για εγκαταστάσεις και υποδομές ή προσεχώς για τα προγράμματα; Στη σύνοδο των πρυτάνεων στην Κύπρο μετέχουν πρυτάνεις από δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα, ενώ πρυτάνεις ιδιωτικών πανεπιστημίων αναλαμβάνουν υπεύθυνες θέσεις σε κρατικούς φορείς. Εδώ, αν ποτέ γίνει αυτό –που δεν το φαντάζομαι–, φοβάμαι πως θα αντιμετωπίζονται ως μιάσματα.

Ο νόμος για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν είναι σημαντικός μόνο επειδή θα καταλύσει τις εξελίξεις στην ανώτατη εκπαίδευση μαζί με άλλους παράγοντες, όπως η υπογεννητικότητα ή η διεθνοποίηση των δημοσίων πανεπιστημίων. Είναι κυρίως σημαντικός διότι αποδίδει στους Ελληνες πολίτες ελευθερίες και δικαιώματα που στερήθηκαν αδικαιολόγητα τόσα χρόνια. Μπορεί να μην είναι όλα πρώτης γραμμής τα πανεπιστήμια που θα ιδρυθούν, αλλά έχει σημασία να δίνονται στους πολίτες επιλογές τις οποίες έως τώρα αναζητούσαν σε άλλες χώρες. Τα δημόσια πανεπιστήμια παραμένουν ο κορμός της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας και δεν χρειάζεται να φοβούνται τον ανταγωνισμό, ιδίως αν φροντίσουν να συντονιστούν με τις εξελίξεις στο εσωτερικό και διεθνώς. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση μόνο να κερδίσει έχει από τον πλουραλισμό στον τύπο των ιδρυμάτων, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς. Πάντα με ενοχλούσε που μόνο οι φοιτητές στα δημόσια πανεπιστήμια είχαν μειωμένο εισιτήριο στις συγκοινωνίες, στα θέατρα ή στα μουσεία –είναι οι εκλεκτοί–, ενώ οι συμμαθητές τους στο σχολείο, συχνά οικονομικά ασθενέστεροι, που δεν πέρασαν στις Πανελλαδικές Εξετάσεις και δούλευαν ή ακολούθησαν σπουδές σε ιδιωτικές σχολές χωρίς αναγνωρισμένα διπλώματα με εμπόδια στην επαγγελματική τους ισοτιμία έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως παρίες, δεύτερης κατηγορίας πολίτες. Εύχομαι να πνεύσει μεγαλύτερη ελευθερία και δικαιοσύνη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η κ. Βάσω Κιντή είναι ομότιμη καθηγήτρια ΕΚΠΑ.