Πολλές φορές οι άνθρωποι ενώ αρχικά βιώνουν συναισθηματική πληρότητα μέσα στη σχέση τους, με το πέρασμα του χρόνου αυτό αλλάζει και περιγράφουν ότι αισθάνονται μοναξιά. Είναι λες και ξαφνικά όλα τα ελαττώματα εμφανίζονται και η παλιά ωραιοποιημένη εικόνα του συντρόφου πάει περίπατο. Αυτό είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό στις ερωτικές σχέσεις. Η επίδραση των ορμονών στην αρχική ερωτική αγάπη, νευροδιαβιβαστές όπως η ντοπαμίνη ευθύνονται για τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα.
Πολλοί άνθρωποι βιώνουν το πρώτο αυτό στάδιο της ερωτικής αγάπης το οποίο κρατάει συνήθως από 2 μήνες έως 2 χρόνια, με έντονα συναισθήματα, έντονη ερωτική επιθυμία, απουσία δέσμευσης. Ωραιοποιούμε τον σύντροφο μας, κάνουμε όνειρα μαζί του κ.λπ.
Advertisment
Τί συμβαίνει και αυτό αλλάζει; Τί ακριβώς αλλάζει; Αυτό που αλλάζει δεν είναι ο χαρακτήρας του συντρόφου, οι πεποιθήσεις του, οι κοσμοθεωρίες του, η βασική δομή της προσωπικότητάς του. Αυτά παραμένουν εκεί. Είναι ο ίδιος άνθρωπος που ερωτευτήκαμε, που κάναμε ίσως παιδιά μαζί του. Αυτό που αλλάζει στην πραγματικότητα είναι ο τρόπος που βλέπουμε εμείς πια τον άνθρωπο αυτόν. Όταν δηλαδή περάσει η πρώτη ερωτική αγάπη και το ζευγάρι περάσει στην επόμενη φάση της συντροφικής αγάπης, έχουμε κάποιες αλλαγές στην δομή της σχέσης.
Αλλαγές που προκύπτουν από ορμονικές αλλαγές. Για παράδειγμα η μείωση των επιπέδων της ντοπαμίνης, το τέλος της εξιδανίκευσης, η αποκάλυψη των διαφορών που στην προηγούμενη φάση δεν τις αξιολογούσαμε και τόσο πολύ. Ο διαφορετικός τρόπος που βιώνουμε πλέον την σχέση μας κάνει να νιώθουμε κάπως διαφορετικοί μετά από την διαπίστωση της διαφορετικότητας. Έστω και μια μικρή διαφορά είναι ικανή να φέρει την ρήξη. Φυσικά σε αυτή την φάση υπάρχει όμως και η δέσμευση και η ηρεμία. Αν το ζευγάρι έτσι μπορεί με σεβασμό να διαχειριστεί τις συγκρούσεις και δεν πανικοβληθεί από την αλλαγή αυτή της πρώτης φάσης, τότε έρχεται η ολοκληρωτική αγάπη.
Όταν λοιπόν ακούμε την φράση “Βλέπω από τις πράξεις σου αν με αγαπάς ή όχι”, να έχουμε στο μυαλό μας ότι αυτό που εμείς βλέπουμε μπορούμε να το ερμηνεύσουμε διαφορετικά, ανάλογα σε ποια φάση είμαστε. Εξάλλου το πως μπορούμε να βιώσουμε την αγάπη του συντρόφου μας, εξαρτάται και από τον τύπου δεσμού που είμαστε όπως πολύ ωραία έχει περιγράψει ο Bowlby. Αυτό που εμείς βλέπουμε δεν είναι πάντα αντικειμενικό. Αυτό που έχουμε μάθει να βλέπουμε από παλιά, θα συνεχίσει να μας είναι γνώριμο και τώρα. Η θεωρία δεσμού που ανέπτυξε, λέει με λίγα λόγια ότι η λανθασμένες προσκολλήσεις μεταξύ βρέφους και φροντιστή μπορεί να επιφέρουν κατά την ανάπτυξή του δυσκολίες στης επίτευξη υγειών σχέσεων, αυξημένο άγχος κ.λπ.
Advertisment
Πολλά ζευγάρια αποφασίζουν να χωρίσουν μόλις αποκτήσουν ένα παιδί. Μία εξήγηση είναι ότι οι αυξημένες υποχρεώσεις και η κούραση διαταράσσει την σχέση του ζευγαριού. Άλλη όμως πιο ψυχαναλυτική εξήγηση είναι ότι η παρουσία του βρέφους έρχεται να ενεργοποιήσει ελλείματα που έχουν οι σύντροφοι από τις σχέσεις που είχαν με τους γονείς. Για παράδειγμα ας υποθέσουμε ότι ένας άντρας που σαν παιδί είχε μια απορριπτική σχέση με την μητέρα του, η οποία φρόντιζε περισσότερο τον μικρό του αδερφό, ξαφνικά αποκτάει με την σύντροφο του ένα αγόρι.
Όταν βλέπει την σύντροφο του να δίνει αγάπη στον μικρό γιό, να τον φροντίζει να μην βάζει σαν πρώτη προτεραιότητα της πια τον ίδιο, αυτός ο άντρας είναι πολύ πιθανό να βιώσει εκ νέου την τότε παιδική παραμέληση η οποία θα τον σημαδεύει δυστυχώς στην μετέπειτα ζωή του. Σε αυτή την περίπτωση το μαθημένο μοτίβο είναι εκείνο που παίζει καθοριστικό ρόλο στο πως βιώνουμε την αγάπη που μας δίνει ο σύντροφος.
Σε πολλές περιπτώσεις εάν σε ένα ζευγάρι ο ένας από τους δύο μπορεί να βιώσει ασφάλεια, εμπιστοσύνη στη σχέση, τότε μπορεί να αλλάξει και τον άλλο σύντροφο, ο οποίος ίσως είναι ανασφαλής.
Εάν όλα τα παραπάνω και άλλα πολλά μας κάνουν να βιώνουμε μοναξιά είτε γιατί πραγματικά οι ανάγκες μας δεν καλύπτονται ή γιατί δεν είμαστε σίγουροι ότι ο σύντροφος μας μάς αγαπάει, τότε αυτό που ακολουθεί είναι το επόμενο στάδιο που περνάει η σχέση και είναι ο θυμός και η ρήξη
Είναι φυσικό να εκφράσουμε την επιθυμία μας για περισσότερο σεξ, περισσότερη προσοχή από τον σύντροφο. Είναι φυσιολογικό να υπάρχει σύγκρουση σε μια υγιή σχέση. Τα ζευγάρια που δεν μαλώνουν είναι αυτά που δεν εκφράζουν τα συναισθήματά τους, όποια και αν είναι αυτά. Δεν είναι κριτήριο το πόσες φορές μαλώνεις σε μια σχέση για να φύγεις, αλλά το πόσες φορές είσαι διατεθειμένος να είσαι εκεί, να παραμείνεις.
Ο θυμός που μένει μέσα μας ανέκφραστος, είναι σαν να μπαίνει σε μια δεξαμενή. Αυτή όμως η δεξαμενή έχει ένα αποθηκευτικό όριο. Όλα στη σχέση έχουν ένα όριο. Όριο που για τον κάθε ένα ξεχωριστά είναι διαφορετικό. Πρέπει πριν κατηγορήσουμε τον σύντροφο μας, να κάνουμε μια δική μας αυτοκριτική. Να αναλογιστούμε πόσο διαθέσιμοι είμαστε τελικά εμείς οι ίδιοι για την αγάπη. Να αναλογιστούμε αν η αγάπη μας για τα παιδιά μας και η ενασχόληση μαζί τους, παρακάμπτει ή αντικαθιστά την αγάπη μας για τον σύντροφο.
Σε μία οικογένεια θα πρέπει να μην δημιουργούνται «κλίκες» μεταξύ των μελών της οικογένειας. Είναι φυσικό οι γονείς να έχουν κάποια αδυναμία σε κάποιο παιδί, συνήθως του αντίθετου φύλου. Αυτό όμως είναι καταστροφικό για τα υπόλοιπα παιδιά που βιώνουν αυτή την ιδιαίτερη σχέση. Η έκφραση της αγάπης του ζευγαριού είναι το κυρίαρχο συστατικό της υγιούς οικογένειας και κατ’ επέκταση η συνολική αγάπη της οικογένειας. Σε περιπτώσεις πολλές φορές μονογονεϊκών οικογενειών που η μητέρες αντικαθιστούν συναισθηματικά τον γιο τους με τον σύντροφο ή τον φίλο ή αντίστοιχα οι πατεράδες την κόρη τους, υπάρχει συναισθηματικό έλλειμα.
Οι άνθρωποι μερικές φορές δεν μπορούν να οριοθετήσουν την δική τους ανάγκη για αγάπη, συντροφικότητα, φιλία και νομίζουν ότι θα την καλύψουν μέσα από τα παιδιά τους. Το αποτέλεσμα είναι να βιώνουν μοναξιά, να δυσκολεύονται στη σύναψη πραγματικών σχέσεων, μιας και το υποκατάστατο που επιλέγουν, αντισταθμίζει σε κάποιο βαθμό τις ανάγκες τους. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα από αυτούς τους εξαρτητικούς και καταπιεστικούς συνήθως γονείς, δεν είναι η συναισθηματική μοναξιά που βιώνουν όταν τα παιδιά τους πρέπει να φύγουν.
Το πρόβλημα εμφανίζεται όταν τα παιδιά τους κάνουν μια φυσιολογική σχέση. Επειδή έχουν μάθει στην καταπίεση και στον έλεγχο, αδυνατούν να βιώσουν την φυσιολογική αγάπη, που δεν έχει φυσικά καμία σχέση με όλα αυτά, μιας και αυτή δεν τους θυμίζει τίποτα από το μαθημένο άρρωστο μοτίβο προσκόλλησης. Έτσι και αλλιώς η πραγματική αγάπη, ποτέ δεν μας κάνει να νιώθουμε μοναξιά, ζήλια και άλλα άσχημα συναισθήματα. Ας προσπαθήσουμε να πιστέψουμε σε αυτήν. Ας θεραπεύσουμε τις άσχημες στιγμές μέσα μας που μας θυμίζουν ότι κάποιος δεν μας αγάπησε. Όποιος και αν είναι αυτός.