«Καμπανάκι» κινδύνου για την…παγωμένη παραγωγικότητα κρούει το ΙΟΒΕ, όπως αποτυπώνεται και στην τριμηνιαία έκθεση που παροσιάστηκε χθες.
«Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα επιταχυνθεί μόνο αν αυξηθεί η μέση παραγωγικότητα στην ελληνική οικονομία» είπε χθες ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, συμπληρώνοντας ότι η ανάπτυξη θα πρέπει να έχει δύο χαρακτηριστικά:
- Επενδύσεις σε υψηλή τεχνολογία και γρηγορότερη βελτίωση των βασικών υποδομών
- Διευκόλυνση από το θεσμικό πλαίσιο ούτως ώστε να αυξηθεί η παραγωγικότητα
Από εκεί και πέρα, σύμφωνα με την έκθεση αν ο κίνδυνος μιας έντονης κρίσης είναι πολύ μικρός (αναφορικά με τους δασμούς), δεν ισχύει το ίδιο για το ενδεχόμενο στασιμότητας στην ελληνική οικονομία. Οι ρυθμοί μεγέθυνσης που σήμερα υπερβαίνουν τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, οφείλονται κυρίως στην αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης, από ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.
Εάν, όμως, δεν υπάρξει αύξηση της παραγωγικότητας, εξέλιξη που προϋποθέτει ουσιώδεις παρεμβάσεις στη δομή της οικονομίας, η σημερινή τάση αναπόφευκτα θα γίνει φθίνουσα, μιας που η μεγέθυνση στη χρήση παραγωγικών συντελεστών σταδιακά φτάνει προς ένα όριο και δεν θα υπάρχει άλλο περιθώριο για ανάπτυξη στο πλαίσιο του σημερινού υποδείγματος. Καθώς λοιπόν κλείνει ο κύκλος μετά την κρίση χρέους, η σταθερή πολιτική στόχευση και η κοινωνική στήριξη για αλλαγές που θα αναβαθμίζουν συστηματικά την παραγωγή και τα εισοδήματα των πολιτών είναι το νέο ζητούμενο, σύμφωνα άντα με το ΙΟΒΕ.
Το «κλειδί» των επενδύσεων
Το κλειδί για την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων στη χώρα εξακολουθεί να είναι οι επενδύσεις. Τόσο όσον αφορά το επίπεδό τους, που αν και ανερχόμενο υπολείπεται σημαντικά αυτού που απαιτείται για γρήγορη σύγκλιση στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες όσο και ποιοτικά με μετακίνηση σε κλάδους και επιχειρήσεις που παράγουν υψηλή αξία. Το ζήτημα σχετίζεται με τουλάχιστον τρία αλλά επιμέρους ερωτήματα.
Πρώτον σε ποιο βαθμό αποσύρονται ρυθμιστικά και γραφειοκρατικά εμπόδια που καθιστούν τις επενδύσεις στη χώρα περισσότερο επισφαλείς και δύσκολες στην πραγματοποίησή τους.
Δεύτερον, κατά πόσο η ελληνική παραγωγή γίνεται περισσότερο εξωστρεφής, καθώς η εσωτερική ζήτηση δεν αρκεί για την προσέλκυση σημαντικών επενδύσεων υψηλής αξίας και η πρόοδος στις εξαγωγές έχει καλύψει μέρος μόνο του σχετικού κενού.
Τρίτον, ποια είναι η εξέλιξη της εγχώριας αποταμίευσης και κατά πόσο διευκολύνεται η διασύνδεση της με παραγωγικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες στη χώρα, είτε μέσω της ανάπτυξης της κεφαλαιαγοράς είτε μέσα από τις τραπεζικές λειτουργίες.
Στον βαθμό που οι επενδύσεις στη χώρα θα αυξάνονται, ειδικότερα αυτές που υποστηρίζουν εργασία υψηλής αξίας, θα μπορεί να υποστηριχθεί μια συστηματική αύξηση της παραγωγικότητας και των εισοδημάτων των εργαζομένων.
Οι κίνδυνοι
Πέραν των υπολοίπων, οι κίνδυνοι που επισημαίνει το ΙΟΒΕ αφορούν:
• Κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου ο οποίος ενδέχεται να οδηγήσει σε διαταραχές στους ρυθμούς ανάπτυξης, τον πληθωρισμό και τη σταθερότητα στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, με ερωτηματικά ως προς την ταχύτητα χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής.
• Η διατήρηση των γεωπολιτικών εντάσεων σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή αποτελεί μείζων παράγοντα ανησυχίας ως προς την ενεργειακή ασφάλεια, τις αλυσίδες εφοδιασμού και τις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις.
• Αβεβαιότητα ως προς τα δημοσιονομικά μεγέθη της ΕΕ ως απόρροια του σχεδίου επανεξοπλισμού.
• Εναλλακτικό σενάριο μεγάλης αύξησης των διεθνών τιμών ενέργειας με αρνητικές επιπτώσεις στο κόστος παραγωγής και την αποκλιμάκωση των επιτοκίων.
• Υψηλό έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο, με διαρθρωτικά χαρακτηριστικά.
• Απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω υψηλότερου του μ.ό. της Ευρωζώνης πληθωρισμού.
• Καθυστερήσεις στην εξυγίανση των “κόκκινων” δανείων εκτός τραπεζικών ισολογισμών, που δρουν ως εμπόδιο στην ανακατανομή των πόρων.