ΗΠΑ: Η κρίση του Δημοκρατικού Κόμματος και η πρόκληση του Ζοράν Μαμντάνι

Κοινοποίηση

Ο Πρόεδρος Τραμπ, έχοντας ήδη διανύσει αρκετούς μήνες της δεύτερης θητείας του, φαίνεται να συναντά αρκετή δυσαρέσκεια για τις πολιτικές του. Με βάση τα συγκεντρωτικά στοιχεία που συγκεντρώνει από δημοσκοπήσεις η ιστοσελίδα realclearpolling.com το 53,75 των Αμερικανών πιστεύει ότι η χώρα τους πηγαίνει στη λάθος κατεύθυνση και μόνο το 41,3% ότι κινείται στη σωστά, το 54,4% των πολιτών έχει αρνητική γνώμη για το Ρεπουμπλικανικό κόμμα και μόνο 42,3% έχει θετικά, ενώ το 51,35 των ερωτηθέντων έχει αρνητική γνώμη για τον ίδιο, με τις θετικές γνώμες να φτάνουν το 46.3%. Ωστόσο, μπορεί να έχει παρηγοριά ότι το Δημοκρατικό Κόμμα τα πηγαίνει χειρότερα στις δημοσκοπήσεις.

Γιατί μπορεί οι δημοσκοπήσεις να προβλέπουν ότι το Δημοκρατικό Κόμμα θα τα πάει σχετικά καλά στις εκλογές για το Κογκρέσο του 2026, όταν θα ανανεωθεί η λαϊκή εντολή για το σύνολο της Βουλής των Αντιπροσώπων και για το ένα τρίτο της Γερουσίας, όμως αυτό έχει περισσότερο να κάνει με τον εκλογικό κύκλο, που θέλει παραδοσιακά τους ψηφοφόρους να αποδοκιμάζουν την κυβέρνηση στο μέσο της θητείας της, παρά με κάποια ιδιαίτερη δυναμική.

Αντιθέτως, αυτή τη στιγμή το Δημοκρατικό Κόμμα τα πηγαίνει χειρότερα στις δημοσκοπήσεις από το Ρεπουμπλικανικό. Το 59,3% των ψηφοφόρων έχει αρνητή γνώμη για τους Δημοκρατικούς και μόνο το 36.3% έχει θετική γνώμη. Μια δημοσκόπηση του Πανεπιστημίου Quinnipiac έδειξε ότι το 53% των Δημοκρατικών αποδοκιμάζει το πώς κινείται το Δημοκρατικό Κόμμα στο Κογκρέσο, ενώ ο ηγέτης της Δημοκρατικής Μειοψηφίας στη Γερουσία Τσακ Σάμερ, ο πιο υψηλόβαθμος Δημοκρατικός στο Κογκρέσο, έχει υποστήριξη μόλις στο 17%.

Αυτό δεν οφείλεται σε κάποια θετική γνώμη για τον Τραμπ. Πέραν των δημοσκοπήσεων είναι χαρακτηριστικό ότι οι κινητοποιήσεις που έγιναν κατά της αυταρχικής πολιτικής του το Σάββατο 14 Ιούνη έφτασαν να έχουν έως και 5 εκατομμύρια συμμετέχοντες, δηλαδή να συμμετείχαν σε αυτές 1-2% του πληθυσμού των ΗΠΑ, κάτι που τις κάνει από τις μεγαλύτερες διαμαρτυρίες στην αμερικανική ιστορία.

Απλώς φαίνεται ότι αυτή τη στιγμή οι Δημοκρατικοί βρίσκονται σε μια βαθιά κρίση. Πληρώνουν την αρνητική εικόνα της κυβέρνησης Μπάιντεν, που αποξενώθηκε από κρίσιμα κομμάτια όπως η νεολαία με τη στάση της υπέρ του Ισράηλ στη Γάζα, το ίδιο το γεγονός ότι επέμειναν σε υποψηφιότητα Μπάιντεν, πριν την τελική επιλογή για υποψηφιότητα Χάρις, που όμως αποδείχτηκε όχι ιδιαίτερα αποτελεσματική και κυρίως μια αδυναμία να μπορέσουν να υψώσουν μια αποτελεσματική αντίσταση στις σαρωτικές αλλαγές που προσπαθεί να προωθήσει η κυβέρνηση Τραμπ, που περιλαμβάνουν την κατάργηση σημαντικών ομοσπονδιακών υπηρεσιών αλλά και τις μαζικές απελάσεις μεταναστών και που φτάνει μέχρι του σημείου να στοχοποιεί Πολιτείες όπως η Καλιφόρνια που είναι παραδοσιακά προπύργια των Δημοκρατικών.

REUTERS/MIKE BLAKE

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση αρκετοί υποστηρίζουν ότι ίσως μια λύση να ήταν το Δημοκρατικό Κόμμα να επιλέξει να κινηθεί αριστερότερα. Αυτό, άλλωστε, αποτυπώνει η απήχηση που δείχνουν οι συγκεντρώσεις που οργάνωσε σε όλη τη χώρα ο Μπέρνι Σάντερς, με τον χαρακτηριστικό τίτλο Fight Oligarchy (Πολεμήστε την ολιγαρχία). Κυρίως, όμως, αυτό αποτυπώνει το παράδειγμα της Νέας Υόρκης.

Και αυτό γιατί στην πολυπληθέστερη πόλη των ΗΠΑ, με πληθυσμό κοντά 8,5 εκατομμύρια κατοίκους, αυτός που κέρδισε την προκριματική εκλογή για το ποιος θα είναι ο υποψήφιος δήμαρχος της πόλη από τη μεριά του Δημοκρατικού Κόμματος ήταν ο 34χρονος Ζοράν Μαμντάνι. Το γεγονός ότι ένας πολιτικός που είναι μέλος των ταυτόχρονα των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών της Αμερικής+ (DSA), έχει μεταναστευτική καταγωγή, δηλώνει ότι είναι «υπερήφανος μουσουλμάνος», κατάφερε να κερδίσει καθαρά την προκριματική εκλογή απέναντι στον Άντριου Κουόμο, πρώην κυβερνήτη και γιο του πρώην κυβερνήτη Μάριο Κουόμο, δηλαδή τον εκπρόσωπο μια μεγάλης πολιτικής δυναστείας με ιστορικούς δεσμούς με την πόλη λέει πολλά.

Βεβαίως, αυτό είχε να κάνει με την ιδιαιτερότητα της Νέας Υόρκης, μια πόλης που μπορεί να είναι το μεγαλύτερο σημείο αναφοράς του παγκόσμιου πλούτου, όμως ταυτόχρονα είναι μια πόλη με το μεγαλύτερο δημόσιο σύστημα μεταφορών στις ΗΠΑ, πολλά δημόσια νοσοκομεία, ένα μεγάλο δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα και ένα εκτεταμένο – για τα δεδομένα των ΗΠΑ – σύστημα κοινωνικής κατοικίας, υποδομές που εξαρτώνται από το ποιος βρίσκεται στο δημαρχείο και που έκαναν τις προεκλογικές δεσμεύσεις του Μαμντάνι για πάγωμα των ενοικίων σε κτίρια με ελεγχόμενο ενοίκιο, για δημόσια λεωφορεία χωρίς εισιτήριο, για δημόσιους παιδικούς θεσμούς και για αύξηση του κατώτατου ημερομίσθιου, να βρίσκουν πλήθος ευήκοα ώτα.

Πλάι σε αυτό ο Μαμντάνι στηρίχτηκε και σε έναν ιδιαίτερα ενεργητικό μηχανισμό, σε μεγάλο βαθμό προερχόμενο από την τοπική οργάνωση των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών της Αμερικής, και σε δουλειά βάσης που κατάφερε να διαμορφώσει μια μεγάλη δυναμική.

Προφανώς και η νίκη στις προκριματικές εκλογές δεν σημαίνει και βέβαιη εκλογή καθώς υπάρχουν διάφορα εμπόδια στον δρόμο για το Δημαρχείο, αρκετά από τα οποία θα δημιουργήσει η ίδια η «συστημική» πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος. Όμως, είναι πιθανό ένας δημοκρατικός σοσιαλιστής, υποστηρικτής της Παλαιστίνης, μουσουλμάνος να γίνει ο δήμαρχος της μεγαλύτερης πόλης των ΗΠΑ αντικαθιστώντας τον νυν δήμαρχο Έρικ Άνταμς που αντιμετωπίζει πλήθος κριτικές και κατηγορίες.

Η επιτυχία του Μαμντάνι και η σαφής πολιτική ατζέντα που προκρίνει, με μέτρα που ενισχύουν το κοινωνικό κράτος και στηρίζουν τους εργαζομένους, σε συνδυασμό με τη σαφή στάση υπέρ της Παλαιστίνης, όπως και ο τρόπος που θυμίζει το δυναμισμό αλλά και το περιεχόμενο των εκστρατειών του Μπέρνι Σάντερς, έρχονται σε αντίθεση με το στρατηγικό κενό που έχει αυτή τη στιγμή το Δημοκρατικό Κόμμα. Και αυτό γιατί πέραν της συνεχιζόμενης πλήρους υποστήριξης στο Ισραήλ, μιας γενικής τοποθέτησης υπέρ της Πράσινης Μετάβασης και γενικόλογων αναφορών στην φυλετική, έμφυλη και σεξουαλική ισότητα, το Δημοκρατικό Κόμμα αυτή τη στιγμή δεν έχει να προτείνει ένα σαφές εναλλακτικό όραμα, την ώρα που ο Ντόναλντ Τραμπ διαμορφώνει ένα κλίμα ότι είναι ένας πολιτικός που κάνει πράξη, με κάθε εκτελεστικό διάταγμα που εκδίδει, το όραμά του.

REUTERS/Jeenah Moon

Αυτό έχει να κάνει και με το πώς το Δημοκρατικό Κόμμα έχει «αδειάσει» από περιεχόμενο σε μεγάλο βαθμό και μέσα από την προσπάθεια κάθε φορά να αποκρούσει το ενδεχόμενο να πάει αριστερότερα. Το 2016 η λογική να ενισχυθεί με κάθε τρόπο η υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον, παρά την πολύ μεγάλη δυναμική που είχε η υποψηφιότητα Σάντερς, στοίχησε την προεδρία. Το 2020 και πάλι απορρίφθηκε η λύση Σάντερς, παρά τις υπαρκτές ανησυχίες για την ικανότητα του Μπάιντεν να ανταπεξέλθει. Ακόμη και το 2024 χρειάστηκε να υπάρξουν καταστροφικές δημόσιες εμφανίσεις του Μπάιντεν για να ξεκινήσει ο μηχανισμός να επιλεγεί άλλος υποψήφιος,  παρότι ήταν γνωστό εξαρχής ότι δεν θα μπορούσε να σταθεί αποτελεσματικά. Αυτό έχει να κάνει και με το γεγονός ότι χρόνια τώρα – όπως συμβαίνει και με τα περισσότερα «κεντρώα» κόμματα παγκοσμίως – το Δημοκρατικό Κόμμα στελεχώνεται από ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση ως προς την κοινωνική θέση με αυτούς που εκπροσωπούν. Αυτό γεννά έναν πραγματικό χώρο για όσους υποστηρίζουν μια πιο αριστερή τοποθέτηση αλλά και εξηγεί γιατί μια τοποθέτηση θα είναι πολύ δύσκολο να υιοθετηθεί.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα