Την ώρα που δεν διαφαίνεται τέλος στον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ, οι δυο οικονομικοί γίγαντες πιέζουν άλλες χώρες να πάρουν θέση σε αυτόν και να επιλέξουν στρατόπεδο.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπόσχονται πιθανές μειώσεις στους δασμούς -που επί του παρόντος ισχύουν με ένα καθολικό 10%, έως ότου λήξει η παύση των 90 ημερών τον Ιούλιο- για τις χώρες που είναι πρόθυμες να περιορίσουν το κινεζικό εμπόριο και τις επενδύσεις.
Η Κίνα, εν τω μεταξύ, έχει προειδοποιήσει ότι θα αντιτεθεί σθεναρά σε οποιοδήποτε μέρος καταλήξει σε συμφωνία που θα είναι εις βάρος των κινεζικών συμφερόντων. «Εάν προκύψει μια τέτοια κατάσταση, η Κίνα δεν θα την αποδεχθεί και θα λάβει αποφασιστικά αμοιβαία αντίμετρα», έχει τονίσει.
Παράλληλα, Κινέζοι ειδικοί ζήτησαν από άλλες χώρες να «αντέξουν στην πίεση που τους ασκεί η κυβέρνηση Τραμπ». Το Πεκίνο επισημαίνει ότι η παράδοση δεν είναι επιλογή: «Η διαπραγμάτευση με μια τίγρη θα οδηγήσει μόνο στην καταβρόχθιση από την τίγρη και ο αποφασιστικός αγώνας είναι ο μόνος τρόπος για να κερδίσεις το μέλλον».
Επιπλέον, η Κίνα κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να «μην κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια μπροστά στην ηγεμονική και εκφοβιστική συμπεριφορά των Ηνωμένων Πολιτειών».
Πλέον η Ουάσιγκτον προσφέρει μαστίγιο αντί για καρότο
Αλλά την ίδια στιγμή, το Πεκίνο ρίχνει το βάρος του στην προσπάθειά του να αποτρέψει άλλους από το να κάνουν συμφωνίες με την Ουάσιγκτον, συμπεριλαμβανομένων περιορισμών στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ νοτιοκορεατικών προϊόντων που παράγονται με κινεζικές σπάνιες γαίες.
Αυτός ο ανταγωνισμός αφήνει τον υπόλοιπο πλανήτη σε οδυνηρή θέση. Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-Κίνας αποτελούσε άλλοτε πηγή πίεσης για τις χώρες που αναζητούσαν ξένη βοήθεια και επενδύσεις – αλλά πλέον η Ουάσιγκτον προσφέρει μαστίγιο αντί για καρότο και το Πεκίνο μοιάζει έτοιμο να την ακολουθήσει ως προς αυτό.
Συγκεκριμένα, οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, όπως η Καμπότζη και το Βιετνάμ, δεν έχουν την πολυτέλεια να εγκαταλείψουν τις εξαγωγές των ΗΠΑ, αλλά δεν έχουν και την πολυτέλεια να χάσουν τις κινεζικές επενδύσεις.
Μπορεί να είναι πρόθυμες να κάνουν συμβολικές χειρονομίες για να κατευνάσουν την Ουάσιγκτον, αλλά τελικά δεν θα απομακρυνθούν από το Πεκίνο. Η πιο πιθανή πορεία τους είναι να προσπαθήσουν να πλησιάσουν τις ΗΠΑ στις εμπορικές τους απαιτήσεις ενώ παράλληλα, ως αντιστάθμισμα, θα προσφέρουν στην Κίνα αυξημένη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας.
Η κυβέρνηση Τραμπ, εν τω μεταξύ, ισχυρίζεται ότι βρίσκεται σε εμπορικές διαπραγματεύσεις με περισσότερες από 70 χώρες.
Ζητούνται… σοβαροί άνθρωποι
Αλλά ακόμη και υπό κανονικές συνθήκες, οι εμπορικές συμφωνίες απαιτούν περίπου 18 μήνες για τη διαπραγμάτευση και 45 μήνες για την υλοποίηση. Το να κάνεις 70 συμφωνίες ταυτόχρονα, ειδικά με μια εξαντλημένη και άπειρη ομάδα αξιωματούχων των ΗΠΑ, είναι σχεδόν αδύνατο, τονίζει στο Foreign Policy ο Τζέιμας Πάλμερ, ειδικός στις κινεζικές υποθέσεις.
Οι προοπτικές για μια συμφωνία ΗΠΑ-Κίνας έχουν καταστραφεί από την ασυγκράτητη γλώσσα που χρησιμοποιείται από την ομάδα Τραμπ και άλλους Ρεπουμπλικάνους. Η χρήση του όρου «Κινέζοι χωριάτες» από τον Τζέι Ντι Βανς, για παράδειγμα, έχει κάνει τον γύρο του κινεζικού διαδικτύου, που κρίνει τη φράση του αντιπροέδρου των ΗΠΑ ως περιφρονητική προσβολή.
Η Κίνα παραμένει ανοιχτή σε μια συμφωνία και οι Κινέζοι διπλωμάτες και οικονομολόγοι αναζητούν σοβαρούς ανθρώπους στην αμερικανική πλευρά, προκειμένου να μιλήσουν μαζί τους.
«Αλλά η λογική μόνο δεδομένη δεν μπορεί να θεωρείται τούτες τις μέρες…»
Ο Πάλμερ λέει ότι είναι πιθανό να βρουν μερικούς: Τόσο ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ όσο και ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λούτνικ μοιάζουν ανοιχτοί σε διαπραγματεύσεις, καθώς έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο να πείσουν τον Τραμπ να μην επιβάλει τους λεγόμενους αμοιβαίους δασμούς του στις 9 Απριλίου.
Σε μια ιδιωτική συνάντηση με επενδυτές την Τρίτη (22/4), ο Μπέσεντ χαρακτήρισε τον εμπορικό πόλεμο μη βιώσιμο και είπε ότι θα υπάρξει αποκλιμάκωση. Λογικά, έχει δίκιο, εκτιμά ο Πάλμερ. Η ήδη ταλαντευόμενη οικονομία των ΗΠΑ δεν μπορεί να αντέξει την πλήρη αποσύνδεση από τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον πλανήτη και την κατασκευάστρια δύναμή του.
Αλλά και η κινεζική οικονομία -που εξακολουθεί να βρίσκεται σε κακή κατάσταση λόγω μιας πανδημίας και μιας «φούσκας» που έσκασε στο πεδίο του real estate- δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει την κύρια εξαγωγική αγορά της. «Αλλά η λογική μόνο δεδομένη δεν μπορεί να θεωρείται τούτες τις μέρες…», επισημαίνει ο Πάλμερ.
Οποιαδήποτε συμφωνία πρέπει να περάσει από το κόσκινο ενός προέδρου (σ.σ. του Τραμπ) που θέλει τα πάντα να αφορούν τον ίδιο, προσθέτει.
Σι Τζινπίνγκ: Οι δασμοί βλάπτουν το εμπόριο
Την Τετάρτη (23/4), ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δήλωσε ότι οι τελωνειακοί δασμοί και οι εμπορικοί πόλεμοι υπονομεύουν τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα όλων των χωρών, βλάπτουν το πολυμερές εμπορικό σύστημα και έχουν αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομική τάξη.
Ο Σι έκανε τα σχόλια αυτά στη διάρκεια συνάντησης με τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίεφ, ο οποίος βρίσκεται σε επίσημη επίσκεψη στο Πεκίνο. Ο Σι σημείωσε παρουσία του Αλίεφ ότι οι τελωνειακοί δασμοί «βλάπτουν το πολυμερές εμπορικό σύστημα και αποσταθεροποιούν την παγκόσμια οικονομική τάξη».
Κατά τη συνάντησή τους, ο Σι σημείωσε επίσης ότι η Κίνα προτίθεται να συνεργαστεί με το Αζερμπαϊτζάν για τη διασφάλιση του διεθνούς συστήματος και την υλοποίηση με την αζέρικη πλευρά μιας «σε βάθος» συνεργασίας για την επιβολή του νόμου και για την ασφάλεια.
«Αποσταθεροποιούν την παγκόσμια οικονομική τάξη»
«Η Κίνα είναι έτοιμη να εργαστεί με την αζέρικη πλευρά για τη διασφάλιση του διεθνούς συστήματος με τον ΟΗΕ στον πυρήνα του […] και τη διαφύλαξη της διεθνούς δικαιοσύνης», μετέδωσε το Xinhua. Οι δύο ηγέτες ανακοίνωσαν «την εγκαθίδρυση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής συνεργασίας ανάμεσα στην Κίνα και το Αζερμπαϊτζάν».
Κατά τη συνάντησή τους υπεγράφησαν 20 έγγραφα συνεργασίας στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Μία Ζώνη Ένας Δρόμος της Κίνας σε τομείς όπως η νομική και η πράσινη ανάπτυξη, η ψηφιακή οικονομία, τα πνευματικά δικαιώματα και η αεροδιαστημική.
Το Αζερμπαϊτζάν, το οποίο συνορεύει με το Ιράν, τη Ρωσία, τη Γεωργία και την Αρμενία, ήταν μια από τις πρώτες χώρες που υποστήριξαν την πρωτοβουλία αυτή της Κίνας, η οποία εγκαινιάστηκε το 2013 από τον Σι ως ένας τρόπος για να επεκτείνει την γεωπολιτική και οικονομική επιρροή της Κίνας μέσω μιας παγκόσμιας ώθησης της ανάπτυξης υποδομών.