ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ. Για τους τρόπους με τους οποίους η Κυπριακή Δημοκρατία συμβάλλει στις κρίσιμες εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, στις οποίες πρωταγωνιστούν οι ΗΠΑ, μίλησε στην «Κ» ο υπουργός Εξωτερικών Κωνσταντίνος Κόμπος αμέσως μετά τη συνάντησή του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ με τον Αμερικανό ομόλογό του, Μάρκο Ρούμπιο. Οπως τόνισε, η Κύπρος είναι ένας «φυσικός σύμμαχος» σε μια συγκυρία όπου οι ΗΠΑ επιδιώκουν να αποσπάσουν προστιθέμενη αξία από αξιόπιστους εταίρους.
– Τι κρατάτε από τη συνάντησή σας με τον ΥΠΕΞ των ΗΠΑ;
– Είναι η δεύτερη συνάντηση που έχουμε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ μέσα σε 17 μήνες και αφού μεσολάβησε η επίσκεψη του προέδρου στον Λευκό Οίκο. Ιδιαίτερη σημασία έχει και η χρονική συγκυρία, αμέσως δηλαδή μετά την επίσκεψη του Τούρκου ΥΠΕΞ, την παρουσία του Σύρου προέδρου στην Ουάσιγκτον και το 3+1 για τα ενεργειακά στην Αθήνα. Είναι μια σαφής απόδειξη της συνέχειας, της σταθερότητας και της συνέπειας αυτής της σχέσης, αλλά και της δυνατότητας να συζητούμε ζητήματα τόσο διμερούς ενδιαφέροντος όσο και περιφερειακής σημασίας.
– Στο πλαίσιο αυτής της συνέχειας, τι να περιμένουμε από εδώ και πέρα για την περαιτέρω ενίσχυση της στρατηγικής σχέσης;
– Ξεκινάμε από μια πολύ βασική αρχή, δεν έχουμε απαιτήσεις από την αμερικανική πλευρά στη λογική του να ζητούμε πράγματα που αποκλίνουν από την κατεύθυνση της εξωτερικής πολιτικής τους. Η Κυπριακή Δημοκρατία μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην ενίσχυση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ιδιαίτερα στην περιοχή όπου βρισκόμαστε. Υπάρχει σειρά θεμάτων τα οποία συνθέτουν μια κοινή ατζέντα που εξυπηρετεί τα συμφέροντα και των δύο χωρών και δημιουργεί το πλαίσιο για ακόμη στενότερη στρατηγική συνεργασία.
– Εσείς δεν έχετε απαιτήσεις από τις ΗΠΑ, εκείνοι έχουν απαιτήσεις από εσάς;
– Οταν λέω ότι «δεν έχουμε απαιτήσεις» εννοώ ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν προσέρχεται ζητώντας, για παράδειγμα, κρατικές επενδύσεις από τις ΗΠΑ ή μια παρουσία που θα επιβάρυνε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι ίδιοι. Η Κύπρος διαθέτει μια ιδιαίτερα σημαντική γεωγραφική θέση και ένα δίκτυο σχέσεων με κράτη της περιοχής. Θέλουμε να συμβάλουμε σε όσα διαμορφώνονται στην περιοχή και γι’ αυτό παρουσιάζουμε τον εαυτό μας ως έναν φυσικό σύμμαχο για μια χώρα με το γεωπολιτικό βάρος των ΗΠΑ. Οχι επειδή οι ΗΠΑ «μάς έχουν ανάγκη», αλλά διότι όλοι αναζητούν πλέον οποιαδήποτε προστιθέμενη αξία μπορούν να αντλήσουν από αξιόπιστους εταίρους.

– Μια και μιλήσατε για δράσεις που θα είναι αμοιβαία επωφελείς, πάμε στα ενεργειακά. Τι συζητήσατε;
– Υπάρχει ήδη σημαντική παρουσία αμερικανικών εταιρειών στην κυπριακή ΑΟΖ, ενώ πλέον υπάρχει και παρουσία στην ελληνική ΑΟΖ. Αυτό δημιουργεί συνέργειες που αφορούν και το Ισραήλ και επιτρέπουν μια ολιστική θεώρηση του ενεργειακού χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου. Η ευρύτερη αμερικανική πολιτική κινείται στη λογική του ενεργειακού πλεονάσματος και της απεξάρτησης από μία μόνο πηγή ενέργειας. Εμείς βλέπουμε ότι στο ενεργειακό πεδίο ο ιδιωτικός τομέας έχει πλέον κεντρικό ρόλο, σοβαρή παρουσία και ξεκάθαρο ενδιαφέρον. Αυτό απλοποιεί τα πράγματα. Η πολιτική στήριξη υπάρχει και επιβεβαιώνεται συνεχώς.
– Μετά το ενεργειακό 3+1 στην Αθήνα, να περιμένουμε αντίστοιχο σε επίπεδο ΥΠΕΞ;
– Μετέφερα ξεκάθαρα τη θέση μας ως προς τη χρησιμότητα μιας συνάντησης σε επίπεδο ηγετών, με συμμετοχή του Αμερικανού ΥΠΕΞ. Αυτό συζητήθηκε και στην Αθήνα και με την ισραηλινή πλευρά. Είναι κάτι που επιδιώκουμε.
– Σε σχέση με το καλώδιο GSI είχαμε πρόσφατα την πολιτική δέσμευση των δύο ηγετών. Συζητήσατε κάτι επ’ αυτού; Πώς το βλέπουν;
– Η πολιτική απόφαση που ανακοινώθηκε βάζει τα πράγματα σε μια σειρά και καθορίζει πλέον το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαστε. Πρέπει να δούμε αν θα υπάρξει το αναγκαίο επενδυτικό ενδιαφέρον. Αν αυτό το ενδιαφέρον –το οποίο επιδιώκουμε– προέλθει και από τις ΗΠΑ άμεσα ή έμμεσα, τότε σαφώς θα ενισχύσει την προσπάθεια που καταβάλλουμε για τα μεγάλα projects συνδεσιμότητας. Το θέμα συζητήθηκε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που αφορούσε και στον IMEC.
– Πώς βλέπουν στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ τα εξοπλιστικά αιτήματα που έχετε υποβάλει;
– Ενημέρωσα για την πρόοδο που έχει σημειωθεί και το θέμα προχωρεί. Και οι δύο πλευρές επιθυμούμε να υπάρξει θετική κατάληξη. Υπάρχει επίσης το θέμα της άρσης του εμπάργκο και της επέκτασης στην πενταετία, που εκκρεμεί στο Κογκρέσο. Εμείς επιδιώκουμε να υπάρχει προβλεψιμότητα, γιατί μόνο έτσι μπορεί να σχεδιαστεί μια σοβαρή πολιτική εξοπλισμών. Ως χώρα φιλική προς τα αμερικανικά συμφέροντα σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη περιοχή, θεωρούμε ότι πρέπει να αξιοποιηθεί κάθε δυνατότητα που υπάρχει, ώστε να ενισχυθεί η επιχειρησιακή συνδεσιμότητα, στον βαθμό φυσικά που αυτό μπορεί να γίνει, δεδομένου ότι δεν είμαστε κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ.

– Το Κυπριακό σε τι πλαίσιο τέθηκε;
– Κρατούμε τη σταθερή στάση της αμερικανικής κυβέρνησης ως προς τη βάση λύσης. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό. Εξίσου σημαντικό είναι ότι η διμερής σχέση εξυπηρετεί τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή. Εκείνο που θέλουμε είναι άμεση, ουσιαστική διαπραγμάτευση, αποκλειστικά και μόνον εντός του πλαισίου του ΟΗΕ.
– Αρα δεν διαπιστώσατε κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μεσολάβηση στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών που βλέπουμε στην περιοχή;
– Αυτή τη στιγμή οι ΗΠΑ έχουν ανοιχτά εξαιρετικά δύσκολα και πoλύπλοκα ζητήματα στην περιοχή. Είναι λοιπόν θέμα προτεραιοποίησης. Το Κυπριακό παραμένει σημαντικό, αλλά ο βαθμός εμπλοκής τους εξαρτάται και από το τι συμβαίνει ευρύτερα στη Μέση Ανατολή.
– Για την επερχόμενη προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε. πώς γίνεστε χρήσιμοι στις ΗΠΑ και πώς συμβάλλετε στη σχέση Ε.Ε. – ΗΠΑ;
– Υπάρχει μια σειρά ζητημάτων που απασχολούν τις ΗΠΑ στη σχέση τους με την Ε.Ε., ρυθμιστικά ζητήματα, επενδύσεις, τεχνολογία. Υπάρχει περιθώριο διαλόγου και διαπραγμάτευσης. Οπως είπε και ο πρόεδρος στους FT, η Ε.Ε. δεν έχει την πολυτέλεια του απομονωτισμού. Πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τις ΗΠΑ. Ως προεδρία, δεν ελέγχουμε την κατάληξη αυτών των θεμάτων. Αλλά μπορούμε, θεσμικά, να διευκολύνουμε τον διάλογο.

