Διεργασίες που φαίνεται πως θα οδηγήσουν σύντομα στην επίσκεψη του προέδρου της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν στον Λευκό Οίκο βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη τα τελευταία 24ωρα, καθώς κρίνεται ότι η τρέχουσα συγκυρία είναι η κατάλληλη για την αξιοποίηση της δυναμικής που έχει διαμορφωθεί στις διμερείς σχέσεις. Κεντρικό ρόλο σε όσα γίνονται παρασκηνιακά έχει ο Αμερικανός πρέσβης στην Αγκυρα Τομ Μπάρακ, ο οποίος πραγματοποίησε «αιφνιδιαστική» επίσκεψη στην Ουάσιγκτον, προωθώντας ενεργά τις τουρκικές θέσεις σε ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων.
«Ο άνθρωπος που έχει αναλάβει να λύσει όλα τα προβλήματα της Τουρκίας», όπως λένε χαρακτηριστικά στις δεξαμενές σκέψης της αμερικανικής πρωτεύουσας, κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον Ντόναλντ Τραμπ είχε στην ατζέντα του, μεταξύ άλλων, τη Συρία όπου οι εξελίξεις ενισχύουν σημαντικά το περιφερειακό αποτύπωμα της Αγκυρας. Ο κ. Μπάρακ, που φέρεται να ενεργεί με λευκή επιταγή από τον Λευκό Οίκο στο συριακό, αναδεικνύει σε όλες τις συζητήσεις την Τουρκία ως απαραίτητο παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή, μια προσέγγιση που φαίνεται να ευθυγραμμίζεται με την οπτική και τις επιδιώξεις του Αμερικανού προέδρου.
Το δεύτερο θέμα που έχει ψηλά στην ατζέντα του ο κ. Μπάρακ είναι το κλείσιμο του θέματος της πώλησης 40 μαχητικών F-16 στην Αγκυρα, συμφωνία η οποία έχει εγκριθεί από το Κογκρέσο αλλά δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί.

Υπενθυμίζεται ότι από τον Ιανουάριο του 2024, οπότε και επισημοποιήθηκε η συμφωνία, η Τουρκία κωλυσιεργεί συστηματικά, με το πρόσχημα ότι το σκέλος της αναβάθμισης των 79 υφιστάμενων μαχητικών δεν είναι τελικά οικονομικά συμφέρον. Η στάση αυτή έχει προκαλέσει έντονη δυσφορία σε ανώτατους αξιωματούχους του Πενταγώνου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, οι οποίοι έχουν επανειλημμένως καταστήσει σαφές στην τουρκική πλευρά ότι η στάση της δεν είναι εποικοδομητική για δύο λόγους.
Πρώτον, διότι συνιστά αθέτηση μιας συμφωνίας, που για να οριστικοποιηθεί οδήγησε τα δύο μέρη στα όρια της σύγκρουσης λόγω του ζητήματος της Σουηδίας, απαιτώντας τη σπατάλη σημαντικού πολιτικού κεφαλαίου σε διεθνές επίπεδο. Δεύτερον και κυριότερο, όμως, διότι η υλοποίησή της αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσουν να προχωρήσουν μελλοντικά και οι διαδικασίες πώλησης των F-35, όταν ξεπεραστούν τα νομικά εμπόδια.
Πηγές της «Κ» στην Ουάσιγκτον δεν αποκλείουν ο πρόεδρος Τραμπ να αποφασίσει την επαναφορά της Τουρκίας στο καθεστώς της χώρας συμπαραγωγού.
Σε σχέση με αυτά τα νομικά εμπόδια, πηγές της «Κ» στην Ουάσιγκτον εκτιμούν ότι τους επόμενους μήνες θα δρομολογηθούν πρωτοβουλίες από νομοθέτες φίλα προσκείμενους στην Αγκυρα, με στόχο την κατάθεση τροπολογίας στον φετινό αμυντικό προϋπολογισμό. Η τροπολογία αυτή θα επιχειρεί να αναιρέσει, να ακυρώσει ή να αντικαταστήσει την τροπολογία 1245 του ΝDAA του 2020, η οποία προβλέπει ρητή απαγόρευση μεταφοράς ή παράδοσης μαχητικών F-35 στην Τουρκία, όσο παραμένει σε ισχύ το καθεστώς κατοχής του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400.

Υπενθυμίζεται ότι ανάλογη προσπάθεια είχε καταβληθεί υπό καθεστώς άκρας μυστικότητας και το περασμένο καλοκαίρι, όταν η γερουσιαστής Τζιν Σαχίν επιχείρησε, κατόπιν εισηγήσεων του τουρκικού λόμπι, να εντάξει τροπολογία με αντίστοιχη στόχευση, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Την τελική έγκριση για την υιοθέτηση μιας τέτοιας τροπολογίας έχουν οι επιτροπές Αμυνας και Προϋπολογισμού της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων. Ωστόσο, η υιοθέτησή της θα συνιστούσε μια εξαιρετικά αμφιλεγόμενη κίνηση υψηλού πολιτικού ρίσκου, που θα εξέπεμπε σαφές μήνυμα κατευνασμού προς την Τουρκία ακόμη και για ένα Κογκρέσο με ρεπουμπλικανική πλειοψηφία. Υπό αυτή την έννοια δεν αποκλείεται να προκληθούν αντιδράσεις και δυσκολίες, ακόμη κι αν ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ ταχθεί υπέρ.

Σε ένα υποθετικό, αλλά απολύτως ρεαλιστικό, σενάριο όπου επιλύονται τα νομικά εμπόδια και η Τουρκία καθίσταται ξανά επιλέξιμη για την απόκτηση μαχητικών F-35, παραμένει ασαφές εάν θα επανέλθει στο καθεστώς της χώρας συμπαραγωγού –ένα καθεστώς που έχει κλείσει για νέες εισόδους από τις αρχές της δεκαετίας του 2000– ή αν θα αποκτήσει τα αεροσκάφη ως κοινός πελάτης –όπως για παράδειγμα η Ελλάδα– μέσω της διαδικασίας πωλήσεων στρατιωτικού εξοπλισμού (FMS).
Πηγές της «Κ» στην Ουάσιγκτον δεν αποκλείουν ο πρόεδρος Τραμπ να αποφασίσει την επαναφορά της Τουρκίας στο καθεστώς της χώρας συμπαραγωγού, όχι μόνο για την αποκατάσταση της αδικίας, όπως ζητούν οι Τούρκοι, αλλά για έναν πιο σημαντικό λόγο. Γιατί μια ενδεχόμενη επανένταξή της στο πρόγραμμα των μαχητικών, αυτομάτως θα οδηγούσε στην εξαίρεση μελλοντικών αγορών F-35 από την τυπική διαδικασία εποπτείας και έγκρισης από το Κογκρέσο.