Μέτρα για τη διαφθορά (των άλλων)

Κοινοποίηση

Υπάρχει τρόπος να αποτρέψουμε στο μέλλον τόσο τερατώδεις μορφές πολιτικής και οικονομικής διαφθοράς όπως το σκάνδαλο στον ΟΠΕΚΕΠΕ; Μπορούμε να απαλλαγούμε από το πελατειακό σύστημα που μας κοστίζει τόσο ακριβά; Είναι εφικτό να αλλάξουμε νοοτροπίες και τρόπους συμπεριφοράς δεκαετιών ή και αιώνων; Η απάντηση είναι όχι – για έναν απλό λόγο: ενώ αν τα καταφέρουμε θα κερδίσουμε συλλογικά, ο καθένας από εμάς έχει το κίνητρο να λειτουργήσει καιροσκοπικά: να απαιτεί καταπολέμηση της διαφθοράς – αλλά μόνο των άλλων. Επιπλέον, όλα αυτά αλλάζουν πολύ δύσκολα και πολύ αργά. Κανένα διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα δεν μετατράπηκε σε ενάρετο από τη μια μέρα στην άλλη. Αμφιβάλλω, μάλιστα, εάν υπήρξε στην ανθρώπινη Ιστορία κάποιο, σχετικώς έστω, ενάρετο πολιτικό σύστημα.

Αρα, να το πάρουμε απόφαση ότι τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει; Οχι βέβαια. Μπορούμε να κάνουμε αρκετά πράγματα για να βελτιώσουμε κάπως την κατάσταση. Ενας μεγάλος αριθμός Ελλήνων διανοουμένων έχει ασχοληθεί κατά καιρούς με το ζήτημα και έχει καταθέσει προτάσεις. Κάποιες ανεδαφικές, κάποιες ρεαλιστικές. Κάποιες ιδεοληπτικές και αφελείς, κάποιες ρεαλιστικές και καλά επεξεργασμένες. Οι προτάσεις δεν μας λείπουν ούτε καν οι απόπειρες μεταρρύθμισης. Αυτό που μας λείπει είναι η συνεπής εφαρμογή τους.

Θα προσθέσω κι εγώ κάποιες ιδέες, χωρίς να έχω την ελπίδα ότι θα υιοθετηθούν για τους λόγους που μας έχουν επισημάνει μεγάλοι πολιτικοί φιλόσοφοι, όπως ο Τόμας Χομπς και ο Ιμάνουελ Καντ: οι άνθρωποι έχουν την τάση να εξαιρούν τον εαυτό τους από τους κανόνες και τις υποχρεώσεις που δεσμεύουν τους άλλους. Είχαμε βέβαια στην Ιστορία μας αρκετές μεγάλες μεταρρυθμίσεις, που φαίνεται να αποτελούν εξαιρέσεις σ’ αυτόν τον κανόνα, όπως η ίδρυση του ΑΣΕΠ. Αλλά ακόμη κι αυτό το παράδειγμα καταδεικνύει πως αμέσως μετά τη μεταρρύθμιση ξεκινάει η υπονόμευσή της από το διεφθαρμένο πελατειακό κράτος.

Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ ανέδειξε το ζήτημα της χρήσης του δημοσίου χρήματος ως εργαλείου αγοράς ψήφων και εξασφάλισης κομματικής νομιμοφροσύνης. Για να διαχειριστούμε αυτό το πρόβλημα θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τους πολιτικούς όχι ως ιδεαλιστές δημοσίους λειτουργούς, αλλά ως άτομα που κινούνται από το ίδιο κίνητρο που κινεί τους περισσότερους ανθρώπους: το προσωπικό συμφέρον. Θα μου πείτε, ποιος έχει σήμερα εξιδανικευμένη εικόνα για τους πολιτικούς; Φαινομενικά κανείς, αλλά στην πραγματικότητα πολλοί: οι αφελείς οπαδοί, όσοι πιστεύουν στο «ηθικό πλεονέκτημα» των ομοϊδεατών τους, κ.λπ. Ολοι αυτοί αποτελούν υποψήφια θύματα. Ομως, οι πολιτικοί παγκοσμίως είναι σχεδόν πάντοτε διαπλεκόμενοι (ή και όμηροι) οργανωμένων συμφερόντων. Δεν μπορούμε να βασιζόμαστε στην ηθική ακεραιότητα των προσώπων που ασκούν εξουσία. Αντιθέτως, οφείλουμε να σχεδιάσουμε κατάλληλους θεσμούς, δηλαδή «κανόνες του παιχνιδιού» που θα περιορίζουν τις ευκαιρίες για ιδιοτελή συμπεριφορά.

Καμία μεμονωμένη αλλαγή δεν θα εξαλείψει ως διά μαγείας τη διαφθορά. Χρειάζεται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση θεσμικού επανασχεδιασμού, που θα λαμβάνει υπόψη τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των κανόνων.

Ακολουθούν κάποιες προτάσεις που βασίζονται στη θεωρία των θεσμών, αλλά και στην εμπειρία από την εφαρμογή των προτάσεων αυτών σε πολλές και διαφορετικές χώρες. Για να καταλάβετε τη λογική αυτών των προτάσεων θα πρέπει να λάβετε υπόψη σας πως η θεσμική θεωρία βλέπει τους κανόνες ως μία δομή κινήτρων που μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά των ατόμων προς την επιθυμητή κατεύθυνση.

Μια συχνά προτεινόμενη θεσμική λύση είναι η επιβολή ορίων θητείας στους αιρετούς – δηλαδή ένας πολιτικός να μην μπορεί να επανεκλεγεί πέραν ενός συγκεκριμένου αριθμού θητειών (π.χ. δύο). Το σκεπτικό είναι ότι έτσι αποτρέπεται η δημιουργία επαγγελματιών πολιτικών που προσκολλώνται επί δεκαετίες στην εξουσία, χτίζοντας πελατειακά δίκτυα και πολιτικές δυναστείες. Μια άλλη προφανής λύση είναι η κατάργηση του σταυρού προτίμησης – δηλαδή η μετάβαση σε λίστα, όπου οι βουλευτές εκλέγονται με προκαθορισμένη σειρά βάσει των επιλογών του κόμματος, φτάνει το κόμμα να λειτουργεί στοιχειωδώς δημοκρατικά. Σε ένα τέτοιο σύστημα μειώνεται η πίεση για ρουσφέτια. Ενα κρίσιμο ερώτημα είναι αν η Ελλάδα θα ωφελούνταν από μικρές μονοεδρικές περιφέρειες ή, αντιθέτως, από μία ενιαία πανελλήνια περιφέρεια (ή, πιθανόν, ένα μεικτό σύστημα). Κάθε επιλογή έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, αλλά είναι καλύτερη από το σημερινό πολύπλοκο και στρεβλό εκλογικό σύστημα που εκτρέφει τη διαφθορά.

Καμία μεμονωμένη αλλαγή δεν θα εξαλείψει ως διά μαγείας τη διαφθορά. Χρειάζεται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση θεσμικού επανασχεδιασμού, που θα λαμβάνει υπόψη τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των κανόνων. Καμία θεσμική αλλαγή δεν θα πετύχει αν δεν συνοδευτεί από αλλαγή νοοτροπίας και συστηματική επιβολή των κανόνων. Οι νόμοι πρέπει να εφαρμόζονται με συνέπεια: η ατιμωρησία είναι ο μεγαλύτερος σύμμαχος της διαφθοράς.

Ο κ. Αριστείδης Ν. Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών και διευθυντής του Εργαστηρίου Πολιτικής και Θεσμικής Θεωρίας και Ιστορίας των Ιδεών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα