Φόρτωση Text-to-Speech…
Στο πότε θα γίνουν ορατά τα μέτρα της ΔΕΘ, το σκεπτικό με το οποίο τα έλαβε, την επιλογή του να μη μειώσει τον ΦΠΑ, αλλά και στον κίνδυνο νέας επιτήρησης της οικονομίας σε περίπτωση εφαρμογής των οικονομικών προτάσεων της αντιπολίτευσης αναφέρθηκε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη που παραχώρησε (στην τηλεόραση του AΝΤ1 και τον Ν. Χατζηνικολάου), ενώ παράλληλα απέρριψε κατηγορηματικά τα σενάρια για πρωθυπουργό «κοινής αποδοχής». Ο κ. Μητσοτάκης, αναγνωρίζοντας πως η ακρίβεια είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα, σημείωσε ότι τα μέτρα που εξήγγειλε στη ΔΕΘ αποτελούν αντίβαρο στην ακρίβεια. «Η δική μας επιλογή ήταν να μειώσουμε τους φόρους για όλους, αλλά περισσότερο γι’ αυτούς που έχουν παιδιά και για τους νέους. Αυτό θα ισοδυναμεί, λοιπόν, από τον Ιανουάριο –και καταλαβαίνω γιατί οι πολίτες μπορεί να μην το έχουν αντιληφθεί ακόμα πλήρως, διότι θα δουν την επίπτωση των μέτρων αυτών στη μισθοδοσία του Ιανουαρίου– με μία πραγματική αύξηση μισθού, δηλαδή αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος», είπε, τονίζοντας πως η πολιτική αυτή είναι η πιο ενδεδειγμένη για την ενίσχυση όσων έχουν ανάγκη, καθώς πρόκειται για μόνιμα μέτρα.

Απαντώντας στο ερώτημα γιατί δεν μείωσε τον ΦΠΑ επικαλέστηκε έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδος, λέγοντας πως «μόνο το 20% της μείωσης θα περνούσε στην τελική τιμή και το όφελος θα ήταν περί τα 30 ευρώ τον μήνα», ενώ πρόσθεσε πως η μείωση του ΦΠΑ «ωφελεί και τους φτωχούς και τους πλούσιους και τους τουρίστες, οι οποίοι συνιστούν ένα μεγάλο κομμάτι της κατανάλωσης, ειδικά το καλοκαίρι».
«Μόνο το 20% της μείωσης του ΦΠΑ θα περνούσε στην τελική τιμή και το όφελος θα ήταν περί τα 30 ευρώ τον μήνα για τους πολίτες».
Οσον αφορά τις προτάσεις της αντιπολίτευσης, ο κ. Μητσοτάκης ήταν κάθετος πως είναι ακοστολόγητες και μπορεί να δημιουργήσουν πρόβλημα. «Η Ελλάδα εξακολουθεί και σήμερα, παρότι τα μακροοικονομικά μας είναι εξαιρετικά υγιή, να έχει το μεγαλύτερο χρέος στην Ευρώπη», επισήμανε, υπογραμμίζοντας πως «έχουμε μία υποχρέωση αυτό το χρέος να το μειώσουμε και ο μόνος τρόπος για να το μειώσουμε είναι να παράγουμε σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα». Μάλιστα σε αυτό το σημείο τόνισε πως «όσο είμαι πρωθυπουργός και με τιμούν οι Ελληνες πολίτες με την εμπιστοσύνη τους, δεν υπάρχει περίπτωση να επιτρέψω κανέναν εκτροχιασμό στα δημόσια οικονομικά, που να μας επαναφέρει σε εποχές μνημονίων και επιτήρησης». Είπε μάλιστα για τον 13ο μισθό πως «αυτός ο οποίος θέλει να δώσει τον 13ο μισθό θα πρέπει να μη δώσει τις φοροαπαλλαγές που δώσαμε», υποστηρίζοντας την επιλογή του να στηρίξει τις οικογένειες με παιδιά και τους νέους.

Ο κ. Μητσοτάκης, απαντώντας στο ερώτημα αν επιλέγει τον κ. Τσίπρα για αντίπαλο αντί του κ. Ανδρουλάκη, είπε πως αυτό δεν είναι ακριβές και ότι σέβεται τον κ. Ανδρουλάκη ως αρχηγό της αξ. αντιπολίτευσης, προσθέτοντας πως «φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις ότι είναι από τα κόμματα της Κεντροαριστεράς το μεγαλύτερο κόμμα και αυτός είναι θα έλεγα ο σημαντικότερος αντίπαλός μου». Για τον κ. Τσίπρα τόνισε πως υπάρχει ο κίνδυνος να «καεί στο ζέσταμα» και πως δεν τον αφορά εάν θα κάνει κόμμα. Είπε, ωστόσο, για την πρόταση του κ. Τσίπρα για έναν «πατριωτικό φόρο» πως εκείνος προτιμά τις «πατριωτικές φοροαπαλλαγές». Οσον αφορά τα σενάρια περί αντικατάστασής του πριν από τις εκλογές ή να μην είναι ο ίδιος πρωθυπουργός σε πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας, ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε πως «πρωθυπουργό εκλέγει ο λαός και όχι οι παράγοντες» και ο λαός δεν ψηφίζει μόνο κόμμα, «ψηφίζει και πρωθυπουργό», προσθέτοντας πως τα υπόλοιπα δεν τα θεωρεί πολύ σοβαρές κουβέντες και ότι «διασκεδάζει μερικές φορές» με την πολιτική κουζίνα. Αναφορικά με την ένταξη του Ανδρέα Λοβέρδου στη Ν.Δ., ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε πως «χαίρομαι όταν ένα οποιοδήποτε στέλεχος με το οποίο μπορεί να είχαμε διαφωνήσει στο παρελθόν επιλέγει να ενταχθεί στη Νέα Δημοκρατία, διότι προτάσσει αυτή τη στιγμή την πολιτική σταθερότητα και αναγνωρίζει ότι η Νέα Δημοκρατία είναι η μόνη που έχει πρόταση διακυβέρνησης», θυμίζοντας πως με τον πρώην υπουργό είχαν συνυπάρξει στην κυβέρνηση Σαμαρά.
Τέλος, για το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ παραδέχτηκε πως η κυβέρνηση δεν έκανε όσα έπρεπε και επιχειρεί τώρα να διορθώσει το λάθος. «Το είπαμε με μεγάλη ειλικρίνεια γι’ αυτό και αναγκαστήκαμε να πάρουμε πολύ δραστικά μέτρα και να καταργήσουμε ουσιαστικά τον ΟΠΕΚΕΠΕ». Ερωτηθείς εάν το Μαξίμου γνώριζε το σκάνδαλο όπως ισχυρίζεται η αντιπολίτευση, σημείωσε πως αυτά τα σενάρια είναι εντελώς ανυπόστατα και τοξικά.