Το «καρέ» της επενδυτικής βαθμίδας, δηλαδή τη σφραγίδα της τελευταίας των μεγάλων, της Moody’s, περιμένει σήμερα η ελληνική οικονομία, με τις προσδοκίες, αν και χαμηλά, να παραμένουν για μια αναβάθμιση από την αυστηρότερη όλων.
Η Moody’s σήμερα το βράδυ θα δώσει τη δική της οπτική για το πώς κινείται η ελληνική οικονομία, με τις συστάσεις και τις προκλήσεις να εκτιμάται λίγο έως πολύ ότι θα επαναληφθούν, αφού ως επί το πλείστον δεν έχει αλλάξει κάτι από την τελευταία της ετυμηγορία στις 14 Σεπτεμβρίου 2024. Όταν δηλαδή άλλαξε το outlook σε θετικό, το οποίο μεθοδολογικά σημαίνει ότι είναι πιο κοντά σε μια αναβάθμιση τους επόμενους 12 με 18 μήνες.
Ωστόσο, αυτό που θα έχει μεγάλη σημασία είναι η βαρύτητα που θα προσδώσει ο οίκος στις διεθνείς εξελίξεις, οι οποίες πολυεπίπεδα επηρεάζουν σχεδόν όλες τις οικονομίες του κόσμου, τόσο έμμεσα όσο και άμεσα. Και ίσως είναι αυτός ο λόγος που μπορεί να μην οδηγήσει σε αναβάθμιση, με τον οίκο να κρατά στάση αναμονής για να έχει καλύτερη εικόνα για το πώς θα διαμορφωθεί το τοπίο παγκοσμίως.
Το μήνυμα του ΧΑ
Πάντως, εάν προσπαθήσει να αποκωδικοποιήσει τα μηνύματα της χρηματιστηριακής αγοράς αυτήν την εβδομάδα, προφανώς θα συμπεράνει ότι οι προσδοκίες είναι αυξημένες. Δεν είναι μόνο η επίδοση που εμφανίζει, καθώς ο γενικός δείκτης επουδενί δεν δίνει την εντύπωση εσωστρέφειας, είναι και η αυξημένη συναλλακτική δραστηριότητα σε μια περίοδο έντονης αβεβαιότητας.
Αν συνυπολογίσει μάλιστα κανείς ότι τις παραμονές προηγούμενων αξιολογήσεων το ΧΑ είτε «λίμναζε» στα επίπεδα του είτε διόρθωνε, το μήνυμα ενισχύεται ότι ίσως αυτή τη φορά να υπάρξει μια θετική γνώμη για την Ελλάδα.
Τυχαίο ή όχι, η αγορά προφανώς αυτήν την εβδομάδα αποτύπωσε τις προσδοκίες της, ακόμη και αν θα έχει στη φαρέτρα της τη θετική γνώμη του καναδικού οίκου DBRS, o οποίος την περασμένη Παρασκευή αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο στο δεύτερο σκαλοπάτι της επενδυτικής βαθμίδας, σε BBB, με σταθερό outloοκ, από BBB (χαμηλό) με θετικό outlook.
Οι 3 καταλύτες
Πάντως, ο αμερικανικός οίκος, μετά την προηγούμενη αναβάθμιση των προοπτικών της Ελλάδας, τον περασμένο Σεπτέμβριο, είχε εκδώσει επίσης επεξηγηματική ανάλυση λίγες ημέρες αργότερα, δίνοντας κάποια “tips” για το σκεπτικό της, τα οποία στην παρούσα χρονική συγκυρία δείχνουν πιο επίκαιρα από ποτέ. Εκεί είχε δώσει και τρεις καταλύτες που θα επηρεάσουν την αξιολόγησή της.
Ο πρώτος καταλύτης είναι η πορεία απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, με τις μέχρι τώρα επιδόσεις να κρίνονται ικανοποιητικές, αλλά όχι χωρίς προκλήσεις. Όπως τα τελευταία χρόνια, οι ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας παραμένουν συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρωζώνη υψηλότεροι, αλλά υποστηρίζονται από μεγάλες εισροές επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από την Ε.Ε.. Καθώς το RRF εισέρχεται στο προτελευταίο έτος εφαρμογής του, θα πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες.
Ο δεύτερος καταλύτης είναι ότι η ελληνική οικονομία παραμένει ευάλωτη στην αστάθεια των παγκόσμιων αγορών. Τα υψηλά επίπεδα γεωπολιτικών αναταραχών προκαλούν σημαντική αβεβαιότητα. Μετά την επανεκλογή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, οι εμπορικές εντάσεις είναι αυξημένες, όπως και η αβεβαιότητα, επηρεάζοντας εμμέσως και την ελληνική οικονομία, η οποία βασισμένη στον καταναλωτή. Επίσης, οι εμπορικές εντάσεις θα μπορούσαν να ασκήσουν ανοδική πίεση στον πληθωρισμό (η Eurostat αναφέρει ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα κινείται περίπου στο 3%, υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης), ασκώντας πρόσθετη πίεση στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα.
Ο τρίτος καταλύτης είναι οι μεγάλες γεωπολιτικές εντάσεις, ειδικά στην Ευρώπη λόγω της Ουκρανίας, κάτι που διαφαίνεται και στα σχέδια της Κομισιόν στο πλαίσιο του προγράμματος ReARM. Αυτή την εβδομάδα υπήρξε ομόφωνη υποστήριξη για το ReARM Europe, που αφορά ένα πακέτο 800 δισ. ευρώ για την άμυνα. Το ερώτημα όμως παραμένει για το πως θα χρηματοδοτηθεί αυτό το πακέτο.