Οδύσσειες της υστεροφημίας | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Κοινοποίηση

Φόρτωση Text-to-Speech…

Η αποχώρηση από το Μέγαρο Μαξίμου δεν σημαίνει ποτέ πραγματικό πολιτικό τέλος. Στην Ελλάδα, κάποιοι πρώην πρωθυπουργοί έσπευσαν να γράψουν οι ίδιοι την ιστορία τους, ενώ άλλοι προτίμησαν να την αφήσουν στους ιστορικούς. Εντέλει, η υστεροφημία φαίνεται να λειτουργεί ως το τελευταίο πεδίο μάχης μιας πολιτικής διαδρομής. Η πρόθεση του Αλέξη Τσίπρα να εκδώσει τον επόμενο μήνα ένα βιβλίο, όπου θα καταθέσει τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα της προηγούμενης δεκαετίας, σπάει μια παράδοση που ήθελε τους πρωθυπουργούς της Μεταπολίτευσης να εκδίδουν βιβλία μετά την οριστική αποχώρησή τους από την πολιτική. Ωστόσο η επιλογή Τσίπρα φαίνεται πως έχει εντελώς διαφορετική στόχευση από τους προκατόχους του.

Μίλησε με το Αρχείο

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αντιμετώπισε εξαρχής την υστεροφημία του ως πολιτικό έργο. Το δωδεκάτομο Αρχείο, που εκδόθηκε λίγο πριν από τον θάνατό του, δεν ήταν μια απλή συλλογή εγγράφων. Η ιδέα, το να καταθέσει αυτούσια τα στοιχεία του Αρχείου του, ώστε να δουλέψουν επάνω τους οι ιστορικοί, φαίνεται ότι προήλθε από τους Κωνσταντίνο Τσάτσο και Κωνσταντίνο Σβολόπουλο, με τον ίδιο να φέρεται να πιστεύει πως η συγγραφή απομνημονευμάτων δεν αποτελεί αξιόπιστη μαρτυρία. Μέσα από το Αρχείο, ουσιαστικά οριοθέτησε την ερμηνεία του έργου του, προβάλλοντας τον εαυτό του ως θεμελιωτή του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας και πολιτικό με έντονη αίσθηση ιστορικής ευθύνης. Το Αρχείο περιλαμβάνει και δικά του προσωπικά σημειώματα, που φαίνεται ότι ειδικά στα χρόνια της αυτοεξορίας στο Παρίσι αποτελούσαν το πρόπλασμα μιας δικής του μαρτυρίας, που εντέλει δεν εκδόθηκε ποτέ.

Αντιθέτως, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν επιδίωξε ποτέ να αφήσει μια προσωπική αποτίμηση της δεκαετούς πρωθυπουργίας του. Αν και έγραψε στα χρόνια της εξορίας το βιβλίο «Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα», αυτό θεωρείται περισσότερο μια πολιτική πραγματεία για τη χούντα και όχι απομνημόνευμα. «Ο Ανδρέας ήταν πολιτικός της πράξης και πίστευε πως θα τον κρίνουν οι επερχόμενοι», λέει στην «Κ» ο στενός συνεργάτης του Τηλέμαχος Χυτήρης, αποκαλύπτοντας ότι αρκετοί τού είχαν προτείνει να συγγράψουν τη βιογραφία του, όμως ο ίδιος απέρριπτε κατηγορηματικά κάθε αντίστοιχη ιδέα. «Θεωρούσε ότι θα έπρεπε να είναι ελεύθερο το πεδίο και ο καθένας να ψάξει και να βρει τον τρόπο με τον οποίο ενήργησε ο πολιτικός στην εποχή του».

Οδύσσειες της υστεροφημίας-1
[GEORGES GOBET / AFP]

Η περίπτωση Σημίτη

Μετά την αποχώρησή του από την εξουσία, ο Κώστας Σημίτης παραχώρησε μόλις δύο τηλεοπτικές συνεντεύξεις και κάποιες μετρημένες γραπτές. Επέλεξε, ωστόσο, να διαχειριστεί την πολιτική του υστεροφημία μέσα από τη γραφή. Τα βιβλία του, από το «Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα» έως το «Δρόμοι ζωής», συνθέτουν ένα τεκμηριωμένο αφήγημα απολογισμού, που δεν πατάει ακριβώς στο συναίσθημα, αλλά στην τεκμηρίωση. Επιδιώκει να υπερασπιστεί το έργο της διακυβέρνησής του και να πείσει πως ο «εκσυγχρονισμός» ήταν η πιο συνεπής προσπάθεια προσαρμογής της Ελλάδας στον ευρωπαϊκό δρόμο. «Και οι τρεις πρώην πρωθυπουργοί, μέσα από τα ιδρύματά τους, μας έχουν αφήσει αρχειακό υλικό ώστε να μπορούμε πολίτες, πολιτικοί, πολιτικοί επιστήμονες να ανατρέξουμε στο παρελθόν και μέσα από τεκμήρια, όχι μόνο μέσα από τη διαμεσολαβημένη οπτική των βιβλίων τους», προσθέτει η Λαμπρινή Ρόρη, επίκουρη καθηγήτρια Πολιτικής Ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, μετά την ήττα του 1993, επιδίωξε μεθοδικά την αποκατάσταση της εικόνας του. Το βασικό επιχείρημα των συνεντεύξεων και των βιβλίων που εκδόθηκαν για το έργο του συνέκλινε στο ότι, εάν είχαν υλοποιηθεί οι μεταρρυθμίσεις του, η Ελλάδα ίσως είχε αποφύγει την κρίση που ακολούθησε. Παρότι για τον ίδιο γράφτηκαν βιογραφίες, η πρωτοτυπία έγκειται στο ότι κατέγραψε το σύνολο της πολιτικής δράσης του σε δύο τόμους που προέκυψαν ως διάλογος με τον δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά και τίτλο «Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με τα δικά του λόγια».

Οδύσσειες της υστεροφημίας-2

Ενα βιβλίο απομνημονευμάτων μπορεί να λειάνει τη δημόσια μνήμη, αποκαλύπτοντας νέες πληροφορίες ή αλλάζοντας την εικόνα. «Αλλά το πιο πιθανό πεδίο εφαρμογής εδώ είναι η βελτίωση μιας υστεροφημίας, η άμβλυνση της κριτικής, παρά η μεταμόρφωσή της», λέει στην «Κ» ο καθηγητής Κέβιν Φέδερστοουν, ο οποίος υπήρξε επί πολλά χρόνια επικεφαλής του ελληνικού παρατηρητηρίου στο LSE. Αντλώντας παραδείγματα από τις ΗΠΑ, όπου η έκδοση μιας βιογραφίας μετά τη λήξη της θητείας στον δημόσιο βίο είναι μάλλον ο κανόνας παρά η εξαίρεση, θυμίζει ότι «ο Χάρι Τρούμαν έφυγε από το αξίωμα πιο αντιδημοφιλής από ό,τι θα ήταν αργότερα ο Νίξον. Τα απομνημονεύματά του προσέφεραν μια μεγαλύτερη αίσθηση των δύσκολων επιλογών που έπρεπε να κάνει, με αποτέλεσμα η ιστορική φήμη του να βελτιωθεί σημαντικά», συμπληρώνοντας ότι η έκδοση απομνημονευμάτων πλέον στον δυτικό κόσμο έχει κι ακόμη ένα στόχο: να λειτουργήσει συγκριτικά. «Αυτό συνέβη με τα πρόσφατα απομνημονεύματα της Ανγκελα Μέρκελ: αντιπαρέβαλε τα δυνατά της σημεία με τις αδυναμίες των σημερινών ηγετών».

Η μέθοδος της σιωπής

Από όλους τους πρωθυπουργούς της Μεταπολίτευσης, ο Κώστας Καραμανλής είναι ο μόνος που έχει παραμείνει σιωπηλός αναφορικά με την κυβερνητική του θητεία. Από το 2009 και μετά, η σχεδόν απόλυτη αποχή του από τον δημόσιο διάλογο δημιούργησε μια ιδιότυπη εσωκομματική αλλά και διακομματική (πλην ΠΑΣΟΚ) προστασία. Ανθρωποι που υπήρξαν συνεργάτες και υπουργοί στη διάρκεια της περιόδου 2004-2009 υποστηρίζουν ότι το νοσηρό κλίμα της περιόδου που ακολούθησε την πρωθυπουργία του δεν προσέφερε το κατάλληλο πολιτικό έδαφος για μια γόνιμη συζήτηση. Σε εντελώς αντίθετη γραμμή, ο Γιώργος Παπανδρέου επέλεξε εξαρχής με δημόσιες παρεμβάσεις να παρουσιάσει τον εαυτό του ως τον ηγέτη που έλαβε τις δύσκολες αποφάσεις όταν η χώρα βρισκόταν πάνω στον γκρεμό. Βιβλίο δεν έγραψε, ωστόσο υπάρχουν πλέον αρκετές μαρτυρίες από τους βασικούς πρωταγωνιστές της περιόδου 2009-2011.

Δική του καταγραφή για τα γεγονότα της περιόδου 2012-2015 δεν έχει καταθέσει ακόμη ούτε ο Αντώνης Σαμαράς. Ο λόγος, σύμφωνα με στενό του συνεργάτη, είναι προφανής: «Ο ίδιος βρίσκεται ακόμη στην πρώτη γραμμή της πολιτικής και παραμένει ενεργός». Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει σκέψη για την κατάθεση της δικής του γραπτής μαρτυρίας – σε χρόνο βέβαια που θα αποφασίσει ο ίδιος. Μια σκαλέτα, πάντως, υπάρχει ήδη.

Οδύσσειες της υστεροφημίας-3

Σύμφωνα με την κ. Ρόρη, «μετά την αποχώρηση, πολλοί ηγέτες επιδιώκουν να “κλειδώσουν” την κληρονομιά τους πριν το κάνουν οι αντίπαλοι ή οι ιστορικοί: επιλέγουν πλαίσιο, επιχειρούν να επανερμηνεύσουν τα λάθη τους και να υπερτονίσουν τα σωστά τους. Για τα πολύ μεγάλα ονόματα λειτουργούν και ως υβριδικά προϊόντα για άλλες παραγωγές: πολιτικές παρεμβάσεις, αλλά και εμπορικά assets που ανοίγουν κύκλους ομιλιών, ντοκιμαντέρ, podcasts. Ωστόσο, η ιστορικότητα δεν εξαφανίζεται ούτε και οι θητείες μπορούν να ξαναβιωθούν διαφορετικά από τους πολίτες μέσα από μια προσωπική βιογραφία διαμεσολαβείται όμως από το storytelling, όπου η πειστικότητα μετριέται τόσο σε στοιχεία όσο και σε αναγνωσιμότητα».

Σε αντιδιαστολή με τους προκατόχους του, ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται να επιδιώκει την πολιτική επαναφορά του μέσω ενός βιβλίου, στο οποίο θα καταγράφει τη δική του εκδοχή στα γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας. Αντλώντας έμπνευση από τη γαλλική πολιτική παράδοση, όπου η έκδοση μιας αυτοβιογραφίας λειτουργεί ως μέρος της «réhabilitation» –της προσπάθειας επαναφοράς στο δημόσιο προσκήνιο–, θα επιχειρήσει να «επανατοποθετηθεί» ή να επανασυστηθεί στο πολιτικό σκηνικό.

Οδύσσειες της υστεροφημίας-4

Ξαναγράψιμο;

Στη Γαλλία υπήρξε ένα αντίστοιχο παράδειγμα με τον Φρανσουά Μιτεράν, όταν μετά την ανεπιτυχή εκλογική του αναμέτρηση με τον Ντε Γκωλ το 1965, τέσσερα χρόνια αργότερα εξέδωσε το βιβλίο «Ma part de vérité, de la rupture à l’unité,» όπου έγραψε πολλά για την ανάγκη ενός νέου είδους «λαϊκού μετώπου», που θα ενώνει κομμουνιστές, σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες. «Υποστήριξε τη νέα πολιτική στρατηγική και αναδιαμόρφωσε τη δική του πολιτική θέση, ως πιο εκλεκτική από ιδεολογικής άποψης. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί παράλληλο με την τρέχουσα προσπάθεια του Τσίπρα. Ο Μιτεράν απέρριψε μεγάλο μέρος των παλιών πολιτικών αποσκευών του και σταδιακά αναδείχθηκε ως ο μόνος που ήταν σε θέση να ενώσει μια ευρύτερη Αριστερά», επισημαίνει ο Φέδερστόουν. «Το βιβλίο είναι ένα εργαλείο μεν, ένα όχημα για την επαναπροώθηση της εικόνας του, τόσο της παρελθούσας όσο και της μελλοντικής. Ωστόσο, η μνήμη είναι πολύ νωπή για τα πεπραγμένα του και άρα δεν μπορεί το βιβλίο να υπερισχύσει της μνήμης που ήδη οι πολίτες έχουν», τονίζει η κ. Ρόρη. «Αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει εάν κάποιος διάβαζε το βιβλίο κάποια χρόνια αργότερα, όταν οι θητείες είχαν ξεχαστεί. Να “ξαναγραφτεί” η Ιστορία τόσο γρήγορα, δεν γίνεται».

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα