Ουκρανία: Γιατί η ΕΕ θα έχει υποστεί βαριά ήττα αν υλοποιηθεί το σχέδιο Τραμπ

Κοινοποίηση

Kαθώς οι συζητήσεις για ένα αναδυόμενο πλαίσιο ειρήνης για την Ουκρανία -ένα σχέδιο που προωθεί ο Τραμπ- επιταχύνονται, μια αυξανόμενη ανησυχία αρχίζει να κυριαρχεί στα στρατηγικά κέντρα των Βρυξελλών, του Παρισιού και του Βερολίνου: Αν υλοποιηθεί, τότε η Ευρώπη θα είναι ο χαμένος της υπόθεσης, λόγω κακών χειρισμών εκ μέρους της ηγεσίας της ΕΕ.

Σύμφωνα με το σενάριο που συζητείται, οι ΗΠΑ θα αποκτήσουν πρόσβαση σε περίπου 120 δισ. ευρώ (ή 100 δισ. δολάρια) παγωμένων ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων για να ηγηθούν της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας, ενώ η Ρωσία θα εξασφαλίσει μεγάλο μέρος των εδαφών που κατέχει ή διεκδικεί.

Η Ουκρανία, από την πλευρά της, θα εξασφαλίσει εγγυήσεις ασφαλείας και σχέδιο ανασυγκρότησης, ενώ οι ΗΠΑ θα ενισχύσουν τη γεωπολιτική τους επιρροή και θα αποκομίσουν τεράστια οικονομικά οφέλη. Τέλος, η Ρωσία θα είναι σε θέση να παρουσιάσει στο εσωτερικό της μια «νίκη».

Η Ευρώπη; Μετά από χρόνια οικονομικής, στρατιωτικής και πολιτικής επένδυσης, θα καταλήξει να είναι βαριά ζημιωμένη.

Από την πρώτη μέρα του πολέμου, η ευρωπαϊκή ηγεσία δήλωνε πως η στήριξη προς το Κίεβο ήταν τόσο ηθική υποχρέωση όσο και στρατηγική αναγκαιότητα. Η Ευρώπη επένδυσε τα μέγιστα: τεράστια πακέτα βοήθειας, υποδοχή εκατομμυρίων προσφύγων, ανατροπή ενεργειακής πολιτικής και επιτάχυνση της αμυντικής της βιομηχανίας.

Παρόλα αυτά, όσο οι διεθνείς συζητήσεις στρέφονται πλέον προς την αναζήτηση διπλωματικής λύσης, το κέντρο βάρους μετακινείται μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας. Η Ευρώπη, παρά τη θυσία και το κόστος που κατέβαλε, παρακολουθεί από το περιθώριο μια διαδικασία που εν πολλοίς θα καθορίσει και τη δική της ασφάλεια: την ενεργειακή, κατ’ επέκτασιν τη βιομηχανική, κατ’ επέκτασιν την οικονομική κ.ο.κ.

Αυτή η περιθωριοποίηση ua δεν είναι απλώς συμβολική, παρά θα έχει πραγματικές, μακροπρόθεσμες συνέπειες για το μέλλον των κρατών-μελών της Ευρώπη.

Η Ευρώπη πληρώνει, οι ΗΠΑ κερδίζουν

Ίσως το μεγαλύτερο παράδοξο για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι το ζήτημα των παγωμένων ρωσικών κεφαλαίων. Η Ευρώπη ήταν εκείνη που επέμεινε επί δύο χρόνια να χρησιμοποιηθούν για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες θεώρησαν ότι αυτά τα κονδύλια θα λειτουργούσαν ως αντιστάθμισμα στο τεράστιο οικονομικό βάρος του πολέμου.

Ωστόσο, σύμφωνα με το υπό διαμόρφωση σχέδιο, οι ΗΠΑ θα διαχειριστούν τα κεφάλαια και θα ηγηθούν της ανοικοδόμησης. Αυτό δεν είναι μια απλή λογιστική λεπτομέρεια: Η μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Ουκρανίας -υποδομές, ενέργεια, στέγαση, αγροτική παραγωγή, βιομηχανία, άμυνα- μπορεί να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο αναπτυξιακό εγχείρημα της εποχής μας.

Αν η Ευρώπη, παρά τις θυσίες που έκανε, μείνει τελικά χωρίς πρόσβαση στα κεφάλαια που η ίδια διεκδίκησε, ενώ οι ΗΠΑ κυριαρχήσουν εμπορικά και πολιτικά στην ανοικοδόμηση, η δυσαναλογία οφελών και κόστους θα είναι τεράστια.

Η ηγεσία της ΕΕ όφειλε να είναι εκείνη που θα έφθανε σε μια ειρηνευτική λύση ταχύτερα από κάθε άλλον

Όσον αφορά στην Ρωσία και τις ΗΠΑ; Η Μόσχα θα έχει εξασφαλίσει κάτι θεμελιώδες για τη στρατηγική της: τη διατήρηση εδαφών και έναν de facto έλεγχο σε μια ουδέτερη ζώνη κοντά στα σύνορά της. Η Ουάσινγκτον, από την πλευρά της, θα έχει εξασφαλίσει ένα άλλο είδος νίκης: την ηγεμονία στη μεταπολεμική Ουκρανία και την παγίωση της επιρροής της στην Ανατολική Ευρώπη.

Η Ευρώπη αντικρίζει σε ένα σκηνικό που θα την έθετε προς μεγάλων προκλήσεις: Μια Ρωσία που θα έχει μεγαλώσει προς ανατολάς και θα έχει αυξημένη ισχύ στα σύνορά της με το ΝΑΤΟ και μια Ουκρανία με αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας που θα εξαρτάται περισσότερο από τις αλλαγές πολιτικής στην Ουάσιγκτον παρά από την ευρωπαϊκή στρατηγική σταθερότητα.

Με άλλα λόγια, η Ευρώπη θα είναι τοποθετημένη στο κέντρο των συνεπειών αλλά στο περιθώριο των αποφάσεων.

Ενέργεια

Προτού ξεσπάσει αυτός ο πόλεμος, η πλειονότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών στηριζόταν στο φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο. Μετά από την κατάρρευση αυτής της σχέσης, η ηγεσία της ΕΕ στράφηκε βεβιασμένα προς το ακριβότερο υγροποιημένο φυσικό αέριο των ΗΠΑ.

Το αποτέλεσμα ήταν μια ενεργειακή κρίση που έπληξε την ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών και επιβάρυνε τους πολίτες.

Με βάση το προτεινόμενο σχέδιο ειρήνης, η Ευρώπη δεν πρόκειται να ανακτήσει την πρόσβασή της στη φθηνή ρωσική ενέργεια. Έτσι, οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να κερδίζουν δισεκατομμύρια από τις ενεργειακές εξαγωγές, ενώ η Ευρώπη θα παραμείνει εγκλωβισμένη στο υψηλό κόστος.

Πρόκειται για μια δομική αλλαγή που απειλεί την ευρωπαϊκή παραγωγή.

Η Ευρώπη επένδυσε δισεκατομμύρια στην παραγωγή όπλων, πυρομαχικών και άλλων εξοπλιστικών προγραμμάτων για να στηρίξει την Ουκρανία και να αναπληρώσει τα δικά της αποθέματα. Η βιομηχανία άρχισε να μετατρέπεται (βλ. αυτοκινητοβιομηχανίες) και να παίρνει μικρές ανάσες· βασιζόμενη, ωστόσο, στην υπόθεση ότι ο πόλεμος -και η ανάγκη για μαζική παραγωγή- θα διαρκούσε.

Όμως, εάν οι ΗΠΑ και η Ουκρανία έλθουν σε συμφωνία και επιτευχθεί ειρήνη σε σύντομο χρονικό διάστημα, τότε μεγάλα τμήματα της εν λόγω ευρωπαϊκής βιομηχανίας θα βυθιστούν σε μια πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα με μειωμένη ζήτηση.

Επιπλέον, μια Ουκρανία υπό αμερικανική «ομπρέλα» ενδέχεται να στραφεί περισσότερο σε αμερικανικά οπλικά συστήματα παρά σε ευρωπαϊκά.

Έτσι, η Ευρώπη θα έχει στα χέρια της μια αμυντική βιομηχανία υπερδιογκωμένη και οικονομικά εκτεθειμένη.

Εδώ και χρόνια, η Ευρώπη διακηρύσσει διά των υψηλόβαθμων εκπροσώπων της την ανάγκη να ενισχύσει τη δική της στρατηγική αυτονομία – να μην εξαρτάται ενεργειακά, αμυντικά ή διπλωματικά από τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, το υπό συζήτηση σχέδιο ειρήνης οδηγεί ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση: Η Ευρώπη θα εξαρτάται ακόμη περισσότερο από τις ΗΠΑ για ενέργεια, ασφάλεια και διπλωματική ισχύ. Η ήπειρος που πλήρωσε το μεγαλύτερο τίμημα για τον πόλεμο, κινδυνεύει να χάσει την ευκαιρία να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ειρήνη.

Η Ευρώπη ήταν ο γεωπολιτικός παράγων που είχε να χάσει περισσότερα από κάθε άλλον από έναν πόλεμο μεγάλης διάρκειας: άνοδος τιμών, ενεργειακή αστάθεια, προσφυγικές ροές, βιομηχανική καθίζηση, πολιτική πόλωση.

Εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι, εξαιτίας αυτής της συνθήκης, η ηγεσία της ΕΕ όφειλε να είναι εκείνη που θα έφθανε σε μια ειρηνευτική λύση ταχύτερα από κάθε άλλον.

Ουδέποτε κινήθηκε προς αυτήν την κατεύθυνση, και, πλέον, εάν υπάρξει συνθηκολόγηση υπό τους όρους που έχουν τεθεί στο τραπέζι αυτών των νέων διαπραγματεύσεων, τότε η Ευρώπη θα γίνει μάρτυρας των εξής τετελεσμένων:

  • Οι ΗΠΑ θα έχουν κερδίσει οικονομικά και γεωπολιτικά.
  • Η Ρωσία θα έχει κερδίσει σε επέκταση και επιρροή.
  • Η Ουκρανία θα έχει κερδίζει σε ασφάλεια και ανοικοδόμηση.
  • Η ίδια θα έχει παγιώσει για τον εαυτό της ένα υψηλότερο ενεργειακό κόστος, μια αποδυναμωμένη βιομηχανία, λιγότερη επιρροή και στα ταμεία της δεν θα έχει βάλει ούτε ένα ευρώ από τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια.

Αν το προτεινόμενο σχέδιο ειρήνης λάβει σάρκα και οστά, τότε οι πολύπαθες χώρες της Ευρώπης θα κληθούν να «καταπιούν» ένα γεωπολιτικό αποτέλεσμα που επί της ουσίας δεν θα έχουν διαμορφώσει οι ίδιες και θα κυρίως θα θίγει σημαντικά τα συμφέροντά τους, με τις επιπτώσεις να πλήττουν περαιτέρω τους ήδη σοβαρά επιβαρυμένους λαούς τους.

Οι κοινωνίες και οι φορολογούμενοι που πλήρωσαν το υψηλότερο κόστος για τον πόλεμο, θα εξακολουθούν να επωμίζονται δυσβάσταχτα βάρη, αυτήν τη φορά από την ειρήνη, που, αντί να την έχει οικοδομήσει η ηγεσία της, θα της την έχει επιβάλει η ο μεγάλος κερδισμένος της υπόθεσης· στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα