Τα καλοκαίρια αποτελούν για τα παιδιά χρόνος ξεκούρασης και ανανέωσης, όμως δεν είναι όλοι σύμφωνοι για το πώς η ανάπαυλα από το σχολείο είναι καλύτερο να αξιοποιείται.
Είναι πιο βοηθητικό τα παιδιά να απολαύσουν το απόλυτο τίποτα ή μια πιο ενεργητική εκμετάλλευση θα ήταν πιο ωφέλιμη;
Τα παιδία παίζει
Όταν η Κάθριν Γκόλντστεϊν ήταν παιδί τη δεκαετία του 1990, μεγαλώνοντας στην Ατλάντα, θυμάται τα χαλαρά καλοκαίρια που περνούσε κολυμπώντας και κάνοντας ποδήλατο στη γειτονιά, ενώ ο πατέρας της εργαζόταν με πλήρη απασχόληση και η μητέρα της με μερική απασχόληση από το σπίτι. Πολλοί από τους γονείς της γενιάς millennials έχουν παρόμοιες αναμνήσεις.
«Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ξέρω και είναι γύρω στα 30 και 40 περνούσαν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο σε μια κοινοτική πισίνα και δεν υπήρχε αυτή η αίσθηση ότι κάθε στιγμή έπρεπε να είναι προγραμματισμένη», ανέφερε η Γκόλντστεϊν.
Πολλοί γονείς -ιδιαίτερα εκείνοι με δουλειές γραφείου- μπορεί να θεωρούν την κατασκήνωση ως τον ιδανικό και συχνά απαραίτητο τρόπο για να περάσει ένα παιδί τις καλοκαιρινές διακοπές.
Η Γκόλντστεϊν, ερευνήτρια που ζει με τον σύζυγό της και τα τρία παιδιά της στο Durham της Νέας Υόρκης, πήγαινε επίσης σε κατασκήνωση κάποια χρόνια. Φαίνεται όμως να έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ετήσια φρενίτιδα στην οποία πολλές οικογένειες μπαίνουν ήδη από το φθινόπωρο, όταν το καλοκαίρι απέχει ακόμη αρκετούς μήνες, αλλά η πίεση για τον προγραμματισμό αυτών των μηνών χωρίς σχολείο κορυφώνεται, τονίζει δημοσίευμα των New York Times.
Ενώ πολλοί γονείς -ιδιαίτερα εκείνοι με δουλειές γραφείου- μπορεί να θεωρούν την κατασκήνωση ως τον ιδανικό και συχνά απαραίτητο τρόπο για να περάσει ένα παιδί τις καλοκαιρινές διακοπές, άλλοι τη βλέπουν ως μια αγχωτική λέξη, συνώνυμη με υψηλές τιμές.
Τι και αν, όμως, το παιδί δεν κάνει τίποτα όλο το καλοκαίρι;
Η παράνοια των κατασκηνώσεων
Στο διαδίκτυο αυτό χαρακτηρίζεται ως «kid rotting» ή «ξέφρενο καλοκαίρι». Αυτό μπορεί να ακούγεται ανόητο στους γονείς που υιοθετούν μια υπερ-ανταγωνιστική σύγχρονη κουλτούρα, ιδίως στη Νέα Υόρκη, όπου η εγγραφή για κατασκήνωση είναι ένας αγώνας δρόμου για το ποιος μπορεί να προλάβει μία θέση για το παιδί του. Ορισμένες από τις πιο περιζήτητες κατασκηνώσεις – όπως αυτές που προσφέρει ο ζωολογικός κήπος του Central Park (720 δολάρια την εβδομάδα) και το Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας (1.300 δολάρια την εβδομάδα) – συχνά γεμίζουν μέσα σε λίγα λεπτά από την έναρξη των εγγραφών.
Σε ορισμένα εύπορα προάστια, το κόστος των διδάκτρων για πολλές κατασκηνώσεις είναι ισάξιο με ένα νέο πολυτελές αυτοκίνητο. Η Χάλι Μπέρμαν, η ιδρύτρια της ιστοσελίδας μεταπώλησης εξοπλισμού και διακόσμησης κατασκήνωσης που ονομάζεται Recamped, ξοδεύει περίπου 40.000 δολάρια για να στείλει τα δύο μικρότερα παιδιά της σε οκτώ εβδομάδες ολοήμερης κατασκήνωσης στην κομητεία Μπέργκεν του Νιου Τζέρσεϊ και για επτά εβδομάδες κατασκήνωσης με διανυκτέρευση για το μεγαλύτερο παιδί της.
«Προτιμώ να ξοδέψω τα χρήματά μου σε ταξίδια παρά σε μια κατασκήνωση στην οποία δεν θέλουν να πάνε».
Τελευταία, κάποιοι οραματίζονται καλοκαιρινές διακοπές που θα μοιάζουν περισσότερο με αυτές που μπορεί να είχαν ζήσει οι ίδιοι ως παιδιά, είτε για οικονομικούς είτε για φιλοσοφικούς λόγους.
Όταν η Λόρεν Γουέιντραουμπ είπε στους 6 και 9 ετών γιους της ότι έπρεπε να πάνε σε κατασκήνωση αυτό το καλοκαίρι, ώστε να μπορέσει να τελειώσει τα μαθήματα λογοπαθολογίας, εκείνοι δεν το πήραν και πολύ καλά. Πέρυσι «ήταν ένας αγώνας κάθε μέρα για να τους πείσουμε να πάνε», είπε η Γουέιντραουμπ, γονέας που μένει στο σπίτι και ταξιδιωτική πράκτορας στη Νέα Υόρκη.
Αφού διαπίστωσε ότι μια μπέιμπι σίτερ πλήρους απασχόλησης ήταν εκτός του προϋπολογισμού της, η Γουέιντραουμπ, 39 ετών, αποφάσισε να πάρει άδεια από το σχολείο. Έκλεισε διακοπές δύο εβδομάδων στην Ευρώπη και σχεδίαζε να ρυθμίσει το υπόλοιπο καλοκαίρι με έναν συνδυασμό τοπικών δραστηριοτήτων, βοήθειας από τους παππούδες και τις γιαγιάδες και σύντομων οδικών ταξιδιών.
Η Γουέιντραουμπ λέει ότι ολόκληρο το ταξίδι στην Ευρώπη θα της κοστίσει λιγότερο από επτά εβδομάδες κατασκήνωσης για δύο παιδιά στο Μανχάταν. Όπως πρόσθεσε, «προτιμώ να ξοδέψω τα χρήματά μου σε ταξίδια παρά σε μια κατασκήνωση στην οποία δεν θέλουν να πάνε», είπε.
Καλή και η πλήξη
Η Ιλένια Πελιτσιότα, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, λέει ότι δεν την πειράζει που τα παιδιά της, ηλικίας 9 και 10 ετών, δεν θα ακολουθήσουν ένα αυστηρό πρόγραμμα για κάποιο μέρος του φετινού καλοκαιριού. «Μπορεί να μην χρησιμοποιήσουν το μυαλό τους για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά τα παιδιά μου εκτίθενται σε τόσα πολλά», δήλωσε η Πελιτσιότα.
Η Έιμι Ντενάρο Μπέκερ, μεσίτρια ακινήτων στη Νέα Υόρκη, συνεχίζει εδώ και χρόνια να μην πηγαίνει στην κατασκήνωση την 6χρονη κόρη της. «Είναι καλό γι’ αυτήν να βαριέται μερικές φορές. Θυμάμαι να βαριέμαι το καλοκαίρι και αυτό δεν με έκανε κακή ενήλικη», δήλωσε η Μπέκερ.
Η Αλίνα Άνταμς, σύμβουλος εισαγωγής σε ιδιωτικά σχολεία στο Μανχάταν, προωθεί ένα συγκεκριμένο είδος καλοκαιρινής «πλήξης» όταν μιλάει σε ανήσυχους γονείς της Νέας Υόρκης.
«Τους λέω ότι το παιδί τους θα είναι πιο «μπροστά» με τους δικούς του πειραματισμούς, σε σχέση με το να παρακολουθεί ένα μάθημα μαζί με άλλα παιδιά», είπε. Η εγγραφή σε κατασκήνωση STEM, για παράδειγμα, μπορεί να φαντάζει σπουδαία ιδέα για έναν γονέα, αλλά μπορεί να αφήνει ελάχιστο χώρο στο παιδί να εξερευνήσει τις φυσικές του περιέργειες. «Είναι όλα καθοδηγούμενα από τους ενήλικες».
Ένα καλοκαίρι χωρίς πρόγραμμα δεν σημαίνει απαραίτητα και υπερέκθεση σε μία οθόνη.
Η Άνταμς πέρασε πολλά καλοκαίρια στο σπίτι με τα τρία παιδιά της, τα οποία έχουν πλέον ενηλικιωθεί. Ένα καλοκαίρι, η κύρια δραστηριότητα ήταν να κάθεται σε ένα παγκάκι στο Central Park και να διαβάζει, ενώ ο γιος της, ηλικίας νηπιαγωγείου, έφτιαχνε σωρούς από ξύλα.
«Είναι η τέλεια ηλικία για να τα αφήσουμε μόνα τους με τις δικές τους ιδέες», είπε.
Εδώ, όμως, είναι που η νοσταλγία μιας παλαιότερης γενιάς για το παιχνίδι έξω με τα παιδιά της γειτονιάς, τις ζεστές καλοκαιρινές μέρες, μπορεί να έρθει σε σύγκρουση με την πραγματικότητα της σύγχρονης εποχής μας, όπου οι ώρες που περνάμε κάνοντας «τίποτα» μπορεί να σημαίνουν χρόνο μπροστά σε τηλέφωνα και τηλεοράσεις, υπενθυμίζουν οι New York Times.
Ένα καλοκαίρι χωρίς πρόγραμμα δεν σημαίνει απαραίτητα και υπερέκθεση σε μία οθόνη, τόνισε η Άνταμς, αλλά μάλλον υπάρχει για να εντοπιστούν τα πράγματα που αρέσουν στα παιδιά και τα παρακινούν να είναι δραστήρια.