Ισχυρό πλήγμα δέχθηκε η πολιτική των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ μετά την απόφαση ομοσπονδιακού δικαστήριου στην Νέα Υόρκη να αναιρέσει το μέτρο που επέβαλε ο Αμερικανός πρόεδρος σχεδόν σε όλες τις χώρες του πλανήτη. Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει τώρα είναι τι επιπτώσεις θα έχει αυτή η απόφαση μέχρις ότου η δικαιοσύνη αποφανθεί τελεσίδικα για το θέμα δεδομένου ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει ήδη ασκήσει έφεση.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή τη στιγμή το τοπίο είναι θολό και υπάρχουν περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις. Η έφεση κατά της απόφασης που άσκησε η κυβέρνηση Τραμπ, μπορεί τελικά να ανατραπεί, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το CNNi.
«Δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με το πώς θα αντιδράσει η διοίκηση και πώς αυτό επηρεάζει, αν επηρεάζει καθόλου, το φορολογικό πακέτο που θα περάσει από το Κογκρέσο», σημείωσε ο Κιθ Λέρνερ, συνδιευθυντής επενδύσεων στην Truist Advisory Services.
Επιπλέον, και καθώς η έφεση παίρνει το δρόμο της μέσω του νομικού συστήματος -ίσως μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο- η απόφαση θα μπορούσε να υπονομεύσει τις πολυπόθητες εμπορικές συμφωνίες του Τραμπ με ξένους εταίρους.
Για τις συμφωνίες αυτές έχουν γίνει γνωστές ελάχιστες λεπτομέρειες αν και απομένει λίγο περισσότερο από ένας μήνας για τη λήξη του τρίμηνου παγώματος των δασμών του Αμερικανού προέδρου. Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει πλαίσια συμφωνιών μόνο με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα.
«Πιστεύουμε ότι ένας λόγος που οι διμερείς διαπραγματεύσεις είχαν κολλήσει ήταν ότι οι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ μπορεί να είχαν προβλέψει αυτό το αποτέλεσμα», δήλωσε ο αναλυτής Ανικέτ Σαχ. «Θα θεωρήσουν τώρα τις εμπορικές διαπραγματεύσεις ως ένα θέμα που θα επιλυθεί από τα δικαστήρια ή θα συνεργαστούν εκ νέου με τις ΗΠΑ για την εμπορική πολιτική;» διερωτάται.
Η οπισθοδρόμηση για την ατζέντα του Τραμπ, ωστόσο, μπορεί να είναι προσωρινή. «Αν μη τι άλλο, η απόφαση επιτείνει την αβεβαιότητα που ήδη αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές, επειδή είναι η πρώτη ένδειξη της πιθανότητας ότι … οι δασμοί θα μπορούσαν να καταργηθούν εντελώς», δήλωσε ο Ερνι Τεντέσκι του Yale Budget Lab.
Ποιους δασμούς μπλόκαρε το δικαστήριο;
Η απόφαση του δικαστηρίου έβαλε φρένο σε όλους του δασμούς που επέβαλε ο Τραμπ τον περασμένο μήνα σε σχεδόν όλους τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ και στις εισφορές από την Κίνα, το Μεξικό και τον Καναδά.
Υπενθυμίζεται ότι στις 2 Απριλίου, ο Τραμπ επέβαλε δασμούς έως και 50% στις χώρες με τις οποίες οι ΗΠΑ έχουν εμπορικό έλλειμμα και βασικούς δασμούς 10% σε όλους τους άλλους εμπορικούς εταίρους. Αργότερα ανέστειλε τους δασμούς ύψους 50% για 90 ημέρες, ώστε να δώσει χρόνο στις χώρες να συμφωνήσουν να μειώσουν τα εμπόδια στις αμερικανικές εξαγωγές. Οι βασικοί δασμοί παρέμειναν σε ισχύ.
Η αρχή έγινε τον Φεβρουάριο όταν ο Τραμπ είχε επικαλεστεί τον νόμο εκτάκτου ανάγκης για να επιβάλει δασμούς στον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα, λέγοντας ότι η παράνομη ροή μεταναστών και ναρκωτικών μέσω των αμερικανικών συνόρων αποτελούσε εθνική κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ότι οι τρεις χώρες έπρεπε να κάνουν αναλάβουν περισσότερες πρωτοβουλίες για να σταματήσουν αυτές τις ροές.
Το Σύνταγμα των ΗΠΑ δίνει στο Κογκρέσο την εξουσία να καθορίζει φόρους αλλά και τους δασμούς. Ωστόσο, οι νομοθέτες έχουν αφήσει σταδιακά τους προέδρους να αναλάβουν μεγαλύτερη εξουσία όσον αφορά τους δασμούς κάτι που έσπευσε να εκμεταλλευτεί και ο Τραμπ.
Η δικαστική απόφαση αφήνει σε ισχύ άλλους δασμούς του Τραμπ, όπως εκείνοι που είχουν επιβληθεί στον χάλυβα, το αλουμίνιο και τα αυτοκίνητα. Αυτό συμβαίνει δεδομένου ότι αυτοί οι δασμοί επιβλήθηκαν βάσει διαφορετικού νόμου που απαιτεί έρευνα του Υπουργείου Εμπορίου και δεν μπορούν να επιβληθούν κατά την κρίση του προέδρου.
Γιατί το δικαστήριο απεφάνθη εναντίον του προέδρου;
Η κυβέρνηση είχε υποστηρίξει ότι τα δικαστήρια είχαν εγκρίνει την έκτακτη χρήση δασμών από τον τότε πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον σε μια οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση του 1971, η οποία προέκυψε όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες υποτίμησαν ξαφνικά το δολάριο τερματίζοντας μια πολιτική που συνέδεε το αμερικανικό νόμισμα με την τιμή του χρυσού.
Ωστόσο το δικαστήριο διαφώνησε, αποφασίζοντας ότι οι δασμοί του Τραμπ υπερέβαιναν την εξουσία του να ρυθμίζει τις εισαγωγές επικαλούμενο την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Είπε επίσης ότι οι δασμοί δεν έκαναν τίποτα για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που η κυβέρνηση ανέφερε ότι θα αντιμετώπιζαν.
Πού καταλήγει η εμπορική ατζέντα του Τραμπ;
Η Γουέντι Κάτλερ, πρώην εμπορικός αξιωματούχος των ΗΠΑ που είναι τώρα αντιπρόεδρος στο Asia Society Policy Institute, λέει ότι η απόφαση του δικαστηρίου «οδηγεί την εμπορική πολιτική του προέδρου σε αναταραχή».
«Οι εταίροι που διαπραγματεύονται σκληρά κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής των δασμών των 90 ημερών μπορεί να μπουν στον πειρασμό να μην κάνουν περαιτέρω παραχωρήσεις προς τις ΗΠΑ μέχρι να υπάρξει μεγαλύτερη νομική σαφήνεια», δήλωσε η ίδια.
Από την πλευρά τους οι εταιρείες θα πρέπει να προχωρήσουν σε επανεκτίμηση του τρόπου με τον οποίο διαχειρίζονται τις αλυσίδες εφοδιασμού τους, ίσως επιταχύνοντας τις αποστολές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο να επανέλθουν οι δασμοί ύστερα από νέα δικαστική απόφαση.
Το εμπορικό δικαστήριο σημείωσε στο σκεπτικό του ότι ο Τραμπ έχει πιο περιορισμένη εξουσία να επιβάλλει δασμούς για την αντιμετώπιση των εμπορικών ελλειμμάτων βάσει ενός άλλου νόμου, του νόμου περί εμπορίου του 1974. Αλλά ο νόμος αυτός περιορίζει τους δασμούς στο 15% και μόνο για 150 ημέρες με χώρες με τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μεγάλα εμπορικά ελλείμματα.
Προς το παρόν, η απόφαση του εμπορικού δικαστηρίου «πλήττει το σκεπτικό της κυβέρνησης Τραμπ για τη χρήση ομοσπονδιακών εξουσιών έκτακτης ανάγκης για την επιβολή δασμών, η οποία υπερβαίνει την εξουσία του Κογκρέσου και αντιβαίνει σε κάθε έννοια δίκαιης διαδικασίας», δήλωσε ο Εσουάρ Πρασάντ καθηγητής εμπορικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Cornell. «Η απόφαση καθιστά σαφές ότι οι ευρείς δασμοί που επιβλήθηκαν μονομερώς από τον Τραμπ αποτελούν υπέρβαση της εκτελεστικής εξουσίας», πρόσθεσε.
Οι δασμοί ανέτρεψαν δεκαετίες εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ, διατάραξαν το παγκόσμιο εμπόριο, ταρακούνησαν τις χρηματοπιστωτικές αγορές και αύξησαν τον κίνδυνο υψηλότερων τιμών και ύφεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο.
Το Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου των ΗΠΑ έχει δικαιοδοσία επί αστικών υποθέσεων που αφορούν το εμπόριο. Οι αποφάσεις του μπορούν να προσβληθούν στο Αμερικανικό Εφετείο για το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο στην Ουάσινγκτον και τελικά στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπου αναμένεται ευρέως να καταλήξουν οι νομικές αμφισβητήσεις των δασμών του Τραμπ.