«Πρόεδρε, να τον αλλάξουμε» | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Κοινοποίηση

Φόρτωση Text-to-Speech…

Η αλλαγή του εκλογικού νόμου είναι ένα θέμα για το οποίο επισήμως δεν γίνεται καμιά συζήτηση. Ο πρωθυπουργός έχει απορρίψει κατηγορηματικά, κάθε φορά που έχει ερωτηθεί, ότι είναι στις προθέσεις του μια τέτοια κίνηση. Φαίνεται, όμως, ότι τελικά παρασκηνιακά η συζήτηση για το «απαγορευμένο» θέμα κάθε άλλο παρά έχει κοπάσει.

«Οι οκτώ στους δέκα συνομιλητές του Κυριάκου Μητσοτάκη τού λένε ότι θα πρέπει να αλλάξει ο εκλογικός νόμος», διαπιστώνει πηγή με καλή γνώση των συζητήσεων στον ευρύτερο κύκλο του πρωθυπουργού. Τόσο οι βουλευτές όσο και συνεργάτες του στο Μέγαρο Μαξίμου επιμένουν στις εισηγήσεις τους. Μάλιστα, διαμορφώνονται ομαδοποιήσεις με βάση τις προτιμήσεις για εναλλακτικά σενάρια αλλαγών που πέφτουν στο τραπέζι.

«Για τον πρωθυπουργό είναι σίγουρα δύσκολο να μετατοπιστεί από τη θέση που έχει υιοθετήσει και έχει υπερασπιστεί δημόσια τόσο πολλές φορές. Ωστόσο η κατάσταση που διαμορφώνεται μπορεί στο τέλος να μην του αφήσει κάποια άλλη επιλογή», αναφέρει σταθερός συνομιλητής του. Δύο είναι τα στοιχεία που τροφοδοτούν όλο και πιο έντονα τις συζητήσεις για αλλαγή του εκλογικού νόμου: η παρατεταμένη καθήλωση της Ν.Δ. σε ποσοστά κάτω από το 30% και το όλο και πιο δύσκολο κλίμα στις σχέσεις με τα υπόλοιπα κόμματα, που στερεί την προοπτική δυνητικών συμμαχιών για μια κυβέρνηση συνεργασίας εάν δεν επιτευχθεί αυτοδυναμία.

Χωρίς πιθανούς εταίρους – Η καθήλωση της Ν.Δ. κάτω από το 30% και το δύσκολο κλίμα στις σχέσεις με τα υπόλοιπα κόμματα, που στερεί την προοπτική συμμαχιών, τροφοδοτούν τη συζήτηση.

Τα χαμηλά ποσοστά ενισχύουν και την αγωνία πολλών βουλευτών, που δεν βλέπουν πιθανή την επανεκλογή τους και αρχίζουν να επανέρχονται με όλο και πιο πιεστικό τρόπο στις εισηγήσεις προς το Μέγαρο Μαξίμου για αλλαγή του εκλογικού νόμου. Το μέτωπο εκείνων που υποστηρίζουν ότι είναι μονόδρομος μια τέτοια απόφαση, στοιχίζεται πίσω από τα εξής επιχειρήματα:

1) Η επιλογή που έγινε κατά την πρώτη τετραετία από τη Ν.Δ. για ένα πιο ήπιο στην ενίσχυση του πρώτου κόμματος σύστημα με την εφαρμογή του κλιμακωτού μπόνους, δεν αναγνωρίστηκε από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ως μια θετική χειρονομία, που θα προωθούσε ένα χαμηλών τόνων συναινετικό κλίμα στον πολιτικό διάλογο.

2) Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ορατός εταίρος για τη Ν.Δ. Το ΠΑΣΟΚ που θα μπορούσε να θεωρηθεί το πιο κοντινό κόμμα για μια τέτοια προοπτική, σε όλους τους τόνους έχει δείξει ότι δεν συγκλίνει πουθενά και δεν διστάζει να συμπορευθεί ακόμα και με ακραίες θέσεις μικρότερων κομμάτων για να βρεθεί απέναντι από την κυβερνητική παράταξη, εκτιμούν στην κυβέρνηση. «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν επέλεξε τον συγκεκριμένο εκλογικό νόμο, ενδεχομένως θεωρούσε ότι πάντοτε στο ΠΑΣΟΚ μπορεί να βρει έναν δυνητικό συνομιλητή και πιθανό εταίρο. Είχε, όμως, στο μυαλό του ένα άλλο ΠΑΣΟΚ, ίσως εκείνο του Ευάγγελου Βενιζέλου και όχι το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη», σχολιάζει στέλεχος της Ν.Δ.

3) Δεν μπορεί η Ν.Δ. να αφήσει τη χώρα να οδηγηθεί σε ακυβερνησία χωρίς να προσπαθήσει να αποτρέψει μια τέτοια εξέλιξη. Να εμφανισθεί, αντιθέτως, ως συνένοχος σε μια τέτοια κατάσταση, που μπορεί για κάποια κόμματα να είναι και κεντρική επιλογή.

4) Είναι μια αλλαγή που δεν θα επηρεάσει την εκλογική συμπεριφορά. Δηλαδή, «δεν υπάρχει άνθρωπος που έχει επιλέξει να ψηφίσει Ν.Δ. και θα αλλάξει απόφαση εξαιτίας του εκλογικού νόμου», όπως αναφέρει συνομιλητής μας.

Με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, το πρώτο κόμμα, εφόσον συγκεντρώσει ποσοστό τουλάχιστον 25%, παίρνει μπόνους 20 εδρών και μία έδρα επιπλέον για κάθε 0,5% παραπάνω ποσοστό, μέχρι τη συμπλήρωση 50 εδρών μπόνους. Δηλαδή, για να πάρει και τις 50 έδρες, το πρώτο κόμμα πρέπει να συμπληρώσει ποσοστό 40%.

Μπόνους και πλαφόν – Οι εισηγήσεις προς το Μαξίμου περιλαμβάνουν τον «νόμο Παυλόπουλου» και διάφορες παραλλαγές του, αλλά και αύξηση του
ορίου εισόδου των κομμάτων στη Βουλή.

Τα σενάρια

Οι εισηγήσεις και τα σενάρια για τις αλλαγές που θα μπορούσαν να γίνουν, είναι αρκετά. Υπάρχουν οι οπαδοί του λεγόμενου «νόμου Παυλόπουλου», που ίσχυε πριν από την απλή αναλογική που έφερε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Προβλέπει μπόνους 50 εδρών για το πρώτο κόμμα, ανεξάρτητα από το ποσοστό που θα λάβει. Και με τα ποσοστά της Ν.Δ. να βρίσκονται κάτω από το 30% και τη ρευστότητα στο πολιτικό σκηνικό να μη διασφαλίζει ότι το 25% θα είναι σίγουρο όταν γίνουν εκλογές, οι υποστηρικτές της επαναφοράς σε αυτό το σύστημα αυξάνονται. «Οποιος είναι πρώτος, να έχει τη δυνατότητα να κάνει κυβέρνηση», λέει ένας εξ αυτών.

Ενα δεύτερο σενάριο προκρίνει την παροχή μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα εάν η διαφορά από το δεύτερο κόμμα είναι σημαντική, μεγαλύτερη του 8%. Φαίνεται ότι ακριβώς η πολύ ρευστή κατάσταση που διαμορφώνεται και η ανασφάλεια που τη συνοδεύει, κάνει τους υποστηρικτές αυτής της πρότασης να λιγοστεύουν.

Μια ενδιάμεση λύση είναι να παραμείνει το 25% ως βάση για το μπόνους εδρών και να μειωθεί το ποσοστό για τις επιπλέον έδρες, που όπως προαναφέραμε τώρα είναι 0,5% για κάθε έδρα. Αν πέσει, για παράδειγμα στο 0,3%, ο πήχυς της αυτοδυναμίας θα μειωθεί σημαντικά.

Στη συζήτηση μπαίνει, επίσης, η πρόταση για αύξηση του ορίου εισόδου στη Βουλή για τα μικρότερα κόμματα, από το 3% που είναι σήμερα, στο 5%. Μια τέτοια αλλαγή θα αυξήσει το ποσοστό που αθροίζουν τα εκτός Βουλής κόμματα και το οποίο επίσης επηρεάζει τον πήχυ αυτοδυναμίας αντιστρόφως ανάλογα: όσο το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων αυξάνεται, ο πήχυς αυτοδυναμίας χαμηλώνει.

Πηγή

Περιεχόμενα [hide]

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα