Προεκλογικά, ο Ντόναλντ Τραμπ υποστήριζε ευθαρσώς ότι θα τερμάτιζε τον πόλεμο στην Ουκρανία «μέσα σε 24 ώρες».
Αποδείχθηκε κενή υπόσχεση.
Τώρα, καθώς η χαώδης δεύτερη προεδρική θητεία του οδεύει προς τη συμπλήρωση του ορόσημου των πρώτων 100 ημερών, στις 30 Απριλίου, απειλεί πρωτίστως το Κίεβο και τους Ευρωπαίους και δευτερευόντως τη Μόσχα -όπως φαίνεται τουλάχιστον προσώρας- ότι η υπομονή του εξαντλείται.
Προειδοποιεί ότι οι ΗΠΑ μπορεί να εγκαταλείψουν τον μεσολαβητικό ρόλο τους εάν δεν υπάρξει άμεση και απτή πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός και μια βιώσιμη ειρήνη, ενόσω προωθεί αμφιλεγόμενα σχέδια για τη μεταπολεμική Ουκρανία.
Εφόσον ισχύουν στο ακέραιο οι πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει στον δυτικό Τύπο, οι τελεσιγραφικού χαρακτήρα προτάσεις Τραμπ για τον τερματισμό του τριετούς πολέμου δείχνουν σχεδόν «κομμένες και ραμμένες» στα μέτρα του Κρεμλίνου.
Όχι μόνο επειδή ικανοποιούν σε σημαντικό βαθμό τις μαξιμαλιστικές αξιώσεις του Ρώσου εισβολέα (αναγνώριση ως ρωσικού εδάφους της προσαρτημένης από το 2014 Κριμαίας, de facto αναγνώριση του ρωσικού ελέγχου στα υπόλοιπα νυν κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη, απαγόρευση ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, χαλάρωση των δυτικών κυρώσεων σε βάρος της Μόσχας), όσο κυρίως γιατί η αναμενόμενη αντίθεση του Κιέβου θα έβαζε την ηγεσία του στο ρόλο του «υπαίτιου» ενός σχεδόν προδιαγεγραμμένου αξιεξόδου.
Φαντάζει βγαλμένο από εγχειρίδιο αντιστροφής των ρόλων μεταξύ θύματος και θύτη.
Σε ένα μεθοδικό «παιχνίδι» ελιγμών, είχε προηγηθεί η φερόμενη πρόταση Πούτιν στην Ουάσιγκτον για «πάγωμα» των συγκρούσεων στη σημερινή γραμμή του μετώπου στην Ουκρανία.
Ακολούθησε η αιφνιδιαστική ανακοίνωση της 30ωρης «τρύπιας» πασχαλινής εκεχειρίας, που ο Γάλλος ΥΠΕΞ Ζαν-Νοέλ Μπαρό χαρακτήρισε γλαφυρά «επιχείρηση μάρκετινγκ και επίθεση γοητείας» του Πούτιν προς τον Τραμπ.
Σειρά είχαν οι «ήξεις αφήξεις» δηλώσεις του Ρώσου προέδρου ακόμη και για απευθείας συνομιλίες με την ηγεσία του Κιέβου επί της νέας ουκρανικής πρότασης για 30ήμερη παύση των επιθέσεων κατά μη στρατιωτικών υποδομών.
Και κάπως έτσι, οι μάχες συνεχίζονται…


Χειραψία του Ρώσου προέδρου Πούτιν με τον ειδικό απεσταλμένο του Ντόναλντ Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, κατά τη συνάντησή τους στην Αγία Πετρούπολη, στις 11 Απριλίου (Sputnik/Gavriil Grigorov/Pool via REUTERS)
Υπάρχει «Plan B»;
Μέχρι στιγμής, παραμένει αινιγματική η επιμονή του Ντόναλντ Τραμπ ότι «είμαστε πολύ κοντά σε συμφωνία», ενόσω κατηγορεί εκ νέου δημόσια τον Ουκρανό πρόεδρο ότι διακινδυνεύει τη συνέχιση του πολέμου «μέχρι να χάσει ολόκληρη τη χώρα του».
Μένει να φανεί τι ακριβώς έχει κατά νου ο Αμερικανός πρόεδρος, που βλέπει τις διεθνείς σχέσεις ως επιχειρηματικά ντιλ, επιζητά διακαώς μια διπλωματική νίκη και βλέπει την επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία ως πολιορκητικό κλοιό έναντι της Κίνας, ενόσω δείχνει αυτοπαγιδευμένος στα «σχοινιά» με την αλλοπρόσαλλη δασμολογική πολιτική του, πρωτίστως έναντι του Πεκίνου.
Σε αυτό το φόντο, τα βλέμματα τώρα στρέφονται στην τέταρτη, προαναγγελθείσα από τον Λευκό Οίκο εντός της εβδομάδας διαβούλευση του ειδικού απεσταλμένου του προέδρου Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ με τη ρωσική ηγεσία στη Μόσχα.
Για τον Βλαντίμιρ Πούτιν, το ιδανικό σενάριο θα ήταν ο διαχωρισμός της εν εξελίξει διαδικασίας εξομάλυνσης των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων από το ουκρανικό, η αποδέσμευση των ΗΠΑ από την στήριξη του Κιέβου και η διεύρυνση του νατοϊκού χάσματος μεταξύ Αμερικανών και Ευρωπαίων.
Στο χειρότερο σενάριο για το Κρεμλίνο, ο Τραμπ θα μπορούσε να υλοποιήσει τις απειλές για νέες «καταστροφικές κυρώσεις» σε βάρος της Ρωσίας και να ενισχύσει τη στήριξη του Κιέβου, μετά και την επαναφορά στο «τραπέζι» της συμφωνίας για τις ουκρανικές σπάνιες γαίες.
Τούτων δοθέντων, η ενδιάμεση οδός για το Κρεμλίνο φαντάζει η παράταση των διπλωματικών ειρηνευτικών προσπαθειών, διατηρώντας παράλληλα ανοιχτό το «παράθυρο ευκαιρίας» με τις ΗΠΑ, ενόσω οι ρωσικές δυνάμεις θα ολοκληρώνουν την απώθηση των ουκρανικών δυνάμεων από την περιοχή του Κουρσκ και θα συνεχίζουν την αργόσυρτη προέλαση στο ανατολικό ουκρανικό μέτωπο, ενισχύοντας έτσι τη διαπραγματευτική θέση της Μόσχας και αποδυναμώνοντας αυτή του Κιέβου και των Ευρωπαίων.
Στο μεσοδιάστημα, ο Ρώσος πρόεδρος ζητά αύξηση της παραγωγής όπλων στη χώρα του, ενόσω η Μόσχα συνεχίζει επιθετικά τη μεγαλύτερη στρατολόγηση εδώ και πάνω από μια δεκαετία.
Russia snatches men from gyms in Putin’s new conscription drive to enlist more recruits for the war in Ukraine. pic.twitter.com/Z1udH6zPXs
— Molly Ploofkins (@Mollyploofkins) April 19, 2025
«Για την πατρίδα»
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και την αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη στην πιο κρίσιμη καμπή στη «θολή» εποχή της Pax Trumpiana, η Ρωσία συνεχίζει «με νύχια και με δόντια» τη στρατολόγηση 160.000 ανδρών ηλικίας 18 έως 30 ετών.
Αν και υποχρεωτική και τυπικά επαναλαμβανόμενη κάθε άνοιξη και φθινόπωρο, η εν εξελίξει είναι η μεγαλύτερη από το 2011, στέλνοντας ποικίλα μηνύματα προς την Ουκρανία και τη Δύση.
Στην παρούσα φάση, εντάσσεται στο πλαίσιο του επίσημου σχεδιασμού της Μόσχας για αύξηση του αριθμού των Ρώσων στρατιωτών σε 1,5 εκατομμύριο εντός του 2025.
Η ανταπόκριση δείχνει ωστόσο να χωλαίνει, παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις ότι οι νεοσύλλεκτοι δεν προορίζονται ως «κρέας για τα κανόνια» του πολέμου στην Ουκρανία.
Στα ρωσικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφορούν το τελευταίο διάστημα διάφορα βίντεο από επιδρομές των δυνάμεων ασφαλείας σε γυμναστήρια ανά τη Ρωσία, σε αναζήτηση πολιτών προς στρατολόγηση.
Ρεπορτάζ ρωσόφωνων ΜΜΕ με έδρα το εξωτερικό, όπως των Moscow Times, του ιστότοπου ερευνητικής δημοσιογραφίας Meduza και του δικτύου Current Time καταγράφουν ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο τέτοιων επιδρομών.
Σύμφωνα δε με ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού Der Spiegel, στον εντοπισμό στρατεύσιμων χρησιμοποιείται ακόμη και λογισμικό αναγνώρισης προσώπου σε δημόσιους χώρους.
Κατά τον Ίαν Μποντ, αναπληρωτή διευθυντή του Κέντρου για την Ευρωπαϊκή Μεταρρύθμιση (CER) -μιας βρετανικής δεξαμενής σκέψης- η κίνηση αποτελεί ακόμη «ένα σημάδι της αδυσώπητης στρατιωτικοποίησης της Ρωσίας».
«Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των ειρηνευτικών συνομιλιών», προδίκαζε προ μηνός στο BBC, «το Κρεμλίνο θα παραμείνει σε πολεμική βάση για αρκετό καιρό».
Σε αυτό το φόντο, ευρωπαϊκές υπηρεσίες πληροφοριών -όπως της Γερμανίας- προειδοποιούν ότι μέχρι το τέλος της δεκαετίας η Ρωσία είναι πιθανό να έχει δημιουργήσει όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για έναν «συμβατικό πόλεμο μεγάλης κλίμακας» επί της Γηραιάς Ηπείρου.
Αναλόγως πάντως των γεωπολιτικών εξελίξεων, ίσως αυτός να αποδειχθεί τελικά για τη Μόσχα περιττός…