Δεν τα ξέρουμε όλα για τα έμβια όντα.
Λέμε, ας πούμε, ότι η μνήμη των χρυσόψαρων κρατάει μόνο λίγα δευτερόλεπτα. Πειράματα όμως έδειξαν ότι κι αυτά τα ψαράκια μπορούν να συνδέσουν χρώματα, ακόμη και ήχους, με τη ρίψη της τροφής τους.
Μη δίνετε λοιπόν και πολλή σημασία στους τίτλους των τελευταίων ημερών, που επιβεβαιώνουν ή διαψεύδουν ότι «oι Eλληνες είναι χρυσόψαρα» και ακούστε πώς έχουν τα γεγονότα.
Από τη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών της Δευτέρας 6ης Ιουλίου του 2015 δεν υπάρχουν επίσημα πρακτικά. Τελεία.
Eκείνη την ημέρα, αλλά και όλες τις επόμενες, οι αρχηγοί δεν υπογράψαμε κανένα σχετικό κείμενο. Ούτε βέβαια είχαμε πουθενά υπογραφές πρακτικογράφων. Και δεν θα μπορούσαμε να έχουμε καθότι οι τέσσερις υπάλληλοι της Βουλής, που ήταν εντεταλμένοι να καταγράψουν την κρίσιμη διαβούλευση, αποχώρησαν.
«Γιατί αποχώρησαν; Τι δεν θέλατε εσείς οι αρχηγοί να καταγραφεί;»
Αποχώρησαν γιατί δεν ήταν καιρός για συγκρούσεις. Το χρονόμετρο έτρεχε. Κάποιοι όμως μέσα στην αίθουσα δεν έλεγαν να το συνειδητοποιήσουν. Ο κ. Καμμένος, ας πούμε, ήταν ακόμη στο mood των νυχτερινών πανηγυρισμών στο Σύνταγμα. ΑΝΕΛίτες και Συριζαίοι τραγουδούσαν αγκαλιασμένοι το «Bella Ciao» των Παρτιζάνων και «Η ζωή τραβά την ανηφόρα» του Μίκη – χωρίς προφανώς να υποψιάζονται τις δραματικές ώρες που περνούσαν οι «καθοδηγητές τους».
«Ο λαός είπε ΟΧΙ στους δανειστές, που μας ήθελαν γονατιστούς για να τα πάρουν όλα κοψοχρονιά»… ήταν το μοτίβο του κ. Καμμένου. Οταν το παράκανε, πήρα την πρωτοβουλία να ζητήσω από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να φύγουν οι πρακτικογράφοι μήπως και σταματήσουν οι λαϊκίστικες κορώνες. Ο Μεϊμαράκης υπερθεμάτισε, ο Τσίπρας συμφώνησε και ο Προκόπης Παυλόπουλος είπε στους πρακτικογράφους να αποχωρήσουν.
«Και τότε, όλα αυτά τα χαρτιά που βγαίνουν τι είναι αν δεν είναι πρακτικά;»
Είναι αποσπάσματα από τη σύσκεψη των αρχηγών.
«Οταν λες αποσπάσματα;»
Το 1/3 με το 1/4 της όλης συζήτησης. Το υπολόγισα με βάση τις σημειώσεις μου –ναι, οι δημοσιογράφοι έχουν τη δυνατότητα και να συζητούν και να σημειώνουν ταυτόχρονα–, καθώς κι από το γεγονός ότι η σύσκεψη κράτησε περισσότερες από έξι ώρες. Ξεκίνησε στις δέκα το πρωί και τελείωσε λίγο πριν από τις πέντε το απόγευμα, με ένα διάλειμμα μισής ώρας. Εξι ώρες συζήτησης είναι 350 με 450 σελίδες. Δεν χωρούν δηλαδή με κανέναν τρόπο σε 110 σελίδες – τόσες είναι οι σελίδες που βρέθηκαν αυτές τις μέρες στα χέρια των δημοσιογράφων.
«Να δεχθούμε λοιπόν ότι είναι αποσπάσματα, πώς δημιουργήθηκαν αφού οι πρακτικογράφοι έφυγαν;»
Η σωστή απορία! Φεύγοντας άρον άρον οι πρακτικογράφοι, άφησαν το μαγνητόφωνο να γράφει. Προσοχή! Δεν μιλάμε για υποκλοπή. Οι πρακτικογράφοι, στενογράφοι για την ακρίβεια, πάντα –και στη Βουλή– μαγνητοφωνούν τις συζητήσεις για να μπορούν να επανέλθουν σε κάτι που πιθανόν τους έχει ξεφύγει.
«Υπάρχει λοιπόν ηχητικό;»
Προφανώς υπήρξε ηχητικό. Το θέμα είναι αν υπάρχει ακόμη. Και ο καθ’ ύλην αρμόδιος απ’ ό,τι φαίνεται δεν μπορεί να μας δώσει απάντηση. Και δεν εννοώ τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά τον γενικό γραμματέα της Προεδρίας. Αυτός έχει τη θεσμική υποχρέωση να φυλάει στο χρηματοκιβώτιο της Προεδρίας πρακτικά (γραπτά και ηχητικά) και άλλα σημαντικά έγγραφα. Oμως, λίγους μήνες μετά –το φθινόπωρο του ’15–, όταν προσπάθησα να μάθω αν διασώθηκε το ηχητικό από το συμβούλιο των αρχηγών, και πού είναι, πληροφορήθηκα ότι ο Γεώργιος Γεννηματάς, ο τότε γ.γ. της Προεδρίας, είχε εγγράφως δηλώσει ότι ποτέ δεν παρέλαβε από τους «αρμόδιους της καταγραφής», «ούτε ηχητικά ούτε γραπτά πρακτικά».
Λίγους μήνες μετά, όταν προσπάθησα να μάθω αν διασώθηκε το ηχητικό και πού είναι, πληροφορήθηκα ότι ο τότε γ.γ. της Προεδρίας είχε εγγράφως δηλώσει ότι ποτέ δεν παρέλαβε από τους «αρμόδιους της καταγραφής» «ούτε ηχητικά ούτε γραπτά πρακτικά».
Το ηχητικό –και θα επιμείνω!– θα πρόσφερε μεγάλη υπηρεσία στην αλήθεια, από τη στιγμή μάλιστα που δεν υπάρχουν υπογεγραμμένα πρακτικά.
Σελίδες μπορείς να αφαιρέσεις –ή να προσθέσεις– όσες θέλεις από έναν φάκελο. Να ηρωοποιήσεις τους «δικούς» σου, να υποβιβάσεις τον ρόλο των «αντιπάλων» σου – όλα γίνονται αν μιλάμε για σκόρπιες σελίδες Α4. Στο ηχητικό, όμως, οι προσθαφαιρέσεις, το μοντάζ δηλαδή μπορεί να εντοπισθεί πλέον τεχνικά πολύ εύκολα.
«Μήπως όμως παρατράβηξε αυτή η συζήτηση; Μήπως δεν έχει αξία να κοιτάμε πίσω;»
Οχι! Το παρελθόν δεν είναι ποτέ μόνο παρελθόν. Και η μνήμη είναι το πρόπλασμα για τις επόμενες αποφάσεις μας.
Τι έχει λοιπόν χαραχτεί στη μνήμη μας από εκείνες τις ημέρες του δημοψηφίσματος; Πριν και μετά. Τα ταμεία ήταν άδεια, όπως και πολλά ράφια στα σούπερ μάρκετ. Δεν υπήρχαν λεφτά για μισθούς, οι τράπεζες ήταν κλειστές και οι συνταξιούχοι λιποθυμούσαν στις ουρές για να πάρουν από τα ΑΤΜ 60 ευρώ! Και ο υπερυπουργός των Οικονομικών να προτείνει –όπως αποκάλυψε αργότερα στο βιβλίο του– «να σφραγίσουμε τα ευρώ που έχει το Νομισματοκοπείο και να δημιουργήσουμε άμεσα ένα εναλλακτικό νόμισμα».

Ο κ. Τσίπρας δεν έχει ποτέ απαντήσει γιατί μετείχε μέχρι τέλους σε αυτές τις παρασκηνιακές συζητήσεις με τους κάθε είδους «δραχμιστές». Ηθελε να είναι αρεστός ακόμη και στους ψεκασμένους; Νόμιζε ότι θα τρομοκρατήσει την Ευρωπαϊκή Τράπεζα; Τον Ντράγκι ή τον δράκο Σόιμπλε; Ή χαιρόταν να αναστατώνει τους εταίρους μας; Αυτό ναι, όντως το πέτυχε!
Η σύσκεψη των αρχηγών δεν έγινε γιατί ο κ. Τσίπρας ήθελε να συμβουλευτεί τους πολιτικούς του αντιπάλους. Εγινε γιατί την απαίτησαν οι εταίροι μας. Ως μια τελευταία προσπάθεια να σωθεί η Ελλάδα. Το τελεσίγραφο ήταν σαφές και κομιστής του ήταν ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. «Θέλουμε να μας διαβεβαιώσουν από κοινού ο Τσίπρας και οι αρχηγοί της φιλοευρωπαϊκής αντιπολίτευσης ότι η Ελλάδα θέλει να παραμείνει στο ευρώ». Και ο Φρανσουά Ολάντ, ο πρόεδρος της Γαλλίας –εκπροσωπώντας όλους, και την κ. Μέρκελ– έδωσε προθεσμία λίγων ωρών στον κ. Παυλόπουλο για να τον ενημερώσει ότι οι πολιτικοί αρχηγοί συζητάνε –δεν σφάζονται– και θα ταχθούν υπέρ μιας τελευταίας διαπραγμάτευσης.
Αυτός ήταν κι ο λόγος που ο κ. Παυλόπουλος, αλλά και ο Μεϊμαράκης κι εγώ κοιτούσαμε συνεχώς το ρολόι μας σ’ εκείνη την κρίσιμη συνάντηση. Οι φίλοι μας, ο καθένας είχε τους δικούς τους φίλους στους Θεσμούς –εγώ είχα τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και τον Ζίγκμαρ Γκάμπριελ τον σοσιαλδημοκράτη αντικαγκελάριο της Γερμανίας–, είχαν όλοι την ίδια αγωνία. Οι Ελληνες αποφάσισαν όντως να αυτοκτονήσουν και να βγουν από την Ευρωζώνη;
Ακόμη και ο αντιευρωπαϊστής κ. Κουτσούμπας είχε αισθανθεί την κρισιμότητα των στιγμών. Και έμεινε μέχρι το τέλος στη σύσκεψη, λέγοντας ότι «δεν φεύγεις με αυτόν τον τρόπο από την Ευρωπαϊκή Ενωση».
Αλλά και από τον κ. Τσίπρα ούτε λέξη δεν ειπώθηκε στη συνάντηση για «το ΟΧΙ της αντίστασης και το ΝΑΙ της υποτέλειας». Και ενταφίασε μαζί με τον κυβερνητικό του εταίρο το (νάιλον) αντιμνημονιακό λάβαρο που κράδαινε από τον Ιανουάριο. Η «τρόικα εσωτερικού» –έτσι αποκαλούσαν μέχρι τότε την αντιπολίτευση– είχε γίνει «σύμμαχος… για τη λύση».

Και έτσι επετεύχθη η υπογραφή του κοινού ανακοινωθέντος – κυβέρνησης και φιλοευρωπαϊκής αντιπολίτευσης. Και άνοιξε ξανά η πόρτα της διαπραγμάτευσης για την Ελλάδα. Η ανάγνωση και μόνο αυτού του ανακοινωθέντος μαρτυρά ποιοι ηγήθηκαν της προσπάθειας να κρατηθεί η χώρα στην Ευρωζώνη και ποιοι ακολούθησαν ασθμαίνοντας:
«Κοινός στόχος είναι η επιδίωξη λύσης η οποία θα διασφαλίζει:
– Την επαρκή κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας.
– Αξιόπιστες μεταρρυθμίσεις με κριτήριο τη δίκαιη κατανομή των βαρών και τις κατά το δυνατόν λιγότερες υφεσιακές επιπτώσεις.
– Ισχυρό εμπροσθοβαρές αναπτυξιακό πρόγραμμα, πρωτίστως για την καταπολέμηση της ανεργίας και την ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας.
– Δέσμευση για την έναρξη ουσιαστικής συζήτησης ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους.
– Aμεση προτεραιότητα αποτελεί η αποκατάσταση της ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα».
Διακρίνει κανείς έστω και μια φράση από αυτές τις πύρινες που ξεστόμιζαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στις λαοσυνάξεις τους;
Oχι! Το «αντιστασιακό μέτωπο» είχε καταρρεύσει. Και το τελευταίο οχυρό έπεσε με την τηλεφωνική συνομιλία Τσίπρα – Πούτιν. Την ξέρετε την ιστορία… Ο κ. Λαφαζάνης μπούκαρε στο Προεδρικό κομίζοντας λύση εκ Ρωσίας. Ο Πούτιν θα μας έδινε όσα χρειαζόμασταν, εκτιμούσε ο κ. Λαφαζάνης. «Αρκεί ο Τσίπρας να μιλήσει τώρα (!) με τον Πούτιν». Ο Τσίπρας μίλησε, αλλά όπως είπε μόλις προχθές ο κ. Παππάς –που συνόδευε τότε τον κ. Τσίπρα στο Προεδρικό– τελικά… «απείχε πολύ από την πραγματικότητα αυτή η εκτίμηση»!
Πόσο δηλαδή απείχε;
Κι αν ο Πούτιν ήταν πιο γαλαντόμος και είχε όρεξη να μοιράσει ρούβλια;