Φόρτωση Text-to-Speech…
Η σημερινή συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα διεξαχθεί στη χειρότερη συγκυρία των ελληνοτουρκικών σχέσεων τα τελευταία δύο και πλέον χρόνια, καθώς τους τελευταίους μήνες έχει καταστεί σαφές ότι έδαφος για την επίλυση διαφορών δεν υπάρχει, κυρίως διότι η Αγκυρα δεν το επιθυμεί. Για τη σημερινή συνάντηση των δύο ηγετών, στην οποία θα συμμετάσχουν οι υπουργοί Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης και Χακάν Φιντάν και οι διπλωματικοί σύμβουλοι Μίλτων Νικολαΐδης και Τσαγατάι Κιλίτς, επικρατούν περιορισμένες προσδοκίες.
Ο πρωθυπουργός αναμένεται να θέσει το ζήτημα της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου και το «casus belli», ενώ η Αγκυρα έχει απλώσει όλο το εύρος των διεκδικήσεών της στο Αιγαίο και στην Αν. Μεσόγειο.
Η Αγκυρα έχει απλώσει το προηγούμενο χρονικό διάστημα όλο το εύρος των διεκδικήσεών της στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, αφήνοντας μικρό, αν όχι καθόλου, περιθώριο για την ουσιαστική πρόοδο των συνομιλιών. Επιπλέον, όλες οι «φόρμουλες» που κατά καιρούς έχουν βρεθεί στο τραπέζι για θέματα όπως, για παράδειγμα, η ηλεκτρική διασύνδεση, απλώς αγνοήθηκαν από την Αγκυρα. Και οι δύο πλευρές φαίνεται, πάντως, ότι επιθυμούν να επιβεβαιώσουν ότι το βασικό κεκτημένο των τελευταίων 26 μηνών, δηλαδή των «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο, δεν πρέπει να χαθεί. Αλλωστε, τόσο η Αθήνα όσο και η Αγκυρα έχουν σε αυτή τη φάση ζέουσες προτεραιότητες, στην πρώτη περίπτωση στο εσωτερικό, ώστε να τερματιστεί η εικόνα ελεγχόμενης έντασης με τη γείτονα, και στη δεύτερη μέσα αλλά και έξω από την Τουρκία.

Οι προθέσεις της Αθήνας για διατήρηση των «ήρεμων νερών» στο πεδίο δεν συνοδεύονται από ψευδαισθήσεις. Εχουν συμπληρωθεί λιγότερες από 10 ημέρες από τότε που η Αγκυρα σχεδίασε να στείλει για έρευνες στο κέντρο του Αιγαίου το «Πίρι Ρέις», συνοδεύοντάς τες από NAVTEX με τις οποίες υπενθυμιζόταν ότι για την τουρκική πλευρά τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου εξακολουθούν να θεωρούνται αποστρατιωτικοποιημένα.
Η ατζέντα Μητσοτάκη
Στη σημερινή συζήτηση, αν τελικά αυτή διαρκέσει για ικανό χρόνο, ο κ. Μητσοτάκης θα θέσει το ζήτημα της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, το οποίο, βεβαίως, είναι ταλαιπωρημένο και από τη στρατηγική ασυνεννοησία Αθηνών – Λευκωσίας, αλλά έλαβε εσχάτως και νέα τροπή λόγω της ευρωπαϊκής εμπλοκής. Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης έχει δημοσίως τονίσει ότι προτίθεται να θέσει στον κ. Ερντογάν και το ζήτημα της συμμετοχής στην ευρωπαϊκή Αμυνα, συγκεκριμένα την πρόσβαση στα δάνεια του μηχανισμού SAFE, θέτοντας ως όρο την άρση του «casus belli». Πρόκειται για μια άσκηση ιδιαίτερα περίπλοκη, καθώς και δίχως τα δάνεια του SAFE η Τουρκία ήδη έχει αναπτύξει βαθιές σχέσεις με τις αμυντικές βιομηχανίες σημαντικών κρατών-μελών της Ε.Ε., που αναζητούν διακαώς εταίρους. Η έγκριση του SAFE, με τη διαδικασία της ειδικής πλειοψηφίας (qualified majority voting), αποτέλεσε μια ένδειξη για την ευρύτερη αλλαγή νοοτροπίας στις τάξεις των μεγάλων της Ε.Ε. και ευλόγως θορύβησε την Αθήνα.
Μεγαλύτερο πρόβλημα για την Αθήνα παραμένει η διαρκής, δίχως διακοπή, προσπάθεια της Αγκυρας να πραγματώσει το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», αφήνοντας την Ελλάδα χωρίς ερείσματα στην Ανατολική Μεσόγειο. Τους τελευταίους μήνες έχει φανεί ανάγλυφα αφενός η προσπάθεια της Αγκυρας να δελεάσει τον στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, ισχυρό άνδρα της Βεγγάζης, να επηρεάσει την Εθνοσυνέλευση της Λιβύης, ώστε να κυρώσει και αυτή το τουρκολιβυκό μνημόνιο, μάλιστα έχοντας ήδη αποκτήσει αρκετά στενές σχέσεις με τους γιους του και, κυρίως, τον αναπληρωτή του στη διοίκηση του στρατού, τον Σαντάμ Χαφτάρ. Παράλληλα, όπως διεφάνη για ακόμα μια φορά τις τελευταίες εβδομάδες, ο κ. Ερντογάν έχει εντατικοποιήσει τις προσπάθειές του να προσελκύσει την Αίγυπτο. Η τουρκοαιγυπτιακή προσέγγιση υποβοηθείται σε σημαντικό βαθμό από την αντιισραηλινή προσέγγιση της Αγκυρας που, βεβαίως, εντός της Αιγύπτου είναι εξαιρετικά δημοφιλής. Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι ο Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι μπορεί να έχει τη στήριξη των ενόπλων δυνάμεων, αλλά κυβερνάει χώρα που βρίσκεται υπό πίεση από πολλές πλευρές.

Ολη αυτή η κατάσταση αιτιολογεί βεβαίως την ελληνική καχυποψία, αλλά και τις προσπάθειες που έγιναν να καταγραφούν ορισμένες σημαντικές, θεσμικές πρωτοβουλίες, όπως ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) και σε μικρότερο βαθμό η οριοθέτηση θαλασσίων πάρκων στο Αιγαίο. Η κυβέρνηση περιγράφει το ενδιαφέρον της Chevron για την περιοχή νοτίως της Κρήτης ως κίνηση προάσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων, ωστόσο θα πρέπει να φανεί και πώς θα κινηθεί ο αμερικανικός κολοσσός το επόμενο χρονικό διάστημα και στα νερά της Λιβύης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στην Αθήνα, βεβαίως, παρακολουθούν με ενδιαφέρον και τις εξελίξεις στην αμερικανοτουρκική σχέση. Το γεγονός ότι ο κ. Ερντογάν, δύο ημέρες μετά τον κ. Μητσοτάκη, θα μεταβεί στην Ουάσιγκτον για να συναντηθεί με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αποτέλεσε από μόνο του έναν παράγοντα αποχής από πιθανές περαιτέρω ενέργειες στο Αιγαίο, καθώς η Αγκυρα πρέπει να δείξει «καλό πρόσωπο». Στην Αθήνα, όπως η «Κ» ήδη σημείωσε την Κυριακή που πέρασε, γνωρίζουν πολύ καλά ότι ειδικά στο ζήτημα των F-35, ο κ. Τραμπ θα πρέπει να κάνει τεράστιο αγώνα για να τα δώσει στον κ. Ερντογάν χωρίς το πράσινο φως της Γερουσίας.
Από το Βίλνιους το 2023, στα νέα«αγκάθια»
Η σημερινή συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερνογάν, όγδοη κατά σειρά των δύο ηγετών, θα διεξαχθεί σε ατμόσφαιρα πολύ διαφορετική από εκείνη του Ιουλίου του 2023, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους. Εκείνη η συνάντηση, λίγους μήνες μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στη Νότια Τουρκία, είχε αρχικά θεωρηθεί ως μοναδική ευκαιρία ώστε οι δύο χώρες να πιάσουν ξανά το νήμα του 2003 ή του 2010 και να προχωρήσουν σε ουσιαστικές συζητήσεις για την επίλυση των βασικών διαφορών τους στο Αιγαίο. Σήμερα, 26 μήνες μετά από εκείνη τη συνάντηση, είναι σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι αυτή η χρονική περίοδος που διήνυσαν οι δύο πλευρές όχι απλώς δεν άμβλυνε τα προβλήματα, αλλά προσέθεσε και άλλα.

Η Διακήρυξη των Αθηνών, τον Δεκέμβριο του 2023, ήταν ίσως η πρώτη σημαντική στιγμή μετά το Βίλνιους και δημιούργησε τις προσδοκίες ότι ένας συνδυασμός ανοιχτών διαύλων σε επίπεδο στρατιωτικών Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) και θετικής ατζέντας για την οικονομική συνεργασία, θα μπορούσε να διευκολύνει τη διαδικασία του πολιτικού διαλόγου, που ουσιαστικά υποκατέστησε και τις διερευνητικές επαφές, οι οποίες κρίθηκαν παρωχημένες. Η διεύθυνση της όλης διαδικασίας έπεφτε στους ώμους των δύο υπουργών Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν, οι οποίοι διατήρησαν ανοιχτούς τους διαύλους ακόμη και σε στιγμές αντικειμενικά δύσκολες.
Η ώρα της αλήθειας για την Αθήνα ήλθε τον Ιούλιο του 2024, όταν ελάχιστα μέτρα έξω από τα όρια των έξι ναυτικών μιλίων χωρικών υδάτων της Κάσου, πέντε τουρκικά πολεμικά πλοία σταμάτησαν τις έρευνες που διεξήγε σε διεθνή ύδατα και χωρίς να επηρεάζει την υφαλοκρηπίδα το πλοίο Ievoli Relume, στο πλαίσιο βυθομέτρησης για το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου. Ολα όσα ακολούθησαν έδειξαν ότι ακόμη και για αυτό το έργο, το οποίο δεν απαιτεί σε κανένα μέρος του υπόλοιπου πλανήτη κάποια ειδική άδεια, η Τουρκία δεν δίνει λευκή επιταγή και εκπέμπει μήνυμα πως οποιαδήποτε δραστηριότητα εκεί είναι αδύνατη χωρίς τη συγκατάθεσή της.
Ολες οι απόπειρες που έκανε έκτοτε η ελληνική πλευρά είτε για επανέναρξη των ερευνών είτε για εξεύρεση λύσης έπεσαν στο κενό. Και μάλιστα, τον Δεκέμβριο του 2024, η τουρκική πλευρά υπενθύμισε το πρακτικό της Βέρνης (του 1976), το οποίο η Αθήνα θεωρεί άκυρο, αλλά η Αγκυρα το χρησιμοποιεί για να υποστηρίξει ότι εντός του Αιγαίου πρέπει να υπάρχει ένα γενικό, αμφίπλευρο, μορατόριουμ. Παρ’ όλα αυτά η Αθήνα δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια και τον περασμένο Απρίλιο προχώρησε αφενός στην ανακήρυξη του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) που αποτυπώνει για πρώτη φορά σε χάρτη τις ανώτατες δυνητικές θαλάσσιες ζώνες της Ελλάδας, ενώ ουσιαστικά άνοιξε και τη διαδικασία για αυτό που επιβεβαιώθηκε μόλις πριν από λίγες εβδομάδες, τη δραστηριοποίηση της Chevron στα οικόπεδα νοτίως της Κρήτης. Ο τουρκικός εκνευρισμός φάνηκε από μια σειρά κινήσεων που λίγο έλειψε να τινάξουν στον αέρα τη σημερινή συνάντηση, με πιο ενδεικτική τη NAVTEX για τις έρευνες του «Πίρι Ρέις», το οποίο τελικά έμεινε ελλιμενισμένο.