Το πόρισμα του καθηγητή του ΕΜΠ Δημήτρη Καρώνη, που παραδόθηκε χθες στον εφέτη ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη, θέτει νέα δεδομένα στην πολιτική διάσταση της υπόθεσης των Τεμπών. Η πολιτική αντιπαράθεση και σύγκρουση σε σημαντικό βαθμό τροφοδοτήθηκε από διάφορες υποθέσεις και θεωρίες, οι οποίες αναπτύχθηκαν εν αναμονή των επίσημων πορισμάτων. Υποθέσεις και θεωρίες που γιγαντώθηκαν μέσα από την αναπαραγωγή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η οποία λειτούργησε πολλαπλασιαστικά για το αποτύπωμά τους. Εκ των πραγμάτων τα συγκεκριμένα στοιχεία και συμπεράσματα στα οποία καταλήγει ο καθηγητής του ΕΜΠ θέτουν νέο πλαίσιο και βάζουν νέα δεδομένα στη δημόσια συζήτηση για όλες τις θεωρίες που αναπτύχθηκαν σε σχέση με τα αίτια του δυστυχήματος και τη φωτιά που εκδηλώθηκε αμέσως μετά τη σύγκρουση των δύο τρένων.
Με το συγκεκριμένο πόρισμα απαντώνται τα βασικά σενάρια που αναπτύχθηκαν γύρω από το δυστύχημα των Τεμπών, με πλέον κυρίαρχο εκείνο της πυρόσφαιρας, που συνδέθηκε με τη θεωρία του παράνομου φορτίου εύφλεκτου υλικού, σενάρια τα οποία ο καθηγητής του ΕΜΠ απορρίπτει.

Από την πλευρά της κυβέρνησης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης δήλωσε χθες (ΣΚΑΪ) ότι το αφήγημα του παράνομου φορτίου «το οποίο ήταν η βάση του αφηγήματος της αντιπολίτευσης, από την άκρα Δεξιά μέχρι και την Αριστερά, συμπεριλαμβανομένου και του ΠΑΣΟΚ, καταρρέει, καταρρέει με κρότο». Μίλησε, επίσης, για «τέλος στην πιο χυδαία προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης» και πρόσθεσε ότι «το αφήγημα της συγκάλυψης και του παράνομου φορτίου κατερρίφθη πανηγυρικώς και οι διακινητές του, και αναφέρομαι στα πολιτικά κόμματα, το ξαναλέω, πρέπει να απολογηθούν πριν και πάνω απ’ όλα στην κοινωνία».
Ο κ. Μαρινάκης επιτέθηκε σφοδρά προσωπικά στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Νίκο Ανδρουλάκη, τον οποίο κάλεσε «να απολογηθεί δημοσίως» καθώς, όπως είπε, υιοθέτησε τις κατηγορίες κατά της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού περί «συγκάλυψης» και συνυπέγραψε πρόταση δυσπιστίας «μαζί με τους πιο ακραίους εκφραστές του απόλυτου παραλογισμού». «Και όλα αυτά χωρίς να περιμένει τα πορίσματα των επίσημα ορισμένων από τη Δικαιοσύνη εμπειρογνωμόνων», υπογράμμισε και κατηγόρησε τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι «προσπάθησε να παραπλανήσει την κοινή γνώμη».
Σε υψηλούς τόνους απάντησε η Χαρ. Τρικούπη επισημαίνοντας ότι η πρόταση δυσπιστίας του ΠΑΣΟΚ βασίστηκε στο πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, «το άλλοτε “ευαγγέλιο εθνικής αυτογνωσίας” κατά το Μέγαρο Μαξίμου». «Λίγο έλειψε ο κ. Μαρινάκης και οι συν αυτώ να απαιτήσουν να τους ζητήσουμε και συγγνώμη που ως αξιωματική αντιπολίτευση τους ελέγχουμε μετά από την τραγική απώλεια 57 νέων ανθρώπων», τόνισε το ΠΑΣΟΚ. Σε σχέση με την επίθεση του κ. Μαρινάκη στον Νίκο Ανδρουλάκη ανέφεραν ότι «αν κάποιος οφείλει απολογία, είναι ο ίδιος και η κυβέρνηση που εκπροσωπεί». Η Χαρ. Τρικούπη κάλεσε, τέλος, την κυβερνητική πλειοψηφία να απαντήσει αν θα συμφωνήσει «στη διερεύνηση κακουργηματικών ευθυνών μελών της κυβέρνησης για την εγκληματική διατάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής», προαναγγέλλοντας την κατάθεση της πρότασης σύστασης Προανακριτικής για τον Κώστα Καραμανλή.
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, ο εκπρόσωπος του κόμματος Γιώργος Καραμέρος επέμεινε στη θεωρία του «μπαζώματος» αναφέροντας ότι από το πόρισμα προκύπτει ότι «ελλείψει στοιχείων εξαιτίας του μπαζώματος Μητσοτάκη – Τριαντόπουλου στο σημείο του εγκλήματος, ουδείς μπορεί να αποφανθεί κατηγορηματικά για το τι προκάλεσε την πυρόσφαιρα». Από την πλευρά της Κουμουνδούρου κατηγόρησαν την κυβέρνηση για αποσπασματική χρήση του πορίσματος και εργαλειοποίηση που «μόνο την αναζήτηση της αλήθειας και την απόδοση δικαιοσύνης δεν εξυπηρετεί». Σε σχέση με το ενδεχόμενο η πυρόσφαιρα να οφείλεται στα έλαια σιλικόνης επισημαίνουν ότι «αν ισχύει, εγείρει δυνητικά ένα τεράστιο ζήτημα ασφάλειας για τις σιδηροδρομικές αμαξοστοιχίες, που θα πρέπει να απαντηθεί».
Από την πλευρά του ΚΚΕ χαρακτήρισαν «πρόκληση και φθηνό αντιπερισπασμό» της κυβέρνησης το «να “πανηγυρίζει” για το πόρισμα του ΕΜΠ, την ώρα που υπάρχουν εκθέσεις με διαφορετικά συμπεράσματα, την ώρα που η έρευνα σκοντάφτει διαρκώς στην αλλοτρίωση του τόπου του εγκλήματος και την απώλεια κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων, και φυσικά την ίδια ώρα που η κυβέρνηση είναι υπόλογη για το κύριο έγκλημα, δηλαδή τη σύγκρουση των δύο τρένων».