Το όνομα του πρώην υπουργού Μεταφορών και Υποδομών, Κώστα Αχ. Καραμανλή, επανέρχεται στο προσκήνιο της επικαιρότητας με φόντο το νέο και τελευταίο κεφάλαιο της περίφημης σύμβασης 717, που αφορά στην τηλεδιοίκηση των σιδηροδρόμων και βρίσκεται πλέον στο μικροσκόπιο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, η οποία κάλεσε ως υπόπτους συνολικά δεκαέξι άτομα, μη πολιτικά απρόσωπα, να δώσουν εξηγήσεις για αδικήματα κακουργηματικού χαρακτήρα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με.πληροφορίες, στη δικογραφία, με βάση την οποία καλούνται να δώσουν εξηγήσεις τα ποινικά ελεγχόμενα στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ και της Κοινοπραξίας που είχε αναλάβει την επίμαχη σύμβαση, φέρεται ως φυσικός αυτουργός της πράξης της απιστίας σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ελληνικού Δημοσίου ο τότε υπουργός Μεταφορών και Υποδομών.
Όπως είναι γνωστό, για αυτό ακριβώς το σκέλος της υπόθεσης, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει διαβιβάσει αμελλητί κατά το Σύνταγμα τη σχετική δικογραφία στη Βουλή, χωρίς ωστόσο να έχουν προχωρήσει κοινοβουλευτικές διαδικασίες, καθώς με απόφαση της πλειοψηφίας δεν είχε συσταθεί προανακριτική επιτροπή.
Με το δεδομένο ότι η Βουλή δεν προχώρησε με βάση τη σχηματισθείσα δικογραφία, η δικαιοδοσία για τα μη πολιτικά πρόσωπα που φέρονται να έχουν σχέση με αποδιδόμενο υπουργικό αδίκημα επιστρέφει πίσω στην τακτική Δικαιοσύνη και εν προκειμένω στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, αφού η πράξη αφορά σε έργο συγχρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Νομικές πηγές, μάλιστα, δεν παραλείπουν να επισημαίνουν, με αφορμή τις τελευταίες δικονομικές ενέργειες από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, ότι η Βουλή σε σχέση με τη δικογραφία αυτή δεν ακολούθησε το δρόμο του φυσικού δικαστή, όπως συνέβη πρόσφατα με τον πρώην υφυπουργό Χρήστο Τριαντόπουλο, με αποτέλεσμα να βρίσκονται ποινικά ελεγχόμενα μόνο τα μη πολιτικά πρόσωπα, και ο πολιτικός φερόμενος ως φυσικός αυτουργός της πράξης να παραμένει επί της ουσίας στο απυρόβλητο.
Τι αφορά η υπόθεση που ερευνά η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία
Σύμφωνα με πληροφορίες, στο στόχαστρο βρίσκονται συνολικά 16 άτομα, εκπρόσωποι της ΕΡΓΟΣΕ και της Κοινοπραξίας που είχε αναλάβει την εκτέλεση της σύμβασης 717 για τη σηματοδότηση και τηλεδιοίκηση στο σιδηρόδρομο και συνδέεται με την τραγωδία των Τεμπών, όπως είχε αποτυπωθεί και στο πρώτο κατηγορητήριο που είχε συνταχθεί επίσης από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για την ίδια σύμβαση.
Οι ύποπτοι κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις για τα αδικήματα της άμεσης συνέργειας και της ηθικής αυτουργίας σε απιστία σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ελληνικού Δημοσίου, εκ της οποίας η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, οι ποινικά ελεγχόμενοι φέρονται ότι από πρόθεση παρείχαν άμεση συνδρομή στον τότε υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, κατά τη διάρκεια τέλεσης και στην εκτέλεση της κύριας πράξης της απιστίας σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ελληνικού Δημοσίου, εκ της οποίας η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ, που φέρεται ότι διέπραξε την 12-01-2021.
Συγκεκριμένα, οι υπάλληλοι της ΕΡΓΟΣΕ φέρονται να είχαν εισηγηθεί θετικά υπέρ της χορήγησης αποζημίωσης στην Κοινοπραξία ΤΟΜΗ-ALSTOM TRANSPORT, λόγω θετικών ζημιών για το χρονικό διάστημα από 01-08-2018 έως 31-03-2020, συνολικού ποσού 2,7 εκατ.ευρώ.
Το τελευταίο κεφάλαιο με επίκεντρο τη σύμβαση 717 αφορά στην έγκριση για καταβολή 2,7 εκατ.ευρω στην Κοινοπραξία, παρά το γεγονός ότι δεν είχε ολοκληρωθεί το έργο της σηματοδότησης, που αν είχε εκτελεστεί εγκαίρως σύμφωνα με τις συμβάσεις, όπως έχει αποτυπωθεί και στο πρώτο κατηγορητήριο για το πρώτο σκέλος της υπόθεσης, θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί η τραγωδία των Τεμπών.
Οι ύποπτοι ζήτησαν και έλαβαν προθεσμία και αμέσως μετά θα αποτιμηθεί το σύνολο των στοιχείων από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, που είτε θα προχωρήσει στην άσκηση ποινικής δίωξης εάν στοιχειοθετείται η αξιόποινη πράξη, ενώ σε διαφορετική περίπτωση για όσους δεν προκύπτουν ενδείξεις η δικογραφία θα τεθεί στο αρχείο.
Σε ο,τι αφορά το πρώτο μέρος της δικογραφίας που είχε ολοκληρωθεί με την άσκηση ποινικών διώξεων για σειρά αδικημάτων όπως απάτη και απιστία, η υπόθεση βρίσκεται επί της ουσίας ένα βήμα πριν την ολοκλήρωσή της και πριν την κρίσιμη απόφαση για την περαιτέρω ποινική μεταχείριση των εμπλεκομένων μη πολιτικών προσώπων.