Η μεγάλη αναμόρφωση της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ αυτή την εβδομάδα έθεσε τέρμα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, θορυβώντας ανθρώπους, κυβερνήσεις και επενδυτές σε όλο τον κόσμο. Κανείς δεν έπρεπε να εκπλαγεί, δήλωσε ωστόσο ο Αμερικανός πρόεδρος.
Η ανακοίνωση δασμών 10% έως 50% σε εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ έριξε τα χρηματιστήρια, αφού ο Τραμπ παρουσίασε μια «διακήρυξη οικονομικής ανεξαρτησίας» τόσο δραστική, που προκάλεσε σύγκριση με την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση – Brexit.
Όμως ο Τραμπ, ο οποίος κέρδισε την επανεκλογή του υποσχόμενος πως οι δασμοί θα κάνουν την Αμερική ξανά μεγάλη (MAGA), έχει ταχθεί υπέρ της επιστροφής των εκτεταμένων δασμών με «μεγάλη συνέπεια» εδώ και δεκαετίες. «Μιλάω γι’ αυτό εδώ και 40 χρόνια», σημείωσε από τον Κήπο των Ρόδων του Λευκού Οίκου.
Το πίστευε και το προετοίμαζε από το 1987
Πολλές επιχειρήσεις, οικονομολόγοι και πολιτικοί πιστεύουν ότι το εμπορικό σχέδιο του Τραμπ είναι λανθασμένο, ελαττωματικό και επικίνδυνο. Κάποιοι έχουν προτείνει ακόμη και ότι θα μπορούσε να έχει γραφτεί από την… ChatGPT. Αν έχει όμως δίκιο σε ένα πράγμα, αυτό αφορά στον αριθμό των δεκαετιών που το υποστηρίζει.
«Είναι τόσο ασυνήθιστο για τον Τραμπ. Είναι ένας συμβατικός πολιτικός με έναν τρόπο: δεν πιστεύει σε πολλά με ισχυρή πεποίθηση», τόνισε ο Larry Sabato, διευθυντής του Κέντρου Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, μιλώντας στον βρετανικό Guardian. Οι δασμοί όμως είναι κάτι διαφορετικό και «σε αυτό το ένα πράγμα, φαίνεται να πιστεύει βαθιά».
Ήδη από το 1987, ένας πεινασμένος για φήμη μεγιστάνας των ακινήτων έβγαζε ολοσέλιδες διαφημίσεις σε εφημερίδες – ο σημερινός πρόεδρος – και ζητούσε μια τέτοια στρατηγική. Οι άλλες μεγάλες οικονομίες είναι οι «μεγαλύτερες μηχανές κέρδους που δημιουργήθηκαν ποτέ», υποστήριξε τότε. «Φορολογείστε αυτά τα πλούσια έθνη, όχι την Αμερική».
Οκτώ χρόνια μετά την έναρξη της πρώτης θητείας του και μόλις 10 εβδομάδες μετά την έναρξη της δεύτερης, έχει αρχίσει να υλοποιεί σοβαρά αυτό το όνειρο – και να παραμερίζει τις προειδοποιήσεις ότι μπορεί να εξελιχθεί σε εφιάλτη.
Στην προεκλογική του εκστρατεία πέρυσι, ο Τραμπ δεν έκρυψε το όραμά του: οι δασμοί θα λύσουν τα «δεσμά» της αμερικανικής οικονομίας, υποσχέθηκε, θα αναζωογονήσουν τις βιομηχανικές εστίες της και θα ξεκλειδώσουν ένα γιγαντιαίο οικονομικό όφελος για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Απειλούσε τον κόσμο ολόκληρο, αλλά τιμώρησε μια «χούφτα» κράτη
Μετά την παρουσίαση αυτής της μεγάλης και τολμηρής ανασυγκρότησης της παγκόσμιας οικονομικής τάξης, ωστόσο, οι πρώτες ενέργειες της δεύτερης κυβέρνησης Τραμπ ήταν εντυπωσιακά μικρότερες, πιο ακατάστατες και συνολικά πιο διστακτικές από αυτές που είχαν προηγηθεί.
Η εστίαση, στην αρχή, περιορίστηκε δραματικά από τον κόσμο σε μια «χούφτα» έθνη: Κίνα, Καναδάς και Μεξικό. Ενώ η Κίνα χτυπήθηκε σκληρά, οι σαρωτικοί δασμοί στον Καναδά και το Μεξικό διακόπηκαν από μια ιλιγγιώδη σειρά προθεσμιών, καθυστερήσεων και διαστολών.
Αυξήθηκαν οι δασμοί στον χάλυβα και το αλουμίνιο. Αλλά η εμπορική ατζέντα του Τραμπ χαρακτηρίστηκε σε μεγάλο βαθμό από απειλές και καβγάδες: ρητορική, αλλά όχι πράξη.
Την Τετάρτη, που ονομάστηκε «Ημέρα Απελευθέρωσης» από τον Τραμπ και τους βοηθούς του, έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε για να τραβήξει μια διαχωριστική γραμμή κάτω από εβδομάδες αμφιταλαντεύσεων, αμφιβολιών και σύγχυσης – και επέβαλε τους καθολικούς και «αμοιβαίους» δασμούς που υποσχέθηκε τόσες φορές ενώ αγωνιζόταν να ανακτήσει τον Λευκό Οίκο.
Το αμερικανικό Brexit και ο Τραμπ «ιστορικός»
Αψηφώντας τις αυστηρές προβλέψεις και τις ανησυχίες των κυρίαρχων οικονομολόγων και των επιχειρήσεων, ο Τραμπ ακολούθησε το ένστικτό του. «Αυτό ίσχυε και για τους Brexiteers, έτσι δεν είναι; Πραγματικά, το πίστευαν βαθιά μέσα από τον πυρήνα της ψυχής τους», σημείωσε ο Sabato.
Σε ένα σημείο κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο Τραμπ μετατράπηκε από πρόεδρος σε ιστορικό. «Το 1913, για λόγους άγνωστους στην ανθρωπότητα, καθιέρωσαν τον φόρο εισοδήματος», είπε, θέτοντας τις βάσεις για μια απότομη μείωση των δασμών στα ξένα αγαθά. «Οι πολίτες, και όχι οι ξένες χώρες, θα άρχιζαν να πληρώνουν τα χρήματα που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της κυβέρνησής μας».
Οι δεκαετίες ευημερίας των ΗΠΑ «έλαβαν ένα πολύ απότομο τέλος» με τη Μεγάλη Ύφεση από το 1929, εκτίμησε ο… «καθηγητής» Τραμπ ενώπιον των βοηθών του, των γραμματέων του υπουργικού συμβουλίου και των υποστηρικτών του. «Δεν θα είχε συμβεί ποτέ αν είχαν παραμείνει στην πολιτική των δασμών», υποστήριξε. «Θα ήταν μια πολύ διαφορετική ιστορία».
Οι πραγματικοί ιστορικοί, πάντως, διαφώνησαν με αυτό τον απολογισμό. «Είναι αυτό που θα λέγαμε ψέμα. Ψέμα! Δεν είναι αλήθεια», ξεκαθάρισε ο Andrew Cohen, καθηγητής Ιστορίας στη Σχολή Maxwell του Πανεπιστημίου Syracuse. «Κάνει λάθος. Κανείς δεν το πιστεύει αυτό. Ακόμη και οι συντηρητικοί οικονομολόγοι δεν το πιστεύουν αυτό. Ακόμα και οι οικονομολόγοι του προστατευτισμού δεν το πιστεύουν αυτό», είπε έξαλλος.
Έρχεται νέα ύφεση στην Αμερική;
Μήνες μετά την έναρξη της ύφεσης, ο νόμος Smoot-Hawley Tariff Act του 1930 – ο οποίος αύξησε τους δασμούς σε εκατοντάδες εισαγωγές, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την οικονομία των ΗΠΑ – θεωρείται ευρέως πως παρέτεινε, ακόμη και εμβάθυνε, την κρίση. Κανένας άλλος πρόεδρος δεν δοκίμασε ξανά την ίδια τακτική – μέχρι τώρα τουλάχιστον.
Η ταχεία διάψευση της ανάλυσης του παρελθόντος από τον Τραμπ ξεπεράστηκε μόνο από την αντίδραση στις φιλόδοξες προβλέψεις του για το μέλλον. Ο πρόεδρος υποσχέθηκε μια νέα χρυσή εποχή, με εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας, περισσότερες εξαγωγές των ΗΠΑ αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων και τρισεκατομμύρια δολάρια σε δασμολογικά έσοδα.
Εκτός της κυβέρνησής του, όμως, ο σκεπτικισμός είναι μεγάλος. «Οι δασμοί του Τραμπ σηματοδοτούν μια απελευθέρωση από τα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου για τις αμερικανικές επιχειρήσεις και τους καταναλωτές», δήλωσε ο Eswar Prasad, καθηγητής εμπορικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Cornell και πρώην αξιωματούχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
«Ο Τραμπ έχει βγάλει το ‘τσεκούρι’ στο εμπόριο με σχεδόν κάθε σημαντικό εμπορικό εταίρο των ΗΠΑ, ενώ εξαίρεσε λίγους συμμάχους ή αντιπάλους», πρόσθεσε, με μία ενέργεια που θα είναι «σοβαρά αποδιοργανωτική για την αμερικανική οικονομία, με τις επιπτώσεις να γίνονται αισθητές από τους Αμερικανούς καταναλωτές και τις επιχειρήσεις σχεδόν σε κάθε κλάδο».
Ποιος πληρώνει το τίμημα; Ο υπόλοιπος κόσμος, σύμφωνα με τον Αμερικανό πρόεδρο και τους συνεργάτες του. Αλλά τους δασμούς πληρώνουν οι εταιρείες και οι καταναλωτές που εισάγουν τα αγαθά από τον υπόλοιπο κόσμο – στην προκειμένη περίπτωση, οι αμερικανικές εταιρείες και οι καταναλωτές – και όχι οι υπερπόντιες εταιρείες που τα εξάγουν.
Οι δασμοί του Τραμπ θα αυξήσουν το κόστος του μέσου αμερικανικού νοικοκυριού κατά 3.800 δολάρια (3.467 ευρώ), σύμφωνα με το Yale Budget Lab.
Τραμπ vs οικονομολόγων – Πού θα στοιχηματίζατε;
«Αυτές οι αυξήσεις των δασμών είναι πιθανό να είναι μερικές από τις μεγαλύτερες αυξήσεις φόρων στην ιστορία των ΗΠΑ και θα οδηγήσουν (αν εφαρμοστούν πλήρως) σε μερικούς από τους υψηλότερους δασμούς που έχει δει ποτέ η Αμερική», έγραψε ο Jeremy Horpedahl, επίκουρος μελετητής στο φιλελεύθερο Ινστιτούτο Cato, ο οποίος σημείωσε ότι θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τα επίπεδα του 1930 μετά το Smoot-Hawley.
«Όπως όλοι οι δασμοί, ένα μεγάλο μέρος αυτών των νέων επιβαρύνσεων θα πληρωθεί από τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ με τη μορφή υψηλότερων τιμών», πρόσθεσε.
Αν ο Τραμπ έχει δίκιο και το όνειρό του, που κρατάει δεκαετίες, αναζωογονήσει τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, πλουτίζοντας τους πολίτες της και μετατρέποντας τη βιομηχανική της βάση σε εργοστάσιο παραγωγής, η κυβέρνησή του θα είναι μία από τις πιο επιτυχημένες στη σύγχρονη μνήμη.
Αλλά αν κάνει λάθος, που είναι και το πιθανότερο, οι ίδιοι οι Αμερικανοί που τον εξέλεξαν, για να μειώσει γρήγορα το κόστος ζωής, είναι πιθανό να πληγούν περισσότερο.
«Είτε θα κερδίσει ο Τραμπ και η ομάδα του είτε η μεγάλη πλειοψηφία των έμπειρων mainstream οικονομολόγων», τόνισε ο διευθυντής του Κέντρου Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, για να προσθέσει χαρακτηριστικά: «Ξέρω πού θα στοιχηματίσω…».