Με αφορμή τη νέα ταινία «Frankenstein» του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο που προβάλλεται στο Netflix, ο Independent επιχείρησε μία επιστημονική ανάγνωση του μυθιστορήματος της Μαίρης Σέλεϊ. Και θέτει το ερώτημα αν θα μπορούσε ποτέ ένα συναρμολογημένο σώμα να αναπνέει, να κινείται, να σκέφτεται.
Όταν η Σέλεϊ έγραψε τον «Φράνκενσταϊν» το 1818, η ανατομία ήταν σε ένα μεταίχμιο ανάμεσα σε ριζοσπαστική ανακάλυψη και κοινωνική αμφισβήτηση. Τα αμφιθέατρα όπου πραγματοποιούνταν ανατομίες γέμιζαν με κοινό, κλέφτες νεκροταφείων τροφοδοτούσαν τις ιατρικές σχολές με παράνομα πτώματα και ο ηλεκτρισμός διαφημιζόταν ως πιθανή αποκάλυψη του «σπινθήρα της ζωής».
Το μυθιστόρημα της Σέλεϊ αποτύπωσε τέλεια το πνεύμα των καιρών του. Ο Βίκτορ Φράνκενσταϊν εμπνέεται από υπαρκτά περιστατικά: τα πειράματα του Λουίτζι Γκαλβάνι με πόδια βατράχων που τινάζονταν υπό ηλεκτρικό φορτίο, κι εκείνα του Τζοβάνι Αλντίνι σε πτώματα εκτελεσμένων εγκληματιών, που έκαναν γκριμάτσες με την εφαρμογή ηλεκτρικού ρεύματος. Για το κοινό των αρχών του 19ου αιώνα, η ζωή μπορεί πράγματι να φαινόταν θέμα ανατομίας και ηλεκτρικού ρεύματος.
Μπορούμε να ενώσουμε διαφορετικά μέλη;
Το πρώτο πρόβλημα για κάθε σύγχρονο Φράνκενσταϊν είναι πρακτικό: πώς να φτιάξει ένα σώμα. Στο μυθιστόρημα της Σέλεϊ ο Βίκτορ «μαζεύει οστά από νεκροταφεία» και «διαταράσσει με βέβηλα δάχτυλα τα τρομερά μυστικά του ανθρώπινου σώματος», επιλέγοντας κομμάτια με προσοχή, ανάλογα με τις αναλογίες και τη δύναμή τους. Από πραγματική ανατομική άποψη όμως, εδώ είναι που το πείραμα αποτυγχάνει πριν καν ξεκινήσει. Εκτός σώματος, οι ιστοί αποδομούνται γρήγορα: οι μυϊκές ίνες χάνουν τον τόνο τους, τα αγγεία καταρρέουν, τα κύτταρα που στερούνται οξυγόνο νεκρώνουν μέσα σε λίγα λεπτά. Ακόμη και η ψύξη δεν μπορεί να διατηρήσει τη βιωσιμότητα για μεταμόσχευση πέρα από λίγες ώρες.

Ο Βίκτορ Φράνκενσταϊν σε μακάβρια «κοπτοραπτική», σε σκηνή από τον «Frankenstein»
Netflix
Στη συνέχεια, για να επανασυνδέσει άκρα ή όργανα πρέπει να γίνει αναστόμωση – ακριβής επανασύνδεση αρτηριών, φλεβών και νεύρων με μικροραφές λεπτότερες από μια ανθρώπινη τρίχα. Η ιδέα ότι μπορούσε κανείς να ράψει ολόκληρα σώματα και να αποκαταστήσει την κυκλοφορία σε τόσες πολλές συνδέσει αψηφά τόσο τη φυσιολογία όσο και τη χειρουργική πρακτική. Μόνο τα άκρα υπολογίζεται ότι θα απαιτούσαν πάνω από 200 συνδέσεις. Κάθε κομμάτι ιστού θα έπρεπε να ταιριάζει με τα υπόλοιπα για να αποφευχθεί η απόρριψη από το ανοσοποιητικό σύστημα, και όλα θα έπρεπε να διατηρούνται αποστειρωμένα και να αιματώνονται για να μην πεθάνει ο ιστός.
Αρκεί ο ηλεκτρισμός για να δώσει ζωή;
Ας υποθέσουμε όμως ότι όλα τα παραπάνω πετυχαίνουν. Θα αρκούσε ο ηλεκτρισμός για να δώσει ζωή στο σώμα; Τα βατράχια του Γκαλβάνι έκαναν πολλούς να το πιστέψουν. Αλλά η ηλεκτρική ενέργεια διεγείρει τις νευρικές μεμβράνες, προκαλώντας την ενεργοποίηση των υπαρχόντων κυττάρων – μια φευγαλέα προσομοίωση της ζωής, όχι την αποκατάστασή της.

Το δημιούργημα του Φράνκενσταϊν, αναμένοντας τον ηλεκτρισμό που θα του δώσει ζωή
Netflix
Οι απινιδωτές λειτουργούν επειδή η καρδιά είναι ήδη ζωντανή, με κυτταρικές μεμβράνες που ακόμη μπορούν να μεταφέρουν σήματα. Μόλις τα κύτταρα πεθάνουν, οι μεμβράνες τους καταστρέφονται και η εσωτερική χημεία του σώματος καταρρέει. Κανένα ρεύμα, όσο ισχυρό και αν είναι, δεν μπορεί να αποκαταστήσει αυτή την ισορροπία.
Και η μεταμόσχευση εγκεφάλου;
Ακόμα και αν ένα σώμα αποκτούσε ζωή με ηλεκτρισμό, θα μπορούσε να σκεφτεί; Ο εγκέφαλος είναι το πιο «πεινασμένο» όργανο του ανθρώπου, απαιτώντας συνεχώς οξυγονωμένο αίμα και γλυκόζη για ενέργεια. Χρειάζεται επίσης σταθερή θερμοκρασία και μια ρυθμισμένη ροή εγκεφαλονωτιαίου υγρού που αντλείται υπό κατάλληλη πίεση, μεταφέροντας οξυγόνο και απομακρύνοντας τα απόβλητα.
Ο εγκεφαλικός ιστός μπορεί να παραμείνει ζωντανός μόνο για έξι έως οκτώ ώρες μετά την αφαίρεσή του από το σώμα. Για να επιζήσει, πρέπει να ψύχεται με πάγο ή να τοποθετηθεί σε ειδικό διάλυμα πλούσιο σε οξυγόνο. Αυτές οι μέθοδοι χρησιμοποιούνται ήδη στην ιατρική, π.χ. μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο ή σε πρόωρα μωρά, για την προστασία του εγκεφάλου και τη μείωση της βλάβης.

Επιλέγοντας έναν… ανώμαλο εγκέφαλο – σκηνή από την κλασική κωμωδία «Young Frankenstein» του Μελ Μπρουκς
Twentieth Century Studios
Από τη στιγμή που μπορούμε να μεταμοσχεύσουμε πρόσωπα, καρδιές και νεφρά, γιατί όχι και εγκεφάλους; Θεωρητικά, ένας εγκέφαλος που μεταμοσχεύεται γρήγορα θα μπορούσε να συνδεθεί με νέα αγγεία. Όμως ο κομμένος νωτιαίος μυελός θα άφηνε το σώμα παράλυτο, χωρίς αίσθηση, και θα απαιτούσε τεχνητή αναπνοή για να ζήσει.
Με αποκατεστημένη κυκλοφορία, με παλμική ροή του εγκεφαλονωτιαίου υγρού και ένα άθικτο εγκεφαλικό στέλεχος, ίσως θα ήταν δυνατή κάποια αφύπνιση. Αλλά χωρίς αισθητηριακή είσοδο, θα μπορούσε ένα τέτοιο ον να έχει πλήρη συνείδηση; Ο εγκέφαλος «κουβαλά» μνήμη και ταυτότητα, που θα περνούσε σε ένα ξένο σώμα. Θα μπορούσαν να δημιουργηθούν νέες αναμνήσεις; Ναι, αλλά μόνο εκείνες που γεννιούνται σε ένα σώμα χωρίς κίνηση ή αίσθηση.
Συντήρηση ζωής, όχι δημιουργία
Ο αμφιλεγόμενος χειρουργός Σέρτζιο Καναβέρο έχει υποστηρίξει ότι οι μεταμοσχεύσεις ανθρώπινων κεφαλών μπορεί να επιτρέψουν «ακραία αναζωογόνηση». Πέρα από τα ηθικά ζητήματα που προκύπτουν, κάτι τέτοιο προϋποθέτει επανασύνδεση όλων των περιφερικών νεύρων, όχι μόνο του νωτιαίου μυελού – ένα κατόρθωμα που υπερβαίνει κατά πολύ τις τρέχουσες δυνατότητες.
Η σύγχρονη ιατρική μπορεί να αντικαταστήσει, να επιδιορθώσει ή να διατηρήσει πολλά ζωτικά μέρη του σώματος. Μπορεί να μεταμοσχεύσει όργανα, να κυκλοφορήσει αίμα μέσω μηχανών και να παρέχει αέρα στους πνεύμονες επ’ αόριστον. Αλλά αυτές είναι πράξεις συντήρησης, όχι δημιουργίας.

Ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο και ο Όσκαρ Άιζακ στα γυρίσματα του «Frankenstein»
Netflix
Στις ΜΕΘ, τα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου δεν καθορίζονται από την καρδιά που χτυπά, αλλά από την εγκεφαλική δραστηριότητα. Όταν αυτή σταματήσει μόνιμα, ακόμη και τα πιο εξελιγμένα συστήματα υποστήριξης μπορούν μόνο να διατηρήσουν μια εικόνα ζωής.
Η Σέλεϊ δεν έδωσε τυχαία στο έργο της τον υπότιτλο «Ο Σύγχρονος Προμηθέας». Δεν είναι μόνο μια ιστορία για την φιλοδοξία της επιστήμης, αλλά και για την ευθύνη της. Και δυο αιώνες μετά, με την αναγεννητική ιατρική, τα νευρικά οργανοειδή και τη συνθετική βιολογία να ανοίγουν νέους δρόμους, εξακολουθεί να αποτελεί τροφή για σκέψη.

