Τι τύχη θα είχε ένα κόμμα των Τεμπών;

Κοινοποίηση

Φόρτωση Text-to-Speech…

Οι αναλύσεις για τις προοπτικές ενός κόμματος από συγγενείς θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών διατρέχουν τον κίνδυνο της στατικής προσέγγισης. Τα πλεονεκτήματα και οι αδυναμίες αρχικά μοιάζουν εύκολο να εντοπιστούν. Η μακροπρόθεσμη δυναμική του, ωστόσο, δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί.

Η συγκεκριμένη τραγωδία έχει προκαλέσει τις μεγαλύτερες πολιτικές αναταράξεις από οποιοδήποτε άλλο γεγονός τα τελευταία χρόνια. Είναι δε εξαιρετικά σπάνιο πολιτικό-επικοινωνιακό φαινόμενο (διεθνώς, όχι μόνο στην Ελλάδα) ένα ζήτημα να επανέρχεται με τέτοια δυναμική, δύο χρόνια μετά το συμβάν καθαυτό.

Το όλο ζήτημα λειτουργεί και ως αφορμή εκδήλωσης μιας ευρύτερης δυσαρέσκειας για τη λειτουργία του κράτους δικαίου και όχι μόνο. Η κρίση θεσμικής εμπιστοσύνης λειτουργεί ως καταλύτης μιας νέας αντισυστημικότητας, η οποία δεν ανατρέπει μεν το πολιτικό τοπίο, αλλά το διαφοροποιεί διακριτά καθώς συμβάλλει στην ενίσχυση κομμάτων διαμαρτυρίας, στη φθορά της κυβέρνησης και στην κάμψη ή στασιμότητα άλλων παραδοσιακών κομμάτων.

Σε πρόσφατη δημοσκόπηση το ποσοστό που δηλώνει ότι θα μπορούσε να ψηφίσει ένα κόμμα με επικεφαλής τη Μαρία Καρυστιανού ανέρχεται στο 25%. Ποσοστό υψηλό και σαφώς υψηλότερο από εκείνο άλλων, υπό συζήτηση, κομμάτων που μετρήθηκαν στην ίδια έρευνα. Το ποσοστό αυτό αντανακλά τη συμπάθεια προς τα πρόσωπα των συγγενών, αλλά και τη δυσπιστία μερίδας ψηφοφόρων προς το πολιτικό σύστημα. Απέχει ωστόσο από το να θεωρηθεί στέρεη πολιτική τάση καθώς ένα τέτοιο εγχείρημα θα συναντήσει και αρκετές δυσκολίες.

Πρώτα απ’ όλα τη μονοθεματικότητά του. Η διαμόρφωση της ψήφου είναι σύνθετη διαδικασία. Ενα κόμμα με συμπαθή ηγεσία και αίτημα την «απονομή δικαιοσύνης» –ακόμα και αν αυτό δεν σημαίνει το ίδιο για όλους– δυνητικά έχει μεγάλο ακροατήριο. Θα πρέπει όμως να πείσει ότι μπορεί να προσφέρει και σε άλλους τομείς (οικονομία, διεθνείς σχέσεις της χώρας, άμυνα, κοινωνικό κράτος).

Επίσης, το συλλογικό τραύμα της τραγωδίας των Τεμπών δεν βρίσκεται πάντα στην επιφάνεια. Επανέρχεται, όταν η συγκυρία και διάφορα γεγονότα το τροφοδοτούν – όπως συμβαίνει αυτή την περίοδο λόγω της απεργίας πείνας γονέα θύματος. Το πόσο ψηλά θα μένει, όμως, στην ατζέντα εξαρτάται από τους χειρισμούς πολλών εμπλεκόμενων στην υπόθεση, αλλά και από τη στάση πολλών παραγόντων (πολιτικών, μιντιακών κ.λπ.). Χωρίς και τη δική τους συμβολή το ζήτημα δεν είναι δεδομένο ότι θα κρατηθεί ψηλά στην επικαιρότητα.

Οι γονείς των θυμάτων απολαμβάνουν μεγάλη συμπάθεια λόγω της τραγωδίας που βιώνουν και των ταυτίσεων που δημιουργούνται, αλλά και επειδή κινούνται πέραν της ενεργού πολιτικής. Αν οι πρωταγωνιστές του «Κινήματος των Τεμπών» μπουν στον πολιτικό ανταγωνισμό η στήριξη και η συμπάθεια που απολάμβαναν από δυνάμεις όλου του πολιτικού φάσματος θα μειωθεί.

Κόμματα του «αντισυστημικού» χώρου, που ευνοήθηκαν το προηγούμενο διάστημα από την όξυνση του ζητήματος, όπως η Πλεύση Ελευθερίας (κυρίως) και η Ελληνική Λύση, θα συμπιέζονταν.

Αν όμως –σε μια υποθετική άσκηση εργασίας– το «κόμμα των Τεμπών» αποκτούσε αξιοσημείωτη δυναμική, οι επιπτώσεις στο πολιτικό τοπίο δεν θα ήταν αμελητέες. Κατ’ αρχάς η αμηχανία στον χώρο της αντιπολίτευσης θα ήταν πρόδηλη. Κόμματα του «αντισυστημικού» χώρου, που ευνοήθηκαν το προηγούμενο διάστημα από την όξυνση του ζητήματος, όπως η Πλεύση Ελευθερίας (κυρίως) και η Ελληνική Λύση, θα συμπιέζονταν. Ενώ κόμματα όπως το ΜέΡΑ25, η Νίκη και το Κίνημα Δημοκρατίας του κ. Κασσελάκη, θα δυσκολεύονταν να μπουν στη επόμενη Βουλή.

Κόστος θα είχαν και το ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ (ή το κόμμα Τσίπρα), καθώς παρά το ότι σήμερα βρίσκονται στην αντιπολίτευση, αντιμετωπίζονται ως μέρος του πολιτικού συστήματος και χρεώνονται μέρος των παθογενειών του. Ενα κόμμα δε, που κατά δήλωσή του επιδιώκει να «καλύψει το κενό αντιπολίτευσης», αυτονόητα πλήττει τα κόμματα στα οποία καταλογίζεται το κενό αυτό.

Ειδικά στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ είναι ξεκάθαρο από τις δημοσκοπήσεις του τελευταίου ενάμιση χρόνου ότι όποτε το ζήτημα των Τεμπών ανέβαινε στην επικαιρότητα τα ποσοστά του έπεφταν. Ενώ, αντιθέτως, όποτε υποχωρούσε και η πολιτική αντιπαράθεση επέστρεφε στο σύνηθες θεματικό πλαίσιο, ενισχύονταν, έστω και κατά λίγο. Το πώς αυτό στο ΠΑΣΟΚ δεν το έχουν ακόμα συνειδητοποιήσει ώστε να το διαχειριστούν είναι απορίας άξιον…

Παρά τον επιπλέον κατακερματισμό της αντιπολίτευσης, όμως, πρόβλημα θα είχε και η Ν.Δ. Η ενδυνάμωση του «κόμματος των Τεμπών» θα επιβάρυνε το κλίμα για εκείνην και θα δυσκόλευε την προσπάθειά της να υποστηρίξει το έργο της και να θέσει τα εκλογικά διλήμματα που επιθυμεί κυρίως στη βάση της κυβερνησιμότητας.

Αυτή ακριβώς η επίδραση στην προεκλογική ατζέντα θα ήταν και η βασικότερη επίπτωση ενός (δημοσκοπικά ισχυρού) «Κόμματος των Τεμπών». Με μια συνακόλουθη μετατόπιση όλου του δημόσιου λόγου σε μια πιο οξεία, πιο καταγγελτική και συναισθηματική κατεύθυνση.

Σε αντίθεση πάντως με άλλες υπό συζήτηση κινήσεις που συνιστούν κυρίως μια «εσωπαραταξιακή» αναδιάταξη πολιτικών δυνάμεων, το συγκεκριμένο εγχείρημα θα μπορούσε να αλλάξει πολύ πιο θεμελιακά το πλαίσιο των επόμενων εκλογών. Εστω και υπό προϋποθέσεις που δεν μοιάζει εύκολο να συντρέξουν.

O κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα