Το Ισραήλ προέβη σε έντονη διπλωματική αντίδραση μετά τη δημοσίευση της αναθεώρησης της Συμφωνίας Σύνδεσης ΕΕ-Ισραήλ, η οποία κάνει λόγο για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Γάζα.
Η επίμαχη έκθεση, που συντάχθηκε από την Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης της ΕΕ (ΕΑΕΕ), αμφισβητεί τη συμμόρφωση του Ισραήλ με τους όρους της συμφωνίας, ιδίως ως προς το άρθρο 2 που αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σε επιστολή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΑΕΕ, το ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών καταδικάζει την έκθεση ως «μεροληπτική», «ανισόρροπη» και «χωρίς αξία για μελλοντικές ενέργειες».
Η επιστολή, την οποία εξασφάλισε το Euronews, υποστηρίζει ότι η έκθεση «διαστρεβλώνει την πραγματικότητα της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή».
«Υπαρξιακός αγώνας» και στρατηγικά μέτωπα
Το Ισραήλ επισημαίνει ότι βρίσκεται αντιμέτωπο με έναν «υπαρξιακό αγώνα», διεξάγοντας μάχες σε «επτά μέτωπα» και πολεμώντας «τους κοινούς εχθρούς της Δύσης».
Στο πλαίσιο αυτό, χαρακτηρίζει την έκθεση της ΕΑΕΕ ως «προσπάθεια απονομιμοποίησης του δικαιώματος του Ισραήλ στην αυτοάμυνα».
Η επιστολή κατηγορεί την ΕΕ για μεροληψία, καθώς επικαλείται «αντιισραηλινές φωνές και έγγραφα» χωρίς να λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο της 7ης Οκτωβρίου – ημερομηνία-ορόσημο, κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν πολύνεκρες επιθέσεις από τη Χαμάς σε ισραηλινό έδαφος.
Κατηγορίες για ηθική και μεθοδολογική αποτυχία
Το ισραηλινό υπουργείο Εξωτερικών κάνει λόγο για δύο βασικές αποτυχίες της έκθεσης: ηθική και μεθοδολογική.
Σε ηθικό επίπεδο, υποστηρίζει ότι η επιστολή αναφέρει ότι η έκθεση αποτυγχάνει να αναγνωρίσει τις απώλειες και την τρομοκρατία που υφίσταται ο ισραηλινός πληθυσμός, ενώ παραβλέπει την εμπλοκή της Χαμάς και την φερόμενη «συνενοχή διεθνών οργανισμών όπως η UNRWA».
Σε μεθοδολογικό επίπεδο, υποστηρίζεται ότι το Ισραήλ δεν κλήθηκε να συμμετάσχει σε διάλογο για το περιεχόμενο της έκθεσης, ούτε του δόθηκε η δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό του έναντι των «ακραίων κατηγοριών».
Ανθρωπιστική κρίση και καταγγελίες κατά του Ισραήλ
Η έκθεση της ΕΑΕΕ περιγράφει τις ενέργειες του Ισραήλ στη Γάζα ως σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επικαλείται εμπόδια στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, στρατιωτικές επιθέσεις σε νοσοκομεία, μαζικές συλλήψεις, αυθαίρετες κρατήσεις, εποικιστική πολιτική στα Κατεχόμενα Εδάφη και βία από εποίκους.
Οι συντάκτες της έκθεσης αναφέρουν ότι αυτές οι πρακτικές συνιστούν σοβαρές παραβάσεις του διεθνούς δικαίου, ιδιαίτερα σε σχέση με τις διατάξεις της Συμφωνίας Σύνδεσης, που επιβάλλει σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα ως κεντρικό άξονα των σχέσεων ΕΕ-Ισραήλ.
Η αντίδραση του Ισραήλ: «Αδικία και παραπληροφόρηση»
Το Ισραήλ απαντά πως η έκθεση όχι μόνο παραλείπει κρίσιμες πληροφορίες, αλλά παρουσιάζει «παραπλανητική» εικόνα της κατάστασης. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην απόρριψη των ισραηλινών στοιχείων, τα οποία όπως υποστηρίζει η επιστολή, είχαν κοινοποιηθεί στην ΕΕ εγκαίρως αλλά «αγνοήθηκαν πλήρως».
«Ακόμη και ένα άτομο που απολύεται από τη δουλειά του έχει περισσότερες δυνατότητες να υπερασπιστεί την άποψή του», σημειώνεται σκωπτικά στην επιστολή, τονίζοντας ότι το Ισραήλ δεν είχε ίσους όρους στη διαδικασία αξιολόγησης.
Η επιστολή επιμένει στη συμμόρφωση του Ισραήλ με το διεθνές δίκαιο και στο γεγονός ότι έχει λάβει μέτρα για να περιορίσει τις επιπτώσεις στους αμάχους.
Ειδική αναφορά γίνεται στη διευκόλυνση της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, ακόμα και υπό πυρά, καθώς και στην αποδοχή προτάσεων για απελευθέρωση ομήρων, όπως η «πρόταση Witkoff», την οποία, σύμφωνα με το Ισραήλ, η Χαμάς απέρριψε.
Το Ισραήλ παρουσιάζεται ως το μοναδικό δημοκρατικό κράτος της περιοχής που μάχεται ενάντια στον ριζοσπαστισμό και την τρομοκρατία και αξιώνει να αξιολογείται με βάση δίκαια και αντικειμενικά κριτήρια.
Εσωτερικές διεργασίες εντός της ΕΕ
Η αναθεώρηση της Συμφωνίας Σύνδεσης προκλήθηκε από αίτημα 17 χωρών-μελών της ΕΕ, με επικεφαλής την Ολλανδία. Στόχος ήταν να διαπιστωθεί αν το Ισραήλ εξακολουθεί να συμμορφώνεται με το άρθρο 2 της Συμφωνίας, το οποίο αποτελεί θεμέλιο των σχέσεων ΕΕ-Ισραήλ.
Η έκθεση αποτελεί αντικείμενο συζήτησης μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, με αρκετές χώρες να ζητούν εντατικοποίηση της πίεσης προς το Ισραήλ, ενώ άλλες κρατούν πιο μετριοπαθή στάση.
Ο πρέσβης του Ισραήλ στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, Χαΐμ Ρέγκεβ, σε δηλώσεις του στο Euronews, σημείωσε ότι οι επαφές με την ΕΕ παραμένουν εντατικές και πολυεπίπεδες, αν και αναγνώρισε τις δυσκολίες διαμόρφωσης κοινής θέσης μεταξύ 27 κρατών-μελών.
Ο κ. Ρέγκεβ τόνισε πως «το Ισραήλ ηγείται ενός πολέμου κατά του Ιράν» και ότι η τρέχουσα συγκυρία δεν ενδείκνυται για προσπάθειες αναθεώρησης των σχέσεων ΕΕ-Ισραήλ.
«Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για πίεση ή δημιουργία εμποδίων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Κρυβόμενοι σε κοινή θέα
Η άρνηση του Ισραήλ να αναγνωρίσει την οιονεί νομική και ηθική κρίση, όπως αυτή περιγράφεται στο κείμενο της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης της ΕΕ, συνιστά διπλή πρόκληση: απορρίπτει την κριτική ως «μεροληπτική», ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να εξαγοράσει χρόνο, γνωρίζοντας ότι η σιωπή της διεθνούς κοινότητας στοιχειώνεται από την ανθρωπιστική καταστροφή στη Γάζα .
Δεν είναι απλώς ένα διπλωματικό παιχνίδι λόγων· η έκθεση της ΕΕ καταγράφει με στοιχεία: πολιορκία ανθρώπινης βοήθειας, αεροπορικούς βομβαρδισμούς σε νοσοκομεία και καταφύγια, εξαναγκαστικές μετακινήσεις, συλλήψεις χωρίς δίκη και έλλειψη λογοδοσίας .
Αυτή η πρακτική, σύμφωνα με ανεξάρτητους διεθνείς οργανισμούς, είναι όχι μόνο αντίθετη με τη διεθνή νομιμότητα, αλλά ενδέχεται να συνιστά και εγκλήματα πολέμου – και μάλιστα ένδειξη χρήσης της πείνας ως όπλου .
Η αναφορά του Ισραήλ σε «υπαρξιακό αγώνα» δεν δικαιολογεί την παραμέληση των δεσμεύσεών του στο άρθρο 2 της Συμφωνίας Σύνδεσης με την ΕΕ, που απαιτεί σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα
Αντιθέτως, επιβεβαιώνει πως η στρατιωτική προτεραιότητα λειτουργεί εις βάρος της προστασίας των αμάχων.
Επιπτώσεις που αποτυπώνονται με δραματικό τρόπο στα στατιστικά—πάνω από 55.000 θύματα, πυρηνικές εγκαταστάσεις που μπαίνουν στο στόχαστρο, φάσμα δυνητικών σφαιρών—καθιστούν την κριτική καίρια και μη αναστρέψιμη .
Είναι επιτακτική ανάγκη η Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει σαφή δράση.
Οι θεραπευτικές κινήσεις – αναστολή της συμφωνίας, περιορισμός εμπορικών διευκολύνσεων, ή κατ’ ελάχιστο στοχευμένα μέτρα – πρέπει να μιλήσουν πιο δυνατά από τα λόγια. Η συνεργασία χωρίς λογοδοσία, όπως έχουν υπογραμμίσει οργανισμοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχει φτάσει στο όριο της ηθικής αντοχής .