Το βράδυ της Δευτέρας, 25 Αυγούστου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, προέβη σε «προμελετημένο πραξικοπηματικό εγχείρημα», όπως το χαρακτηρίζει η Wall Street Journal. Αποπέμποντας ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Fed έβαλε μπρος την προσπάθεια να ελέγξει την Κεντρική Τράπεζα. Πρόκειται για τακτική που έχει επαναληφθεί στο παρελθόν και για τους γνώστες δεν είναι καθόλου σοφή.
Η ενέργεια κατά της Λιζας Κουκ -της πρώτης μαύρης γυναίκας που διορίστηκε μέλος του Δ.Σ. της Fed- είναι πρωτοφανής και νομικά αμφίβολη, σύμφωνα με τα αμερικανικά ΜΜΕ, καθώς ο πρόεδρος μπορεί να απομακρύνει μέλος του Δ.Σ. της Fed μόνο «για κάποιο λόγο» (for cause).
Ο Τραμπ και αξιωματούχοι της κυβέρνησής του ισχυρίζονται ότι η Κουκ προέβη σε παρατυπίες προκειμένου στο παρελθόν να της χορηγηθεί ένα στεγαστικό δάνεια, δηλαδή πριν ενταχθεί στη Fed.
«Η παραπομπή», έγραψε ο Τραμπ προς την Κουκ, παρέχει «επαρκή λόγο» να πιστεύουμε ότι «επιδεικνύετε το είδος της βαριάς αμέλειας σε χρηματοοικονομικές συναλλαγές που θέτει υπό αμφισβήτηση την επάρκεια και την αξιοπιστία σας ως ρυθμιστή».
Βέβαια, η Κουκ μπορεί να υποστηρίξει ότι ο Πρόεδρος δεν μπορεί να την απομακρύνει για παράπτωμα που έγινε πριν γίνει μέλος του συμβουλίου—και που σε κάθε περίπτωση δεν έχει αποδειχθεί.
Ωστόσο, η ποινική παραπομπή λειτουργεί ως απειλή προς άλλα μέλη του συμβουλίου της Fed: «κόψτε τα επιτόκια, αλλιώς…», αποτελώντας έναν προσχηματικό λόγο για να απολυθεί η Κουκ και να ελέγξει ο Τραμπ την Κεντρική Τράπεζα.
Οι αγορές αντέδρασαν με σκεπτικισμό ως προς το κατά πόσο ο Τραμπ μπορεί να επικρατήσει έναντι της Fed, αλλά έστειλαν σήματα ανησυχίας για μακροπρόθεσμους κινδύνους πληθωρισμού, καθώς η ανεξαρτησία της σχεδόν 112 ετών αμερικανικής κεντρικής τράπεζας αμφισβητείται όσο ποτέ.
Τι θέλει ο Τραμπ
Ο Τραμπ θέλει να δώσει μια ώθηση στην πρόσκαιρη οικονομία επί των ημερών του μειώνοντας τα επιτόκια. Όταν πέφτουν τα επιτόκια, το χρήμα γίνεται πιο φτηνό. Αυτό δίνει «γκαζι» στην οικονομία γιατί για παράδειγμα, οι δόσεις για σπίτι/αμάξι/κάρτες μικραίνουν και μένουν περισσότερα χρήματα στην τσέπη.
Ωστόσο, αν το παρακάνει ανεβαίνουν οι τιμές (πληθωρισμός) και μπορεί να δημιουργηθούν «φούσκες».
Η ειρωνεία είναι ότι οι αγορές έχουν λίγο-πολύ προεξοφλήσει μια πολύ μετριοπαθή μείωση επιτοκίων από τη Fed τον Σεπτέμβριο.
Ωστόσο, όπως αναφέρει το Foreign Policy, αυτό υπολείπεται της νομισματικής τόνωσης που επιδιώκει ο Τραμπ.
Ο υψηλότερος πληθωρισμός -πάντα πιθανός με μια καταιγίδα νέων δασμών να «προσγειώνεται» στο τρίτο τρίμηνο- θα μπορούσε να εκτροχιάσει αυτά τα διστακτικά σχέδια της Fed, είπε ο Μπεν Στάιλ, διευθυντής διεθνούς οικονομίας στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων. Παρ’ όλα αυτά, η απόπειρα απομάκρυνσης μέλους του Δ.Σ. της Fed είναι ανησυχητική.
«Νομίζω ότι αν συμβεί, η απόλυση της Κουκ είναι τεράστια υπόθεση. ‘Unpresidented’, όπως έχει πει κάποτε ο Τραμπ», είπε.
Κι όμως, ο Τραμπ εντείνει τις προσπάθειές του να αναμορφώσει την αμερικανική κεντρική τράπεζα κατ’ εικόνα και ομοίωσή του, ώστε να εκτελεί τις επιθυμίες του, παρά την κατοχυρωμένη στο καταστατικό της ανεξαρτησία, το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται, ή μάλλον στηριζόταν, η σταθερότητα του αμερικανικού δολαρίου.
«Ο Τραμπ υποσχέθηκε ότι θα επιδιώξει να αποδυναμώσει το δολάριο, να δυσκολέψει το εμπόριο, να απελευθερώσει τον πληθωρισμό και να στραφεί εναντίον των θεσμών που έκαναν την Αμερική σπουδαία την πρώτη φορά» υπογραμμίζει η Wall Street Journal.
Ωστόσο, η παρέμβαση στην ανεξαρτησία μιας κεντρικής τράπεζας είναι πάντοτε επικίνδυνη, και ιδιαιτέρως όταν πρόκειται για την σημαντικότερη κεντρική τράπεζα στον κόσμο, σημειώνει το Foreign Policy. «Η Fed καθορίζει όχι μόνο την πορεία και τη διαμόρφωση της νομισματικής προσφοράς, του πληθωρισμού και της οικονομικής ανάπτυξης στις ΗΠΑ, αλλά και σχεδόν κάθε οικονομίας παγκοσμίως».
Το τουρκικό παράδειγμα
Αμερικανικά ΜΜΕ υπενθυμίζουν ότι υπάρχουν τόσα στοιχεία που δείχνουν ότι η καταστροφή της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών, προς αναζήτηση μιας βραχυπρόθεσμης «ζάχαρης» στην οικονομία, είναι συνταγή για μακροπρόθεσμο «πόνο».
«Η ιστορία δείχνει τι συμβαίνει όταν οι κεντρικές τράπεζες γίνονται προεκτάσεις των πολιτικών» αναφέρει η Wall Street Journal.
Ο Ρίτσαρντ Νίξον πίεζε τον τότε πρόεδρο της Fed, Άρθουρ Μπερνς, να κρατά χαλαρή πολιτική, και το αποτέλεσμα ήταν ο μεγάλος πληθωρισμός της δεκαετίας του 1970.
Επίσης, το ίδιο συνέβη με τον πληθωρισμό στην Αργεντινή επί δεκαετίες και την Τουρκία επί Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
«Ο Ερντογάν, απογοητευμένος που η τουρκική κεντρική τράπεζα χρησιμοποιούσε ορθόδοξα μέσα όπως υψηλότερα επιτόκια για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, αντικατέστησε την ηγεσία της με ημετέρους και διέταξε την τράπεζα να «ανοίξει τις στρόφιγγες» του χρήματος για να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ανάπτυξης».
Και οι στρόφιγγες άνοιξαν: η τουρκική οικονομία, πλημμυρισμένη με φθηνό χρήμα λόγω προεδρικών μειώσεων επιτοκίων, απογειώθηκε με ετήσιο πληθωρισμό πάνω από 80%, πριν ο Ερντογάν υποχωρήσει.
Ακόμη και χρόνια αργότερα, με επαγγελματίες ξανά στο τιμόνι, η Τουρκία πασχίζει να ρίξει τον πληθωρισμό κάτω από το 30%.
«Ο κ. Τραμπ κινείται με βραχυπρόθεκκες τακτικές και προσωπικό πολιτικό όφελος. Η θεσμική ακεραιότητα τον αφήνει αδιάφορο. Αλλά αν καταφέρει να θέσει τη Fed υπό τον έλεγχό του, ο ίδιος και οι Ρεπουμπλικανοί θα χρεωθούν τα αποτελέσματα—και όποια επιστροφή του πληθωρισμού», προειδοποιεί η The Wall Street Journal.