15 Ιουλίου 2016. Τις βραδινές ώρες της 15ης Ιουλίου 2016 ξεκινά η απόπειρα πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Μέχρι το πρωί της 16ης Ιουλίου το πραξικόπημα θα έχει χαρακτηριστεί αποτυχημένο, η Τουρκία θα ελέγχεται πλήρως από τις κυβερνητικές δυνάμεις και θα έχει ήδη ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση, ώστε ο Ερντογάν να στεφθεί ο απόλυτος κυρίαρχος της χώρας.
Το «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» του Ερντογάν ξεκίνησε την επόμενη του πραξικοπήματος
Ο απολογισμός της απόπειρας πραξικοπήματος που σύμφωνα με την τουρκική κυβέρνηση είχε ενορχηστρωθεί από ομάδας στρατιωτικών εντός των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων ήταν βαρύς.
Σοβαρές υλικές ζημιές, 265 νεκροί και πολλοί τραυματίες. Οι εικόνες της Τουρκικής Βουλής των Αντιπροσώπων, αλλά και του Προεδρικού Μεγάρου που βομβαρδίστηκαν αποτελούν πλέον αντικείμενο εκθέσεων που γίνονται κάθε χρόνο στις πρεσβείες της Τουρκικής Δημοκρατίας ανά τον κόσμο, με στόχο να θυμίζουν σε όλους τα εγκλήματα των πραξικοπηματιών.
Η τουρκική αντιπολίτευση καταδικάζει την απόπειρα, καθώς και πολλοί ξένοι ηγέτες, μεταξύ αυτών και οι ΗΠΑ. Το πραξικόπημα καταδικάζουν επίσης ΕΕ και ΝΑΤΟ.
«Μαύρη σελίδα στην ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας» η απόπειρα για πραξικόπημα
Ο τότε πρωθυπουργός της χώρας και εξ απορρήτων του Ερντογάν, Μπιναλί Γιλντιρίμ, είχε χαρακτηριστεί το πραξικόπημα ως μία «μαύρη σελίδα στην ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας».
Το «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» του Ερντογάν ωστόσο ξεκίνησε την επόμενη του πραξικοπήματος, με τον εκλεγμένο ηγέτη της Τουρκίας να αναδεικνύεται στον αδιαμφισβήτητο άρχοντα της χώρας και να κάνει πράξη τη δήλωση του πως το πραξικόπημα ήταν μία προδοσία, η οποία θα πληρωθεί πολύ ακριβά.
Το πραξικόπημα έδωσε την αφορμή, σύμφωνα με όσα ακολούθησαν, για μία πολιτική εκκαθαρίσεων των πολιτικών αντιπάλων του Ερντογάν και στην επιβολή του νόμου της σιωπής για κάθε αντίπαλη πολιτική φωνή.
Με τον τούρκο πρόεδρο να βγαίνει αλώβητος από όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις που ακολούθησαν ακόμα και αν σε κάθε μία από αυτές δεν έλειπαν δημοσιεύματα του διεθνή τύπου, αλλά και αναλύσεις στο εσωτερικό που προέβλεπαν την ηχηρή «πτώση» του. Κάτι που σε όλες τις περιπτώσεις αποδείχθηκε πως ήταν περισσότερο μία προβολή των επιθυμιών τους, παρά μία ρεαλιστική ανάλυση των όσων συνέβαιναν στην Τουρκία.
Γιατί η δυσαρέσκεια μπορεί να υπάρχει, ωστόσο ο Ερντογάν έχει εξελιχθεί σε ένα καθεστώς, που είτε μέσω του φόβου, είτε μέσω συγκεκριμένων παροχών και ελιγμών, είναι πολύ δύσκολος αντίπαλος.
Ο Ερντογάν δεν θα επιτρέψει σε κανένα να ξεχάσει την απόπειρα πραξικοπήματος
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν επέτρεψε και δεν θα επιτρέψει ποτέ σε κανένα να ξεχάσει την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του. Το αντίθετο φροντίζει να το υπενθυμίζει κάθε χρόνο με σειρά εκδηλώσεων τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Εκδηλώσεις στις οποίες επισήμως το τουρκικό κράτος καταγγέλλει τα δεινά που μπορεί να φέρει μία απόπειρα πραξικοπήματος, προβάλλοντας τις εκατοντάδες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, αλλά και τις εκτεταμένες υλικές ζημιές, το φόβο και την τρομοκρατία.
Στο παρασκήνιο δε είναι και μία υπενθύμιση της ισχύος του Ερντογάν και του πόσο καλός έχει γίνει στο να «εξολοθρεύει» πολιτικά τους αντιπάλους του, μετά από 22 χρόνια στην εξουσία.


Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μιλά σε υποστηρικτές του σε εκδήλωση στην τρίτη επέτειο από την προσπάθεια πραξικοπήματος στην Τουρκία.
«Έδειξε» ως ενορχηστρωτή του πραξικοπήματος τον Γκιουλέν
Ο τούρκος πρόεδρος «έδειξε» ως ενορχηστρωτή του πραξικοπήματος τον πολιτικό του αντίπαλο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος ζούσε στις ΗΠΑ. Και στο όνομα των «γκιουλενιστών» ή των μελών της οργάνωσης «FETO» όπως ονομάζεται στην Τουρκία κυνηγήθηκαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, που θεωρήθηκαν αντιφρονούντες της κυβέρνησης Ερντογάν.


Ο Φετουλάχ Γκιουλέν.
Οι εκκαθαρίσεις άλλωστε που έγιναν στο στρατό, στην αστυνομία, στη Δικαιοσύνη, στα πανεπιστήμια, στο δημόσιο τομέα και έφτασαν μέχρι το ποδόσφαιρο, με δεκάδες χιλιάδες απολύσεις, δεκάδες χιλιάδες συλλήψεις, αλλά και τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες να πραγματοποιούν στοχευμένες αποστολές στο εξωτερικό, προκειμένου να εντοπίσουν και να απαγάγουν ανθρώπους που φέρονταν να συνδέονται με το Φετουλάχ Γκιουλέν και το πραξικόπημα, ήταν ένα σαφές μήνυμα Ερντογάν προς κάθε έναν που εξέφραζε αντίρρηση στην πολιτική του.
Εφημερίδες και οργανισμοί ΜΜΕ έκλεισαν από το πραξικόπημα και μετά, δημοσιογράφοι φυλακίστηκαν, απολύθηκαν και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα.
Και μπορεί η απόπειρα πραξικοπήματος να συμπληρώνει φέτος τα εννιά της χρόνια, ωστόσο οι πληγές δεν έχουν κλείσει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τουρκία είναι μία χώρα που έχει ιστορικό πραξικοπημάτων από τις Ένοπλες Δυνάμεις, καθώς ο στρατός πάντα θεωρούσε ότι είναι η συνέχεια του Κεμάλ Ατατούρκ και έχει την ευθύνη της διαφύλαξης της κοσμικότητας του κράτους.
Στην σύγχρονη ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας πραξικοπήματα πραγματοποιήθηκαν το 1960, το 1971 και το 1980. Ακολούθησε και μία προσπάθεια το 1997, με τη μεσολάβηση προς την κυβέρνηση να το αποτρέπει τελικά.
Το σημείο καμπής για τον τούρκο πρόεδρο δεν ήταν το 2016
Ωστόσο το σημείο καμπής για τον Ερντογάν δεν ήταν το 2016.
Ο τούρκος πρόεδρος, από τη στιγμή που έκλεισε δεκαετία στην εξουσία, έδειξε την πρόθεση του να αναλάβει ο ίδιος τον έλεγχο των Ενόπλων Δυνάμεων και να μην είναι όπως οι κυβερνήσεις του παρελθόντος, όμηρος ή έστω υπόλογος στο στρατό. Αλλά ο στρατός να υπάγεται στον ίδιο.
Σε αυτή τη γραμμή στόχευε και η δίκη για την υπόθεση Εργκένεκον της οποίας η ετυμηγορία εκδόθηκε το 2013. Η δίκη του αιώνα όπως χαρακτηρίστηκε και τελικά οι καταδίκες που επιβλήθηκαν απορρίφθηκαν το 2016 από το Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας, που απεφάνθη πως το δίκτυο Εργκένεκον δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχε. Ωστόσο με την υπόθεση Εργκένεκον ο Ερντογάν θεωρήθηκε ότι κατάφερε να ελέγξει – σε μία πρώτη απόπειρα – το στρατό.
Η απόπειρα πραξικοπήματος είχε και γεγονότα που ενέπλεξαν και την Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα οκτώ τούρκοι αξιωματικοί που μετείχαν στην απόπειρα πραξικοπήματος, έφτασαν στην Ελλάδα, αφού διέφυγαν από την Τουρκία με ελικόπτερο και ζήτησαν άσυλο στις 17 Ιουλίου. Το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν εξέδωσε στην Τουρκία τους οκτώ και τους χορήγησε άσυλο αποτέλεσε επί σειρά ετών αφορμή για την Άγκυρα να καταγγέλλει την Αθήνα για συγκάλυψη και προστασία τρομοκρατών και στα χρόνια της έντασης στα ελληνοτουρκικά.